Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Pantimo

«ΜΕ ΔΙΑΒΑΤΗΡΙΟ ΤΗ ΓΟΗΤΕΙΑ» (The charmer): ΦΑΙΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΚΑΛΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ

19 Οκτωβρίου 2018
Κατηγορία Κριτικές
Διαβάστηκε 2675 φορές

Θέλω να πιστεύω ότι η ταινία αυτή που έρχεται με διαβατήριο ΔΑΝΙΑΣ κι έχει γυριστεί από ΙΡΑΝΟ, θα έχει καλή τύχη και στις  αίθουσες. Διότι σε κρατεί από το πρώτο πλάνο και σε αφήνει μόλις στο τελευταίο. Σου κρατά διαρκώς το ενδιαφέρον και δεν σου έχει αφήσει περιθώρια να ξέρεις που ακριβώς θέλει να το πάει.

Φυσικά, όλα αυτά ξεκινούν από το σενάριο. Διαβάζουμε κάθε τόσο τη φράση αχρηστίας «που το πάει ο σκηνοθέτης;». Που να το πάει ρε παιδιά; Θα το πάει εκεί που το πάει το σενάριο. Αν δεν υπάρχει σενάριο που θα το πάει ο σκηνοθέτης;  Ελεος πιά!

ΚΙ εδώ έχουμε ένα σενάριο , στο οποίο ο σκηνοθέτης έχει παρέμβει κι ως ΣΕΝΑΡΙΟΓΡΑΦΟΣ, βάζοντας το όνομα του δίπλα στου συνεργάτη του και μας γραπώνει από την πρώτη στιγμή.

Όπως διάβασα στο βιογραφικό, ο σκηνοθέτης ΜΙΛΑΝΤ ΑΛΑΜΙ είναι γεννημένος στο Ιράν, μεγαλωμένος στη Σουηδία και μόνιμος κάτοικος Δανίας. Αρα, τις σπουδές τις έχει πάρει σε αυτές τις καταπληκτικές πανεπιστημιακές σχολές του Βορρά , όπου τα δύο πρώτα που τους διδάσκουν είναι ΠΑΡΑΓΩΓΗ και ΣΕΝΑΡΙΟ. (διότι διάβασα και βιογραφικό Ελληνα που έλεγε ότι «σπούδασε θεωρία του κινηματογράφου»- με «ΘΕΩΡΙΑ του κινηματογράφου»  που πας να γυρίσεις ταινίες ρε μάστορα;)

Το φιλμ μας αρπάει από το λαιμό με το ξεκίνημα. Μια κοπέλα, ξανθιά, γυμνή στην αγκαλιά ενός άντρα που δεν τον βλέπουμε, ακούει τη φράση «τον σκέφτεσαι ακόμα;». Στο επόμενο πλάνο, η κοπέλα πάει στο παράθυρο και ρίχνει βουτιά στο κενό.

Στη συνέχεια γνωρίζουμε όμορφο νεαρό μελαχρινό που μας συστήνεται ως Ιρανός, τόπος δράσης η Κοπεγχάγη, συνειδητοποιούμε ότι αυτός θα είναι ο κεντρικός ήρωας και τον ακολουθούμε. Τον βλέπουμε από τη μια γκόμενα στην άλλη. Τη μια την πιέζει να μείνει κι άλλο μαζί της, η άλλη αποδεικνύεται ότι έχει παιδί και λείπει ο άντρας της, αυτός την πέφτει στα μπαρ, στα καλά μπαρ που κυκλοφορεί καλός κόσμος κι επιδιώκει γνωριμία με γυναίκες. Το παρουσιαστικό είναι ευγενικό και κόσμιο, δεν δείχνει αλήτης, δείχνει όμως ότι επιδιώκει γνωριμία   με ντόπια , με Δανή. Πολύ σύντομα μας έχει ξεκαθαρίσει, μέσα από σκηνές που οδηγούν την ιστορία διαρκώς σε εξέλιξη, πως τελικά επιδιώκει γάμο. Γάμο προφανώς για να πάρει άδεια παραμονής στη Δανία. Δεν είναι ένας αγοραίος επιβήτορας, δεν πάει με άντρες, δεν απλώνει δίχτυα προς κάθε κατεύθυνση.

Αυτά όλα γίνονται με πολύ ωραίο σεναριακό τρόπο, που μας βάζει στο θέμα, μας κεντρίζει το ενδιαφέρον και τίποτα δεν αφήνει αναπάντητο πριν πάμε παρακάτω κι ό,τι άφησε θα το βρούμε στην πορεία διότι έχει να κάνει με την πλοκή του μύθου, η οποία είναι κι εξαιρετική.

Ένα βράδυ σε ένα τέτοιο καλό μπάρ γνωρίζει δύο κοπέλες, μια ξανθιά και μια μελαχρινή, Δανέζες. Η μελαχρινή τον καταλαβαίνει οτι είναι Ιρανός και του αποκαλύπτει ότι κι εκείνη Ιρανή είναι αλλά δεύτερης γενιάς, έχει γεννηθεί στη Δανία, έχει πολιτογραφηθεί Δανέζα. Ενώ αρχικά μπορεί να πήγαινε για την ξανθιά, με τη μελαχρινή που αποδεικνύεται και συμπατριώτισσα είναι που θα γίνει προσέγγιση, θα βρεθούν, θα προχωρήσουν, θα τον γνωρίσει στη μητέρα της, η εν δυνάμει πεθερά θα τον καλοδεχτεί, θα τον μπάσουν στο σπίτι, στην οικογένεια, τι το καλύτερο να παντρευτεί αυτή την κοπέλα που είναι κι όμορφη και του άνοιξε και τις πόρτες κι είναι και Δανέζα κι έτσι μπορεί να πάρει την πολυπόθητη υπηκοότητα και να πάψει να κυνηγιέται από το Αλλοδαπών με την άδεια παραμονής και τον κίνδυνο απέλασης..

Τίποτε, όμως, σε αυτό το φιλμ, σε αυτό το σενάριο δεν έχει μπει τυχαία. Ο, τι εμφανίζεται, την έχει στήσει για παρακάτω. Υπάρχει ένα διαρκές μυστήριο στον τρόπο γραψίματος των σκηνών και αυτό ακλουθεί ως αφήγηση κι ως δημιουργία κλίματος η σκηνοθεσία.

Τα πράγματα θα κορυφωθούν, θα οδηγηθούν σε κρεσέντο, τα αισθήματα του ήρωα και τα γεγονότα της ταινίας θα έχουν περάσει και στους θεατές και θα αισθανθούν κι αυτοί το κρεσέντο της ιστορίας.

Για να φτάσουμε στο δράμα, στο βαθύ δράμα, στο σασπένς που αφορά τόσο στην ψυχολογία του ήρωα όσο και σε γεγονότα. Και να πάρουμε μαζί μας, «για το δρόμο» που λένε, μπόλικο συναίσθημα. Με φινάλε καταλυτικό, ανατρεπτικό, που εξηγεί πλέον τα πάντα , κι εκείνα που θα θυμηθεί ο θεατής στη συνέχεια και θα ανατρέξει στις απαρχές…

Τίποτε περιττό δεν υπάρχει σε αυτή την ταινία, εξού και μιλά στον θεατή και τον κάνει να απολαμβάνει το δράμα. Με πλοκή τέτοια που θα ταίριαζε σε έργο αστυνομικό.

Εξαιρετική αφήγηση, εξαιρετική σκηνοθετική απόδοση, εξαιρετικές ερμηνείες από όλη τη διανομή. Όχι μόνο από το νεαρό αλλά κι από την κοπέλα κι από τη μητέρα της αλλά κι από Δανούς , λευκούς , εμβόλιμους που παίζουν ρόλους καθοριστικούς, έως και ρόλαρους κι ας είναι σύντομοι σε διάρκεια.

Το φινάλε, που φυσικά και δεν θα αποκαλύψω όπως δεν αποκάλυψα και κανένα από τα «μυστήρια» της υπόθεσης διότι είναι ταινία που ο θεατής καλείται να ΑΠΟΛΑΥΣΕΙ, με οδήγησε σε κάποιες σκέψεις. Πως με το φινάλε που βλέπεις και σκέφτεσαι και τον κεντρικό πυρήνα, λες ότι αυτό θα μπορούσε να είναι μια ταινία μικρού μήκους, Τουλάχιστον αν την έκανε δικός μας θα την έστελνε στα μικρού μήκους ή αν την έκανε μεγάλης διάρκειας θα την καταδίκαζε σε μικρομηκάδικη αντίληψη.

Εδώ το σενάριο δεν τραβάει απλώς σε μάκρος, μα εμπλουτίζεται. Αυτό το θέμα που θα μπορούσε να είναι του ημίωρου και λιγότερο, έχει πάρει τέτοια ανάπτυξη, τέτοια εμβάθυνση, τέτοιο πλούτο που το μεταβάλουν σε έργο το οποίο δεν σε αφήνει δευτερόλεπτο. Και μόνο με μικρού μήκους δεν μοιάζει- η δική μου διεστραμμένη ματιά το επισημαίνει επειδή έχω δει πολλά δικά μας που ακριβώς επειδή έπασχαν από σενάριο παρέμεναν προσκολλημένα στο θέμα , χωρίς εμπλουτισμό, χωρίς πλοκή, χωρίς επεξεργασία χαρακτήρων χωρίς ικανότητα στην ανάπτυξη αλλά ούτε και στην ελλειπτικότητα, και κατέληγαν ασήμαντα κι αδιάφορα.

Δυστυχώς η Δανία, αντί να επιλέξει αυτό για να το στείλει στα Οσκαρ, έστειλε ένα άλλο, το «The guilty», ένα φιλμ που με εκνεύρισε, το οποίο μοιάζει ως κακέκτυπο του «Locke» (του «Σε λάθος χρόνο») αλλά κι αν ημερομηνιακά έπεφτε στα περσινά, πάλι η Δανία θα το προσπέρναγε έχοντας επιλέξει ένα άλλο, το  «you disappear», επιλέγοντας και στις δύο περιπτώσεις κάτι πιο… δανέζικο. Ω, ναι, η προκατάληψη υπάρχει. Όπως κι η Ιταλία ποτέ δεν προώθησε τον Τούρκο Φερνάν Οζπετεκ, που της έκανε εκπληκτικές ταινίες και θα μπορούσε να τον είχε πλασάρει ως «Αλμοδόβαρ της Ιταλίας» (δεν ήταν , όμως, Ιταλός!!!!) έτσι κι εκεί προτιμούν κάτι  πιο δικό τους, κυρίως οι Δανοί –και μου κάνει εντύπωση. Παρά τις μοναδικές σπουδές που προσφέρουν και παρά την «ανεκτικότητα» που δηλώνουν ως κοινωνία, στην πράξη δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα, μπορεί να το καταλάβει κανείς σε εστιατόρια, κατά πόσο καθυστερεί η παραγγελία αν ο πελάτης είναι ξένος ….

 

 

Pantimo

Τελευταία άρθρα από τον/την Pantimo