Η «Marvel» στα συνοικιακά, στη β’ προβολή, καιρό μετά την επίσημη έξοδο της στις αίθουσες, έρχεται και ταιριάζει. Κυρίως επειδή συνδέεται με την ανακοίνωση της shortlist για τα ΟΣΚΑΡ των ΟΠΤΙΚΩΝ ΕΦΦΕ και βρίσκεται «μέσα»
Το «αλλά» έχει να κάνει με το ότι τελικώς για κάποιες ταινίες λέγονται και γράφονται περισσότερα πράγματα από αυτά που θα δει ο θεατής όταν πάει παρακινημένος από τις «σειρήνες». Και καμιά φορά, η φόρα με την οποία πήγε, δεν φάνηκε ανταποδοτική ενώ η ταινία παρέμενε καλή αλλά ήταν αυτό που πραγματικά ήταν.
Μου πήρε πολλή ώρα να αποδώσω σε τίτλο το περιεχόμενο της ταινίας του ΜΑΝΟΥΣΟΥ ΜΑΝΟΥΣΑΚΗ από το βιβλίο του ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΚΑΜΠΑΡΔΩΝΗ ώστε να ξέρει ο θεατής τι ακριβώς πρόκειται να δει και να μη νομίσει άλλα κι άλλα. Μη νομίσει ότι θα δει «το μινόρε της αυγής» του Μεσθεναίου ή το «Ρεμπέτικο» του Φέρρη με πρωταγωνιστή αυτή την φορά τον Βασίλη Τσιτσάνη.
Τώρα που έρχεται και σε μας.. Στην Αμερική συνέβη νωρίτερα… Ήρθε η ώρα να εκφράσει κι ο κινηματογράφος ένα πρωτόγνωρο κοινωνικό πρόβλημα που έχει δρόμο μπροστά του…
Βρισκόμαστε ενώπιον «φαινομένου»; Όπως το βάφτισαν οι πάροχοι «βύσματος»; Για την περίπτωση της Αθηνάς Ραχήλ Τσαγγάρη ο λόγος, που ανήκει κι αυτή στην ίδια σχολή με τον Λάνθιμο αν και δεν είμαι σίγουρος γι αυτό. Ωστόσο, ας πάμε να δούμε τι λέει και το έργο, ή μάλλον ΤΙ είδαμε στο έργο.
Δεν την είχα δει την ταινία στην Α’ Προβολή της, την είχα αφήσει για τα «συνοικιακά». Την είδα τώρα, με αφορμή την υποψηφιότητα του ΠΟΛ ΝΤΑΝΟ από τα SPIRIT AWARDS. Τελικά, ήταν θέμα ενστίκτου και δεν με είχε «γελάσει».
Διότι δικό τους είναι το ΣΕΝΑΡΙΟ, και μάλιστα το έγραψαν σε συνεργασία με τον ΜΑΤ ΤΣΑΡΜΑΝ, σεναριογράφο της «ΓΑΛΛΙΚΗΣ ΣΟΥΙΤΑΣ». Όχι τίποτε άλλο μα επειδή οι επικρίσεις είναι περί «ψυχροπολεμικού» κλπ, άρα περί του περιεχομένου. Οπότε ο Σπίλμπεργκ σε τι ακριβώς βάλλεται; Στο ότι δεν ξέρει να σκηνοθετεί;
Κάπως διαφορετικά αντιλαμβάνονται πολλοί την ταινία που κερδίζει τον «Χρυσό Φοίνικα», κάπως αλλιώτικα, επίσης, έχουν οριοθετήσει πολλοί τον ΖΑΚ ΟΝΤΙΑΡ ως auteur, και φυσικά επικρατεί απόλυτη σύγχυση σε πάρα πολλούς σχετικά με την έννοια της «κάθαρσης» χωρίς να υποπτεύονται τούτοι οι πολλοί ότι αυτή επιτυγχάνεται όχι μόνο με την ΤΙΜΩΡΙΑ αλλά και με τη ΔΙΚΑΙΩΣΗ του ήρωα.
Η οποία ανήκει στο ΣΙΝΕΜΑ ΤΩΝ ΕΙΔΩΝ, που αφενός είναι το σινεμά που αγαπώ, κι αφετέρου με χαροποιεί το γεγονός πως παρατηρώ νεαρούς Ελληνες σκηνοθέτες να σπάνε το ταμπού του φόβου που έχει καλλιεργηθεί απέναντι στο είδος και να βγαίνουν να κολυμπήσουν στα βαθιά νερά του.
Κι αναρωτιέμαι για το αν έχουν κινηματογραφική αξία και προπαντός κινηματογραφική σημασία τα όσα λένε, με τον τρόπο που διατυπώνονται.