Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Pantimo

Β’ ΠΡΟΒΟΛΗ: «ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΣΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥΣ» - Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΖΩΤΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ

20 Μαρτίου 2016
Κατηγορία Κριτικές
Διαβάστηκε 3627 φορές

Για την ταινία δεν είχα γράψει στην κανονική προβολή της, ήταν κι η περίοδος των Οσκαρ, την άφησα για αργότερα. Μοιραία θα «ανακαλυφθεί» στη λεγόμενη «β’ προβολή» που στις μέρες μας δεν λέγεται υποχρεωτικώς «συνοικία»….

 

Τι είναι η θεωρία του «ζωτικού χώρου» που τη βάζω και στον τίτλο;

Είναι αυτό που λένε πως κάτι το οποίο λειτουργεί σε ένα δεδομένο περιβάλλον, δεν λειτουργεί με τίποτα σε ένα άλλο. Κι αυτό αφορά στα πάντα. Από σχέσεις και συνεργασίες μέχρι μεταφορά έργου από ένα γεωγραφικό πλαίσιο σε ένα άλλο.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η συγκεκριμένη θεωρία επιβεβαιώνεται πανηγυρικά. Με αρνητικό αποτέλεσμα για την ίδια την ταινία.

Το «Μυστικό στα μάτια τους» ήταν ένα εκπληκτικό έργο από την Αργεντινή που είχε σκηνοθετήσει και γράψει ο Χουάν Χοσέ Καμπανέλα και το οποίο, χάρη προπάντων στο σενάριο του, είχε καταφέρει να φτάσει ως το ξενόγλωσσο Οσκαρ και τελικώς να το κερδίσει. Το 2010.

Τώρα, το μετέφεραν στα «αμερικάνικα». Δεν κοροϊδεύω  τα «αμερικάνικα», όμως δεν είναι η πρώτη φορά που ένα έργο είτε της Ευρώπης είτε της Ασίας είτε της Λατινικής Αμερικής μεταφέρεται στο Χόλυγουντ και συνήθως, όχι πάντα, η μεταφορά  αποτυγχάνει.

Διότι αυτό που αγοράζουν είναι το «story», την υπόθεση. Και σε αυτή την περίπτωση, για να μπορέσεις να κάνεις μια ταινία που να λειτουργήσει αυτόνομα και να αποδεσμευτεί από το βάρος του πρωτοτύπου, πρέπει να την ξαναγράψεις εξαρχής και να τη μεταβάλεις ριζικά ώστε το έργο να αυτονομηθεί και να λειτουργήσει ως κάτι αυτοτελές. Οι «Εφτά Σαμουράι» για παράδειγμα του Κουροσάβα έγιναν ένα κλασικό γουέστερν ως «Και οι 7 ήσαν υπέροχοι» από τον Τζον Στάρτζες, το «Χωρίς ανάσα» αυτονομήθηκε αρκετά από το έργο του Γκοντάρ και λειτούργησε ως εργάκι μεν αλλά αξιοπρεπές,  η «Διασταύρωση» (Intersection) πάσχιζε να μη θυμίζει «Τα γεγονότα της ζωής» του Κλωντ Σοτέ  και δεν τα θύμισε ούτε από την καλή ούτε από την ανάποδη….

Εδώ δεν τα κατάφεραν καθόλου. Παρόλο ότι στα credits βλέπουμε και το όνομα του ΧΟΥΑΝ ΧΟΣΕ ΚΑΜΠΑΝΕΛΑ, του σκηνοθέτη-σεναριογράφου του πρωτότυπου φιλμ με το Οσκαρ, να έχει θέση ακόμα κι ανάμεσα στους executives producers. Που σημαίνει ότι ασκούσε έλεγχο στην ταινία, μην τυχόν και του κάνουν αυθαιρεσίες.

Φοβάμαι, ότι αυτό μπορεί να είναι κι ο βασικός φταίχτης. Το ότι η παρουσία του Καμπανέλα στην ταινία να απέτρεψε την αυτονόμηση της.

Από κει και πέρα δεν ξέρω αν ο σκηνοθέτης ΜΠΙΛ ΡΕΙ θα ήταν ικανός για να κάνει κάτι αυθύπαρκτο που να στέκει διότι στην ταινία παρατήρησα κι άλλου τύπου σφάλματα πέραν της άστοχης μεταφύτευσης μιάς ιστορίας που διαδραματίζεται στην Αργεντινή και οι καταβολές της κρατούν από τον καιρό της Δικτατορίας του Βιντέλα, όπου το προσωπικό στοιχείο καθώς και το αστυνομικό, να ενδύονται το πολιτικό και το έργο να δηλώνει χρόνο και τόπο δηλαδή ΡΙΖΑ, εδώ γίνεται ένα απλό αστυνομικό στο Λος Αντζελες του 2002 και του 2015, όπου ένα έγκλημα με θύμα την κόρη μιάς δικαστικού, ξανανοίγει 13 χρόνια μετά. Τα δε στοιχεία που πλαισιώνουν το έγκλημα και τις σχέσεις των ανθρώπων , εδώ δεν βγαίνουν μέσα από την ψυχή, μέσα από την κουλτούρα των ηρώων αλλά με όσα από την δικαστική υπόθεση που αποκομμένη από τα ουσιαστικά στοιχεία των χαρακτήρων μοιάζει ισχνή. Κι επιπλέον το πολιτικό στοιχείο με τους σύγχρονους τρομοκράτες που είναι Ισλαμιστές, δεν τονώνει σε τίποτε το έργο, αντιθέτως το απορρυθμίζει διότι δείχνει κατασκευασμένο στοιχείο, οπότε έχει χάσει τον μπούσουλα σε σχέση με το αργεντίνικο και δεν μπορεί να σταθεί στα πόδια του ως κάτι μόνο του και αν όχι καλύτερο, μα έστω εξίσου καλό…

Μένει το εντυπωσιακό casting με ΤΣΙΒΟΤΕΛ ΕΙΤΖΟΦΟΡ, ΝΙΚΟΛ ΚΙΝΤΜΑΝ και ΤΖΟΥΛΙΑ ΡΟΜΠΕΡΤΣ. Οπου τελικώς το μόνο θετικό θα μπορούσε να είναι η Τζούλια Ρόμπερτς που πλέον έχει δείξει τι δρόμο θέλει να ακολουθήσει, ότι μετά το Οσκαρ στην «Εριν Μπρόκοβιτς» διέκοψε κάθε δεσμούς με την πρωτιά στο box-office και το να είναι η «Τζούλια Ρόμπερτς» η σταρ κι ακολουθεί το δρόμο της ηθοποιού. Η συμμετοχή σε αυτό το φιλμ καταλαβαίνω πως ήταν μια πρόκληση για την ίδια, ότι θα ήθελε πολύ να το παίξει όταν θα είχε δει το αργεντίνικο φιλμ, έπεσε με τα μούτρα στο ρόλο, κυκλοφορεί συνεχώς αμακιγιάριστη αλλά ο ρόλος δεν έχει την υπόσταση…. Ο Τσίβοτελ Ειτζιφορ δεν είμαι σίγουρος αν  βγαίνει περισσότερο κερδισμένος επειδή έχει τη μερίδα του λέοντος κι ο ρόλος δεν διακινδυνεύει πολλά από τη μεταφύτευση του. Μπορεί να έχει τη συνεχή παρουσία και το παρουσιαστικό του να είναι κι εδώ συμπαθές αλλά νομίζω πως ο ρόλος του, αν θυμηθούμε τον Ρικάρντο Νταρίν, πόσο ανεξίτηλος έχει μείνει στη μνήμη από το φιλμ του Καμπανέλα, διακινδυνεύει περισσότερα διότι η Τζούλια Ρόμπερτς στο τέλος- τέλος κάνει πιο αισθητή την παρουσία της, η αντίστοιχη της Αργεντινής (που δεν έπαιζε το ρόλο της Ρόμπερτς αλλά εκείνον που κρατά εδώ η Νικόλ Κίντμαν...) δεν έχει μείνει τόσο έντονα χαραγμένη στη μνήμη.

Εκείνη που δεν καταλαβαίνω με τίποτε είναι τη ΝΙΚΟΛ ΚΙΝΤΜΑΝ  και γενικώς δεν καταλαβαίνω κι όλο το casting,  για αυτό κι είπα για τον Μπιλ Ρέι πως ως σεναριογράφος μπορεί να είχε γράψει κάνα δύο καλά σενάρια (όπως το «Captain Phillips») αλλά ως σκηνοθέτης εδώ δεν με έπεισε. Πρώτα από όλα, για ποιο λόγο μαζί, σε αυτό το σενάριο (εδώ μπορεί να μην φταίει ο Ρει αλλά να επέμεναν οι χρηματοδότες….)  η Νικόλ Κίντμαν με την Τζούλια Ρόμπερτς. Αυτές οι δύο ήταν οι «κορυφαίες» του φρέσκου Χόλυγουντ των δεκαετιών 90 και 00ς. Και κρατούν ακόμα. Για να τις βάλεις αυτές τις δύο μαζί, θα πρέπει να έχεις ένα σενάριο πολύ εκτυφλωτικό για δύο σταρ που έλαμψαν θεαματικώς ακόμα κι αν τώρα δεν είναι στην παλιά ικμάδα τους- βασικά η Κίντμαν, για την Τζούλια τα είπαμε. Σε τούτο το σενάριο, με τους συγκεκριμένους ρόλους, μάλλον τις σπατάλησαν ως συνύπαρξη, σχεδόν τις ακύρωσαν ως δυνάμεις. Τώρα αν ο  ατζέντης της Κίντμαν θεώρησε ότι η συμμετοχή της πελάτισσας του σε μια ταινία  με το όνομα της κάτω από του πρωταγωνιστή και πάνω από της Τζούλια Ρόμπερτς όπου όμως μπροστά από το όνομα της τελευταίας θα έμπαινε ο σύνδεσμος «and» που διαφοροποιεί την κατάσταση υπέρ της Ρόμπερτς, θα της ενδυνάμωνε την καριέρα, μάλλον πήρε τη Νικόλ στο λαιμό του. Δεν είναι κακή στο ρόλο της αλλά ποιος ο ρόλος έτσι όπως έγινε με την "αμερικάνικη" διασκευή, οπότε και ποιος ο λόγος αφού η κεντρικ'ή ηρωίδα έχει μετατοπιστεί προς κατεύθυνση που δεν υπήρχε στο πρωτότυπο, κι έτσι  «καίγεται» το όλο χαρτί με αυτές τις δύο να συνυπάρξουν.

Το δεύτερο στοιχείο που βρήκα επιεικώς απαράδεκτο για τέτοια παραγωγή και για τα αμερικάνικα δεδομένα είναι τα μπρος πίσω του χρόνου όπου του κάκου σε πολλές σκηνές προσπαθούμε να καταλάβουμε αν βρισκόμαστε στο 2002 ή στο 2015 και κοιτάμε τους κροτάφους του Τσίβοτελ Ειτζοφορ για να πάρουμε από εκεί σήμα. Αν είναι ασπρισμένοι σημαίνει πως είμαστε στο ’15. Μόνο που κι εδώ κάποια απροσεξία υπάρχει από μεριάς συντελεστών  και δεν φωτίζει ο προβολέας επαρκώς τους κροτάφους, αν υποθέσουμε ότι δι αυτού του τρόπου θα καταλαβαίναμε τα πηδήματα του χρόνου.

 

Αυτά, λίγο εως πολύ, έχουν ως αποτέλεσμα να μη συναρπάζει η ταινία ούτε τους νεαρής ηλικίας θεατές, που δεν έχουν δει ή δεν έχουν υπόψη τους καν το πρωτότυπο και πήγαν να δουν μια ταινία με την Τζούλια Ρόμπερτς και τη Νικόλ Κίντμαν. Δεν βγαίνουν καθόλου ικανοποιημένοι. Τα δε φινάλε με την αποκάλυψη του μυστικού ο σκηνοθέτης το έχει κάψει εντελώς και δεν δίνει στην Τζούλια την ευκαιρία για μια σκηνή δυνατή ώστε να πάρει το φινάλε και να πάρει και την ταινία. 

Τροποποιήθηκε Πέμπτη, 28 Απριλίου 2016 20:44
Pantimo

Τελευταία άρθρα από τον/την Pantimo

4 σχόλια