Και την είδα δυο φορές. Κι ο λόγος που την αγάπησα ήταν ότι είδα ΣΕΝΑΡΙΟ, κάτι που δεν συμβαίνει συχνά, ειδικά σε αυτές τις μικρές ανεξάρτητες ταινίες της εγχώριας παραγωγής που στο συγκεκριμένο και κεφαλαιώδες θέμα , παρουσιάζουν έλλειμμα. Εδώ έβλεπα τη γνώση και την κατάρτιση του ΓΙΩΡΓΟΥ ΖΩΗ (το σενάριο συνυπογράφει η ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΚΟΤΖΑΜΑΝΗ) και την εξ αυτού εκπορευόμενη σκηνοθεσία κι ένιωθα πληρότητα.
Η ταινία αυτή που την υπογράφει σε σενάριο και σκηνοθεσία ο ηθοποιός ΤΖΕΣΕ ΑΪΖΕΝΜΠΕΡΓΚ, που παίζει και τον ένα εκ τω δύο κύριων ρόλων, ξεκινά με ένα ατού. Και το πρώτο ατού είναι το σενάριο. Ασχέτως αν ατου της ταινίας καταλήγει ο συνερμηνευτής ΚΙΕΡΑΝ ΚΑΛΚΙΝ
Απλά, αλλάζει η προσέγγιση του είδους που λέγεται «τρόμος», από την άλλη κρατεί πάντα τα ίσα ο μόνιμος, κοινός παρονομαστής που είναι ο ρομαντισμός. Απλά κι εδώ, όπως ο τρόμος έτσι κι ο ρομαντισμός διαφέρει από εποχή σε εποχή και προσεγγίζεται διαφορετικά
Εξαιρετική ταινία «κατασταλάγματος» είναι το «Queer» για τον σκηνοθέτη ΛΟΥΚΑ ΓΚΟΥΑΝΤΑΝΙΙΝΟ.
Περισσότερο προσδιοριστικός είναι ο τίτλος της κριτικής παρα υπαινικτικός . Είναι από τα έργα που αγαπούν τα Φεστιβάλ κι οι κριτικοί, κυρίως επειδή τα θεωρούν «μίνιμαλ» και το «μινιμαλ» για κάποιο καλλιτεχνικώς απροσδιόριστο λόγο, έχει περάσει στα «υπέρ». Από μεριάς κριτικής. Κάτι τέτοιο συμβαίνει εδώ.
Καταρχάς να πω ότι το «ταινία αλλιώτικη» ούτε μου αρέσει ούτε λέει τίποτε επί της ουσίας, απλά παιδεύτηκα πολύ για να την προσδιορίσω και κατέληξα σε αυτή την ευκολία.
Ναι, επειδή είναι «αλλιώτικη» σε σχέση με αυτά που μας παρουσιάζει ή κι ενίοτε, και συχνά -πυκνά, μας παιδεύει, το σύγχρονο ελληνικό σινεμά, αλλιώτικη όμως και για τον σκηνοθέτη ΑΓΓΕΛΟ ΦΡΑΝΤΖΗ, ειδικά όταν η τελευταία εντύπωση ήταν η «ΕΥΤΥΧΙΑ» του. Και δεν έχει καμία σχέση με τούτο. Ούτε ως είδος, ούτε ως ύφος ούτε κι ως αποτέλεσμα.
Αφησα να περάσει μεγάλο διάστημα, μια κι είχα την πολυτέλεια του Χρόνου, για να γράψω για αυτό το φιλμ. Διότι είμαι ταγμένος ΕΡΓΟΚΕΝΤΡΙΚΟΣ, από την άλλη μπορώ και διακρίνω την έννοια «μεγαλος σκηνοθέτης», χωρίς να την μπερδεύω υποχρεωτικώς με το «μεγάλος auteur» ενώ στην ουσία για τέτοιο πρόκειται, τους μεγαλους σκηνοθετες τους λένε και μεγάλους auteur. Αφήνοντας απέξω συχνά και πραγματιικά καλούς σκηνοθετες που η σκηνοθεσία τους υπηρετεί τν Εργοκεντρισμό κι όχι σκ΄τη την υπογραφή. Ο υποφαινόμενος διαχωρίζει πάντα το έργο από το δημιουργό ΄του, χωρίς να μην τον λαμβάνει υπόψη αλλά κρίνει το έργο ΩΣ ΕΡΓΟ
Προτάσσω το επίθετο «ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΟΣ» επειδή εδώ ως ταινία και μάλιστα ΜΥΘΟΠΛΑΣΙΑΣ θα δούμε τον θρυλικό λαϊκό τραγουδιστή ΣΤΕΛΊΟ ΚΑΖΑΝΤΖΙΔΗ, θα τον δούμε ως κινηματογραφικό ήρωα. Όπως αποφάσισε να τον δει ο ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ και συγκεκριμένα οι δημιουργοί της συγκεκριμένης ταινίας. Διότι παρακάτω μπορεί να θελήσουν να ασχοληθούν κι άλλοι κινηματογραφιστές μαζί του και να δούμε διαφορετικές εκδοχές. Οποιες κι αν είναι οι εκδοχές, από τη στιγμή που τον αναλαμβάνει ο κινηματογράφος ο Καζαντζίδης γίνεται ήρωας κινηματογραφικός, κι αυτή είναι η προϋπόθεση να δει κανείς την ταινία, να την κρίνει και να την απολαύσει.
Ξεκινω από αυτή την ιδιαιτερότητα η οποία, στα σημερινά δεδομενα, εξελίσσεται σε κοινό τόπο. Ευρωπϊκες χωρες να χρηματοδοτούν ταινίες σκηνοθετών από άλλες Ηπείρους, με θέματα δικά τους, επειδή οι καλλιτεχνες αυτοί αντιμετωπίζουν προβλήματα με τις Αρχές των χωρών τους.. Και τότε οι χώρες οι ευρωπαϊκες, ένεκα χρηματοδοτησης να τις υιοθετούν για δικές τους και να τις στέλνουν ως εκπροσώπους στα διεθνή fora.
Αυτό συνέβη και με την ταινία του Ιρανού ΜΩΧΑΜΕΤ ΡΑΣΟΥΛΟΦ, η περιπέτεια του οποίου και της ταινίας του και της διαφυγής από τη χωρα του και του τρόπου διαφυγής του κι η κατάληξη στη Γερμανία, όπου βρήκε άσυλο, βρήκε και την καλυψη κι η Γερμανία την υιοθέτησε ως δική της (προφανώς του παρείχε και γερμανική υπηκοότητα διότι είχε προσωπικές υποψηφιότητες, για σκηνοθεσία και σεναριο, στην Ευρωπαϊκή Ακαδημία η οποία έχει ανοιχτές πόρτες, βασει καταστατικού, μόνο σε Ευρωπαίους πολίτες- σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται το Ισραηλ κι η Παλαιστίνη κι η Τουρκία, κατοπιν ειδικών συμφωνιών) κι όλο αυτό το παρασκηνιο θα μπορούσε να είναι μια ολόκληρη ταινία.
Βέβαια, μια δυσαρέσκεια υπήρξε στη Γερμανία για όλο αυτό, από πλευρας σκηνοθετών, που προσπεράστηκαν δικά τους εργα κι ότι αυτό το φιλμ δεν εκπροσωπεί, δεν αντιπροσωπεύει τον γερμανικό κινηματογράφο και θεωρώ ότι έχει να κάνει με το ότι το πρόβλημα δεν είναι ο Ιρανός ο σκηνοθέτης. Οσο το σύνολο. Δεν είναι μια ιστορία με Ιρανούς στη Γερμανία, δεν είναι κάτι που τρέχει στην ίδια τη χώρα, είναι μια ταινία καθαρά ιρανική, με Ιρανούς ηθοποιούς, που διαδραματίζεται στο Ιράν, με γυρίσματα εκεί και με ταλαιπωρίες εκεί. Ότι δηλαδή είναι μια καθαρώς ιρανική υπόθεση.
Από κει και πέρα…Κι εδώ τελειωνουν οι σχετικές αναφορές.. Διότι έρχεται ο αριστοτελικός ΕΡΓΟΚΕΝΤΡΙΣΜΟΣ. Κι Εργοκεντρικά η ταινία είναι ένα ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑ, ανεξαρτήτως πολιτικού παρασκηνίου, οικονομικών συμφερόντων και δημοσιοτητας.
Είναι ένα τρίωρο επικο δράμα από το σύγχρονο Ιράν, που μέσα από μια οικογένεια φτιάχνει μια πλήρη τιχογραφία της σημερινής κατάστασης, με τα όσα συμβαίνουν, όμως το κάνει με ήρωες ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ. Ανθρώπινους ΧΑΡΑΚΤΗΡΕΣ. Κι αυτοί είναι που δίνουν το στίγμα της Τέχνης, ότι το δράμα γίνεται με του όρους της Τέχνης κι όχι της μπροσούρας
Ο πατέρας ο Ιμάν είναι δικηγόρος. Παίρνει μια προαγωγή, σύμφωνα με το νομικό σύστημα της χώρας του, με την οποία προβιβάζεται σε ερευνητή δικαστή. Προφανώς κι είναι προαγωγή τιμής, προφανώς κι έχει και πιο ενδιαφερουσες οικονομικές απολαβές. Όμως, η θεση αυτή κρύβει και μια παγίδα: Σε μεταβάλει σε απόλυτο όργανο του καθεστώτος. Διότι καλείσαι να είσαι εσύ αυτος που υπογράφει όλες τις καταδικαστικές αποφάσεις ακόμα κι εκείνες που προβλέπουν θανατική ποινή.
Ο άνθρωπος ο συγκεκριμένος δεν είναι του καθεστωτος είναι όμως ταγμένος σε όσα προβλέπει η Νομική Επιστήμη.
Η προαγωγή έρχεται στην καρδιά του ξεσπάσματος εσωτερικών, πολιτικών ταραχων. Ο ανθρωπος αυτος έχει και κορίτσια. Κόρες. Δύσκολο στο Ιράν. Ακόμα πιο δύσκολο να έχουν οι κόρες και ακτιβιστικές τάσεις. Ακόμα πιο δύσκολο όταν η κολλητή φίλη των κοριτσιών που την ξέρει κι ο ερευνητής εισαγγελέας κι η συζυγος του από παιδί, μπλέκει σε αντικαθεστωτικη ιστορία. Και τα πράγματα γνίονται δυσκολότερα όταν μέσα από το σπίτι θα χαθεί το υπηρεσιακό όπλο του πατέρα κι αυτό θα τον μεταβάλει όχι μόνο σε καχύποπτο για την ίδια του την οικογένεια αλλά και σε υπόλογο στην υπηρεσία και στο καθεστώς. Κι όταν λέμε υπόλογο εννοούμε πολύ απλά, Υποπτο.
Από το σημείο αυτό ξεκινά κι η κλιμάκωση της περιπέτειας, όπου με πραγματική μαεστρία, εντυπωσιακή μαεστρία θα έλεγα, ο Ρασούλωφ, σκηνοθέτης και σεναριογράφος της ταινίας, όπου και τα δυο λειτουργούν και συνυπάρχουν σε ένα, μας βάζει στην αγωνία για την εξέλιξη των χαρακτήρων και συγχρόνως στήνει μια περιπετεια αγωνίας όπου παντρεύει με τον πιο αρμονικό τρόπο τους κανονες της περιπέτειας με τους κανόνες του δράματος, τόσο ως προς τους χαρακτήρες όσο κι ως προς τη σχεση τους με την κοινωνία. Και σε αυτή την κοινωνία συνυπαρχουν το θεοκρατικό καθεστώς με τη θέση απέναντι στις γυναίκες αλλά και στον ακτιβισμό και στην πολιτκιη διαμαρτυρία.
Στο φινάλε γίνεται μια κλιμακωση που μόνο σε γουέστερν έχουμε δει. Κι ο Ρασούλωφ μπορεί και το κάνει με τους όρους των δραμάτων που ανεφερα παραπάνω και της περιπέτειας. Κι είναι εξαιρετικό και το μοντάζ τόσο στο σύνολο, για το ρυθμό που δίνει στην αφήγηση όσο και στη μεγαλη σεκάνς του φινάλε η οποία είναι σκέτος ξεσηκωμός. Σε συγκεκριμμένο χώρο να τοποθετησεις ,να αφηγηθείς, να κόψεις και να ράψεις ,μία αγωνία πολλαπλών δεκτών και πολλαπλών αναγνώσεων.
Εννοείται πως έχει υποβληθεί για το Διεθνές Oscar από τη Γερμανία, εξού και τα εντός τής χώρας παραπονα που εκφράστηκαν κι είναι η βασική αντίπαλος της «Εμίλια Πέρεζ» αν δεν την πάθουν αμφότερες από κάποιον κρυμμένο , μέχρι στιγμής, άσσο μανικιού
Οι ηθοποιοί άγνωστοι σε μας και συγκλονιστικοί.
Μια μαγεία, μια πανδαισία, είναι το μιούζικαλ «WICKED» που αναφέρεται στον «Μάγο του Οζ» αλλά που δεν είναι remake και καταφέρνει να μην είναι ούτε και sequel- τουλάχιστον όπως έχουν μάθει να μας τα σερβίρουν κι όπως έχουμε μάθει κι εμείς να τα εννοούμε.