Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Pantimo

«ΜΕΤΑ ΤΟ ΚΥΝΗΓΙ» (After the hunt): Η ΘΟΛΟΥΡΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΚΙ Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΩΡΙΜΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΤΖΟΥΛΙΑ

23 Οκτωβρίου 2025
Κατηγορία Κριτικές
Διαβάστηκε 508 φορές

Ψάχνεται ακόμα ο ΛΟΥΚΑ ΓΚΟΥΑΝΤΑΝΙΝΙΟ, δεν το έχει βρει ακόμα αυτό που αναζητεί, ας τον παρακολουθήσουμε λοιπόν στο ταξίδι. Βεβαια οι Εργοκεντρικοί κρίνουμε από τα έργα την κάθε διαδρομή.

Η τωρινή σταση του ταξιδιού που λέγεται «ΜΕΤΑ ΤΟ ΚΥΝΗΓΙ» δείχνει ακριβως τη θολούρα της αναζήτησης, το τι είδους ψάξιμο και προς ποια κατεύθυνση.

Η ηρωίδα είναι καθηγήτρια στο Γέηλ, μια φοιτήτρια της, μαύρου δέρματος, η οποία σχετίζετα ιμε άτομο που ορίζεται ως ουδετέρου γενους από τα μεταξύ τους κι από το διάλογο (τα λεω αυτά επειδή όπως θα δείτε παρακάτω το έργο θελει πολύ να είναι μεσα στη συμπερίληψη κι οι χαρακτηρες κρατουν από εκεί..), έρχεται να της κάνει μια καταγγελία. Για κάποιον δικό της συνάδελφο..Η ηρωίδα μας η καθηγήτρια, είναι παντρεμένη με ψυχίατρο, από αυτά τα προχωρημένου τυπου ζευγάρια που επικοινωνούν πνευματικα αλλά και βαριούνται, πάντως δεν τους διακρίνει το πάθος της συνευρεσης αλλα μία χαλαρη πνευματικότητα της επαφής. Κι ο συνάδλεφος με τον οποίο ορέγεται, είναι ένας ανοιχτός λογαριασμός. Τα δελτία τυπου μας πληροφρούν ότι η ηρωίδα κρύβει κατι από το παρελθόν της, προσωπικά δεν το είδα ωςκάτι με πολύ σασπενς  παρα όταν ήρθε η ωρα του στα μισά του δευτερου μέρους, λίγο πριν το φινάλε, σε ένα αποκαλυπτικό διαλογο με το σύζυγο.

Τα λέω όλα αυτά διότι στο πρωτο μέρος δεν το κρύβω ότι υπήρξαν στιγμές που νύσταξα, μεταφορικά αλλα και κυριολεκτικά διτι από τα παραπάνω έβλεπα μόνο κάτι αφορμές κι όλο το πρώτο μερος εξαντλείτο σε κουβεντες, πολλές κουβέντες όμως, φιλοσοφικού ως επι το πλείστον περιεχομένου, χωρίς να λείπουν και τα κοινωνιολογικά και τα μοδατα και το metoo κι η συμπερίληψη- που είπαμε.

Καθως προχώραγε το έργο και μέχρι να φτάσουμε σε ένα σημείο που έγινε κανονικό έργο κι αρχισε να δικαιολογεί τα βασανιστικά προηγούμενα χωρις να εξασφαλίσει όμως το συγχωροχάρτι για την πλήξη που είχε προκαλέσει, είχα κάνει κάποιες διαπιστωσεις, που αρχισαν απλώς να επιβεβαιώνονται.

Την ευθύνη φερει ο ΛΟΥΚΑ ΓΚΟΥΑΝΤΑΝΙΝΟ ως σκηνοθέτης. Διότι έχει στα χέρια του ένα ισχνό από πλευρας γραφής σενάριο, το οποίο δεν επικεντρώνει σε ένα θέμα και δεν το σπρώχνει ούτε ο σκηνοθετης προς αυτή την κατευθυνση. Το να επικεντρωσει σε ένα από τα θέματα που ανοίγει και μέσα εκεί να αρχισει να χωρα ό,τι θα ωφελήσει τη δραματουργία. Αντί για Αφαίρεση, έχουμε Υπερφόρτωση. Λόγου και Πληροφοριών. Οι οποίες απλώς κουράζουν διοτι διαρκως το πάνε προς τη φιλοσοφία κι αντι να ζητήσει από την άπειρη ως φαίνεται σεναριογραφο τα συγκεκριμένα πραγματα ώστε να λειτουργήσει η ιστορια, επωφελείται από τα κενά της για να προβάλει φιλοσοφίες και να το κανει πιο σοφιστικέ, με αποτέλεσμα να μη λειτουργεί. ΟΣΟ συμβαίνουν αυτά. Τονίζω το ΟΣΟ .

Διότι υιοθετεί και μια σκηνοθεσία η οποία ζητά από τον διευθυντή φωτογραφίας και κάτι πλάνα εντελώς σκοτεινού τύπου, υπάρχουν στιγμές που ο θαυμασιος ΜΑΙΚΛ ΣΤΟΥΛΜΠΑΡΓΚ έχει ολόκληρο μονόλογο και ουσιαστικό κι η φωτογραφία του έχει επιλέξει ένα σκοτάδι κι από τα πιο θολα όπου ο ηθοποιός δεν φαίνεται ενώ η σκηνή παίζεται σε «γκρο πλαν», το ίδιο ισχύει και σε αλλα σημεία,  κι εδώ αναρωτιέσαι, τι ακριβως ηθελε ο σκηνοθέτης; Να του δώσει ρεαλιστικό τόνο; Να το κάνει να φαίνεται ως ένα κομμάτι ζωής;Αλλα με τι; Με μια σκοτεινή εως κι απωθητική φωτογραφία;  Δεν ξερω τι ηθελε, δεν είμαι άλλωστε οπαδός των αναλυσεων των προθεσεων του δημιουργού, απλά βλέπω ότι η φωτογραφία δεν λειτουργησε, είναι σαφές ότι προκειται για σκηνοθετική επιλογή μια κι έρχεται και κουμπώνει με τα άλλα, και δυστυχώς αυτό έγινε όχι μόνο στις σκηνές με τις φιλοσοφικές παρόλες αλλά εκεί που το έργο παίρνει φωτια, έστω και καθυστερημένα κι η ηρωίδα, η Τζουλια Ρομπερτς δίνει στον Στούλμπαργκ την πληροφορία-κλειδί. Μαλλον ο Γκουαντανίνιο ήθελε να προβαλει το φιλοσοφικό κομμάτι γενικώς, εξού και τα κενα του σεναρίου δεν τα καλυψε με πλοκή αλλά θιγοντας μια σειρα από κοινωνικά θεματα πανεπιστημιακού διαλόγου, κι επελεξε και στο στησιμο κάτι αναλογο.

Βεβαια, στο τελευταιο κομματι που το εργο παίρνει φωτιά (όχι καμμιά πυρκαγια συγκλονισμού αλλά ενπαση περιπτώσει, αποκαλύπτει κι εξηγεί καποια ουσιαστικά που δικαιολογουν όσα φλυαρα παρακολουθούσαμε) και  παρασυρόμαστε κι εμεις. Κι υπάρχει μια πιθανότητα, χαρη σε αυτό το τελευταιο κομμάτι όχι μόνο να γλυτωσει την εσχάτη των ποινων αλλά σε κάποιους θεατές να βρει κι υποστήριξη. Δεν θα είναι παντελώς  αδικαιολογητη.

Ωστόσο, το ένα και μεγαλο ατου της ταινίας λέγεται ΤΖΟΥΛΙΑ ΡΟΜΠΕΡΤΣ. Αυτό το κορίτσι το λάτρεψα από το ξεκίνημα του. Διείδα ότι πρόκειται για πολύ χαρισματικό και ταλαντούχο πλάσμα. Φανηκε αμέσως πως αστραψε ως χαριστωμενη κομεντιεν με το «pretty woman», που εξακολουθεί να  παίζεται  επι 35 χρόνια για την ωρα , στο prime time. Κι αυτό είναι δικό της. Κι εκείνο που είδα και την εκτίμησα απεριοριστα ήταν η συνεχεια αυτού του πραγματος. Ηταν παιδί 23 χρονών ‘όταν εκανε αυτήν την επιτυχιάρα κι όχι δεν πήραν τα μυαλα της αέρα αλλά δεν έπεσε ούτε στην παγίδα της Αλίκης να επαναλαμβανει το πετυχημένο προτυπο που η ίδια δημιουργησε και την οδηγησε σε θρίαμβο-παγίδα. Αντ’αυτού καθισε, μελετησε, συνέχισε, έμαθε τα είδη, κατεκτησε τη σχολή της κομεντιέν, πέρασε στο δραμα, εξασφαλισε το Οσκαρ που ηθελε κι είναι ζητούμενο για τις καριρες και σε ρόλο δραματικό και με καλό σκηνοθέτη, τον Στήβεν Σοντενμπεργκ ο οποίος την πέρασε στα άλλα σαλόνια, και μετα λευτερώθηκε, βγήκε κι από τον εφιάλτη του box office,  έκανε οικογένεια, ωρίμασε κι ωριμαζει, συνεχίζει να ψάχνεται , χωρις να κυνηγα την πρωτια των εισιτηρίων, κι εδώ, σε αυτην την ταινία, στα 58 της χρόνια, διατηρημένη μια χαρα χωρίς παραμορφώσεις που συναντάμε σε άλλες, αναλαμβάνει ένα εντελως πνευματικό ρόλο κι εναρμονίζεται πλήρως μαζί του, Παίζει ως δεδομένη σοφιστικέ ερμηνευτρια, χωρις επιτηδεύσεις, χωρις να επιδεικνύει, αλλά  με τετοιο συντονισμό ώστε ναι, είναι μια καθηγητρια του Γεηλ κι αυτή είναι η Τζούλια Ρόμπερτς. Όταν το star performance ξεφευγει από τα περιοριστικά πλαίσια κι από τα στεγανά του κι υπογραμμίζεται ως προσωπικότητα του ηθοποιού. Πραγματικά, για την Τζούλια και για όλη της την πορεία, αξίζει να δει κανείς αυτη την ταινία. Κι αν δεν είναι φειδωλός στα αισθήματα, να την καμαρωσει κιολας.

Τροποποιήθηκε Πέμπτη, 23 Οκτωβρίου 2025 20:26
Pantimo

Τελευταία άρθρα από τον/την Pantimo