Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Pantimo

Β’ ΠΡΟΒΟΛΗ- «Ο ΕΠΙΒΑΤΗΣ» (The commuter): ME ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΨΥΧΑΓΩΓΙΑΣ

18 Απριλίου 2018
Κατηγορία Κριτικές
Διαβάστηκε 3424 φορές

Ας πούμε και για αυτές τις ταινίες που η πληθώρα της κάθε εβδομάδας μας κάνει και τις προσπερνάμε λες και το σινεμά έγινε για να πηγαίνει μόνο προς μία κατεύθυνση, εκείνη που ορίζουν κριτικοί και δημοσιεύματα. Ας το δούμε κι ως μία «συγγνώμη» προς αυτές τις ταινίες που γίνονται για να μας ψυχαγωγήσουν αλλά η σοβαροφάνεια κι η υποκρισία που τη συνοδεύει είναι σαν να λένε «μην..»

 

«Ο ΕΠΙΒΑΤΗΣ» είναι μια τέτοια ταινία, είναι το είδος της συναρπαστικής περιπέτειας που δεν απευθύνεται στη σκέψη, στη λογική, στο μυαλό αλλά στη συναρπαστικότητα που εκπορεύεται από εικόνα και μεγάφωνα και μας στέλνει στον κινηματογράφο. Είναι ένα  εξαιρετικά φτιαγμένο, ιλιγγιώδες, περιπετειώδες σινεμά, που ξεκινά με μιά ίντριγκα, ένα πρώτο ερεθισμό αγωνίας για τον θεατή δηλαδή και μετά αυτό όλο μετατρέπεται σε δράση και ίλιγγο ενώ η ίντριγκα είναι εκεί μόνο για να υπενθυμίζει ότι έχουμε κι ένα αίνιγμα να λύσουμε. Το αίνιγμα , όμως, είναι μόνο η αφορμή κι αυτό φαίνεται στο τέλος, με τη λύση.

Μέρι να φτάσουμε, όμως, στη λύση, έχουμε ζήσει μιάμιση ώρα δόνησης μέσα σε ένα τραίνο, εξαιρετικά φωτισμένο, μονταρισμένο και ηχητικά επενδυμένο, με επικεφαλής μια «μούρη», μια προσωπικότητα, ένα πρωταγωνισταρά, τον ΛΙΑΜ ΝΙΣΟΝ εννοώ, κι όσοι αγαπάμε το σινεμά δεν μπορεί να μην έχουμε περάσει καλά. Τουλάχιστον όσοι, (και λογικά πρέπει να είμαστε πολλοί) (άσχετο αν ελάχιστοι θα το δηλώσουν δημοσίως) αγαπούμε το σινεμά της περιπέτειας.

Οπου σε ένα τραίνο ένας πρώην αστυνομικός και νυν ασφαλιστής που αντιμετωπίζει προβλήματα στη δουλειά του και τα οικονομικά πάνε κατά διαόλου μεσούσης της οικονομικής κρίσης, στην οποία το σενάριο προλαβαίνει και κάνει αναφορά ώστε να καταστήσει γνώριμο τον ήρωα αλλά και τη φάση στην οποία βρίσκεται, παθαίνει το σοκ του: Η ρουτινιέρικη διαδρομή που την έκανε δέκα χρόνια καθημερινώς και σχεδόν γνωρίζεται προσωπικά με τους επιβαίνοντες με τις συνήθειες τους και με τις στάσεις στις οποίες κατεβαίνουν, σήμερα παίρνει άλλη τροπή. Μια αινιγματική επιβάτης του ζητά κάτι παράταιρο έναντι αδρότατου ποσού. Να βρεί «ύποπτο» επιβάτη μέσα στο συρμό  ειδάλλως θα πειραχτούν τα μέλη της οικογένειας του. Όλα αυτά μέσα σε ένα τραίνο που τρέχει και που σταματημό δεν έχει.

Σε αυτά τα έργα δεν ζητάμε αληθοφάνεια παρά μόνο τη στοιχειώδη. Ούτε γίνονται τόσο τυχαία με αυτό που επαναλαμβάνεται ως «μότο» ότι δεν έχουν σενάριο διότι δεν ισχύει με τον τρόπο που το νομίζουμε. Το σενάριο το θέλουν τόσο όσο κι ο σεναριογράφος γράφει σκηνές που απεικονίζουν και περιγράφουν δράση. Η πλοκή υπενθυμίζεται αλλά όχι με τον τρόπο που το ξέραμε από παλιές ταινίες αγωνίας μέσα σε τραίνα και μην κάνει κανείς αναφορά στον «Αγνωστο του εξπρές» του Χίτσκοκ διότι ξεχνά πως εκεί είχαμε μυθιστόρημα της Πατρίτσια Χάισμιθ.

Συνεπώς: Δεν πάω να βγάλω λάδι το σενάριο του «Επιβάτη», απλώς επισημαίνω ότι είναι σενάριο αυτής της ανάγκης όπως αντιμετωπίζει το είδος η εποχή.

Κι επίσης διάφορες ευκολίες που λέγονται για αυτά τα φιλμ περί «Χόλυγουντ», ενημερώνω ή υπενθυμίζω ότι τα πιο πολλά από αυτά, ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ σκηνοθέτες πάνε και τα κάνουν στην Αμερική, οι οποίοι προηγουμένως τα έχουν σπουδάσει και διδαχτεί στις ΑΝΩΤΑΤΕΣ κινηματογραφικές σχολές των χωρών τους, στις οποίες διδάσκονται τα ΕΙΔΗ.  Το συγκεκριμένο φιλμ το έχει κάνει Καταλανός από τη Βαρκελώνη, ο ΧΑΟΥΜΕ ΚΟΛΕΤ-ΣΕΡΑ, ο οποίος δείχνει να το έχει σπουδάσει πολύ καλά το είδος και το είχε δείξει και σε μια άλλη του ταινία, το «ΣΕ ΡΗΧΑ ΝΕΡΑ» όπου συνυπήρχαν «Τα σαγόνια του καρχαρία» αλλά κι ένα υπόστρωμα από …Χεμινγουέι (ναι…!!!!) και με λίγο «Ναυαγό». Όπως άλλωστε και τα «TAKEN» του Λίαμ Νήσον , Γάλλοι τα έκαναν , ο Πιέρ Μορέλ το πρώτο, ο Ολιβιέ Μεγκατόν το 2 και το 3. Χώρια εκείνα που έχουν κάνει Σουηδοί, Νορβηγοί, Δανοί και λοιποί πολλοί..

Συνεπώς έχουμε τη συναρπαστική περιπέτεια με τους δικούς της νόμους και κανόνες που αποσκοπεί στο καθάρισμα του μυαλού κι όχι στο γέμισμα του. Κι όσο διαρκεί η ταινία νιώθεις να σε συνεπαίρνει και να μη σκέφτεσαι τίποτα. Όταν τελειώσει, συνειδητοποιείς τι είδες. Η κάτι που σε ξεκούρασε ή κάτι που δεν σου άφησε τίποτα. Κι αυτό, όμως, είναι επίσης μέρος της ξεκούρασης….

Κινηματογραφικά υπηρετείται από τους μοντέρ και τους ηχολήπτες μα και τον διευθυντή φωτογραφίας με το γενικό επιτελείο στρατού από καμεραμεν και λοιπούς, στην πρώτη γραμμή της μάχης. Κι από το σενάριο να φροντίζει να έχει επεισόδια δράσης όσο δυνατόν με κάποιο εύρημα.

Για τον ΛΙΑΜ ΝΙΣΟΝ, που τον ανέφερα πιο πάνω, έχω να πω ότι η παρουσία του είναι καταλυτική. Κι ότι πριν από δέκα χρόνια, τη στιγμή που ζούσε μια οικογενειακή τραγωδία κι έχανε τη γυναίκα του Νατάσα Ρίτσαρντσον σε ατύχημα στο σκι, η μοίρα του έφερνε ένα δώρο: Να γίνει action hero στα γεράματα. Το «ΤΑΚΕΝ» έκανε επιτυχία τρομακτική, ακολούθησαν «συνέχειες» του, και μετά ο Νίσον κατέληξε ΕΓΓΥΗΤΗΣ ΕΙΔΟΥΣ. Βέβαια, «κόλλησε». Δεν μιλάμε για ανανέωση, μιλάμε όμως για μια παρουσία που επιβάλλει κι επιβάλλεται. Μέχρι να κουράσει από την επαναληπτικότητα, ή να κουραστεί κι ο ίδιος- εκτός αν ανανεωθεί.

 

Pantimo

Τελευταία άρθρα από τον/την Pantimo