Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Pantimo

ΞΕΧΑΣΜΕΝΑ: «ΤΑ ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΤΟΥ ΡΟΣΦΟΡ» (Les demoiselles de Rochefort) (1967)

21 Απριλίου 2018
Κατηγορία ΞΕΧΑΣΜΕΝΑ
Διαβάστηκε 3182 φορές

«ΤΑ ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΤΟΥ ΡΟΣΦΟΡ» κατέληξε ημι-ξεχασμένο επειδή επισκιάστηκε στον καιρό του από τις «ΟΜΠΡΕΛΕΣ ΤΟΥ ΧΕΡΒΟΥΡΓΟΥ» που είχαν εμφανιστεί τρία χρόνια πριν. Κι επειδή και στη συνέχεια, όταν αναφέρονταν, κατά τη θεωρία του auteur στον ΖΑΚ ΝΤΕΜΥ κι όχι και στα ίδια τα έργα, οι «Ομπρέλες…» δεν άφηναν περιθώρια. Το ότι «ΤΑ ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΤΟΥ ΡΟΣΦΟΡ» ήταν ένα χάρμα ιδέσθαι , ότι εκπροσωπούσε την απόλυτη κινηματογραφική ΕΥΦΟΡΙΑ , ότι ήταν ένα έργο χρωμάτων και προπάντων ΜΕΛΩΔΙΩΝ αλλά κι ωραίων προσώπων και ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΩΝ, προφανώς δεν έφτανε. Κι έτσι, ενώ είχε επιτυχία όταν βγήκε στους κινηματογράφους , όχι μόνο στο εξωτερικό αλλά και στην ΕΛΛΑΔΑ, με τον καιρό το άφησαν στο περιθώριο.

Κι αυτό επειδή ο ΖΑΚ ΝΤΕΜΥ, ο πρέσβης του είδους ΜΙΟΥΖΙΚΑΛ στη Γαλλία που έφερε ένα άλλο τρόπο κι έκανε μια διαφορετική εισήγηση στο είδος, αποφάσιζε τώρα να κάνει και κάτι παραδοσιακό ή μάλλον να δείξει την μοντέρνα δική του εκδοχή πάνω σε κάτι παραδοσιακό. Κι αυτό ήταν το αμερικάνικο μιούζικαλ, το χολυγουντιανό μιούζικαλ στο οποίο ο Ντεμύ είναι ολοφάνερο πως ήθελε να κάνει ένα homage, με συνεργάτη του σταθερό τον ΜΙΣΕΛ ΛΕΓΚΡΑΝ στη μουσική και τα τραγούδια όπου οι συνεργασίες τους γίνονταν ένα πράγμα κι αδιαίρετο.

Στις «Ομπρέλες του Χερβούργου», το 1964, ο Ντεμύ επιχείρησε να πει ένα δικό του λόγο στο μουσικό είδος κι έφτιαξε μια ερωτική ιστορία στην οποία ο διάλογος θα ήταν τραγουδιστικός στο ακέραιο κι έβαλε τους ηθοποιούς να παίξουν σαν να έπαιζαν δράμα ενώ το δράμα το τραγουδούσαν μέσα από τις ουράνιες μελωδίες του Λεγκράν. Ηταν ένα πρωτότυπος έως κι επαναστατικός τρόπος γραφής, μια καινοτομία στην έννοια σενάριο όχι μόνο για μιούζικαλ αλλά κι εν γένει. Οι «Ομπρέλες…» είχαν μόνο τραγούδι, δεν είχαν καθόλου χορογραφία. Είχαν , όμως χρώματα, είχαν και την αλαβάστρινη παρουσία της ΚΑΤΡΙΝ ΝΤΕΝΕΒ στα πολύ νεανικά της, όπου μέσα από εκείνο το φιλμ επιβλήθηκε οριστικά ως πρωταγωνίστρια κι ύστερα ακολούθησαν πλέον τα επόμενα έργα, που περιλάμβαναν και μεγάλους σκηνοθέτες και την κατέστησαν μύθο. Μπορεί ως ηθοποιός να μη διέθετε και την πιο πλατειά γκάμα, όμως, διέθετε προσωπικότητα, αυτό ανέδειξε στις «Ομπρέλες..» κι αυτή την προσωπικότητα στήριξαν, υποστήριξαν και δανείστηκαν οι μεγάλοι σκηνοθέτες που την παρέλαβαν κι η Ντενέβ μέσα από εκεί εμπλούτισε την προσωπικότητα της και την έκανε τεράστια.

Ο Ντεμύ την έχει και πάλι στα  «Κορίτσια του Ροσφόρ» και τη βάζει να παίξει μαζί με την αδελφή της ΦΡΑΝΣΟΥΑΖ ΝΤΟΡΛΕΑΚ που μετά την ταινία αυτή το νήμα της ζωής της κόπηκε σε τροχαίο που κανείς δεν θέλει να θυμάται, ειδικά όταν βλέπει αυτή την ταινία…

Με βάση τις δύο ανερχόμενες αδελφές του γαλλικού σινεμά, ο Ντεμύ ξεκίνησε να κάνει, μαζί με τον ΛΕΓΚΡΑΝ, το homage ποτ είπαμε στο χολυγουντιανό μιούζικαλ και κατάφερε να φέρει από τις ΗΠΑ δύο σταρ χορευτές της νεώτερης αλλά και της κλασικής γενιάς, τον ΤΖΩΡΤΖ ΤΣΑΚΙΡΗ με το ΟΣΚΑΡ από το «WEST SIDE STORY» όπου όλοι έλεγαν πως χόρευε σαν τον Φρεντ Ασταίρ κι αναδείχτηκε ως supporting στο σπάνιο είδος του χορευτικού, δραματικού ρόλου ενώ από την κλασική γενιά έφερε τον άνευ λοιπών συστάσεων ΤΖΗΝ ΚΕΛΛΥ. Ο οποίος Τζην Κέλλυ είχε πιά περιορίσει τις εμφανίσεις του σε μιούζικαλ στη δεκαετία 60 κι ήρθε στη Γαλλία για τον Ντεμύ. Μεγάλη η επιτυχία του Ντεμύ να ανταποκριθούν στο μουσικό κάλεσμα του αυτά τα χολυγουντιανά ονόματα. Ενώ από δίπλα πρόσθεσε ο Ντεμύ και τρία εξαίρετα ονόματα της Γαλλίας, που δεν είχαν σχέση με το είδος και τους ενέταξε όμως στο είδος: Τον ΖΑΚ ΠΕΡΕΝ, τον ΜΙΣΕΛ ΠΙΚΟΛΙ και την ΝΤΑΝΙΕΛ ΝΤΑΡΙΕ.

Και το παραμύθι-πανηγύρι αρχινά. Σε μια επαρχιακή, παραθαλάσσια πόλη όπου ετοιμάζεται πανηγύρι με δύο Αμερικανούς μουσικούς που έχουν έλθει για δουλειά και vacance, οι οποίοι αναζητούν και την ερωτική περιπέτεια, κι εκεί ζουν δύο αδελφές, όπου η μία είναι χορεύτρια (δασκάλα χορού) κι η άλλη σπουδάζει μουσικός κι ονειρεύονται κι οι δυό αδελφές το Παρίσι.. Κι υπάρχει κι η νέα μαμά τους που διευθύνει καφετέρια κι η μαμά έχει παρελθόν που κρύβει και στην πόλη θα ενσκήψουν το παρελθόν της μαμάς που είναι και μπαμπάς των κοριτσιών ενώ ο έρωτας που καρτερούν τα κορίτσια θα έλθει για τη μουσικό με τη μορφή μουσικού ινδάλματος εξ Αμερικής και για την άλλη με την παρουσία ενός ναύτη ρομαντικού που αντιπροσωπεύει το ιδανικό της κοπέλας και με τον οποίο η κοπέλα δεν θα συναντηθεί ποτέ, τουλάχιστον ενώπιον του κινηματογραφικού φακού, ούτε καν τη στιγμή του happy end- ακόμα κι εκεί ο Ντεμύ φρόντισε να μη μας τους δείξει μαζί…. Εύρημα

Αυτά όλα της παραμυθένιας υπόθεσης γίνονται χρώματα, πινελιές και ιδέες κι όταν δει κανείς αυτό ειδικά το φιλμ τότε ολοκληρώνει πλήρως την εικόνα του για τις καταβολές και τις ρίζες του «LA LA LAND»- πως κι εκείνο ήταν και καλά ένα tribute στο αμερικάνικο μιούζικαλ μόνο που το έκανε μέσω Γαλλίας ή μπορεί και να ήταν μια τιμητική αναφορά, ένα αφιέρωμα, στα «Κορίτσια του Ροσφόρ» και στον τρόπο που εκείνα υπηρετούσαν και θαύμαζαν το αμερικάνικο μουσικό είδος. Ειδικά τα χρώματα των κοστουμιών που λειτουργούν σε όλο το έργο σαν πινελιές χρωματικές και του δίνουν την ομορφιά, την ευφορία και το υπέρ-κοσμο ,αφήνουν την αίσθηση πως η Μαίρη Ζόφρες, η ενδυματολόγος του «La-La-Land» έκανε πάνω τους όχι μελέτη αλλά κανονική διατριβή.

Βέβαια, σταρ αυτής ταινίας αναδεικνύεται ο ΜΙΣΕΛ ΛΕΓΚΡΑΝ ο οποίος με τις μελωδίες του και με τα τραγούδια που έγραψε έστειλε εκεί ψηλά το όραμα του Ζακ Ντεμύ κι έκανε «Τα κορίτσια του Ροσφόρ» εντελώς γαλλικό μα και προσωπικό αφιέρωμα του Ντεμύ στα μιούζικαλ του Χόλυγουντ. Αλλωστε, κι η μοναδική υποψηφιότητα για Οσκαρ που απέσπασε η ταινία ήταν για τον ΜΙΣΕΛ ΛΕΓΚΡΑΝ, για το συνολικό score των τραγουδιών που ευφραίνουν τις αισθήσεις και κάνουν το μιούζικαλ να μη θέλεις να τελειωσει – το έχασε το Οσκαρ από βρετανικό σκορ του είδους, από τον «ΟΛΙΒΕΡ».

Είναι έργο που κατά τη γνώμη του γράφοντος χρειάζεται επειγόντως ένα re-release, όπως έγινε και προ 20ετίας με τις «Ομπρέλες του Χερβούργου» που κι εκείνες κινδύνευαν να ξεχαστούν και τελικά ξαναπήραν τη θέση που τους άξιζε. Τα «Κορίτσια του Ροσφόρ» επιβάλλεται να ξαναβγούν στις αίθουσες και στη μεγάλη οθόνη ώστε να κάνουν «ένωση» με το κοινό απευθείας κι όχι μέσω…. διαμεσολαβητών. Και θα καταλάβουν οι θεατές πόσο επηρέασε τους κινηματογραφιστές αν κι είχε δηλωθεί «ξεχασμένο». Το «La-La-Land» είναι μια απόδειξη

Pantimo

Τελευταία άρθρα από τον/την Pantimo