Τη μύηση μου στα ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ, ως Τέχνη του Κινηματογράφου, την οφείλω ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΩΣ στην ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΒΑΧΛΙΩΤΗ. Στην Ελλάδα, αυτή που μου δίδαξε τα πρώτα και με έβαλε στον κόσμο αυτόν, ήταν η ΝΤΕΝΗ ΒΑΧΛΙΩΤΗ, υποψήφια δύο φορές για Οσκαρ Κοστουμιών (για το «Ποτέ την Κυριακή» το 1961 και για τη «Φαίδρα» το 1963) η οποία με «άρπαξε» με την καθοριστική για μένα φράση «Το ρούχο είναι η κοινωνική μας φόρμα». Ηταν κάτι σαν «γεννηθήτω φως» κι από εκεί άρχισα. Νόμοι, κανόνες, νόρμες, αισθητική, χαρακτήρες, σενάριο άρχισαν να ξεπηδάνε . Και λάτρεψα τα ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ ως Νο 3 αγαπημένη κινηματογραφική κατηγορία, μετά το ΣΕΝΑΡΙΟ και το ΜΟΝΤΑΖ, διότι με παραξένευε το γεγονός πως ξαφνικά, μέσα από ένα σενάριο αρχίζεις Και ντύνεις όλους τους ανθρώπους. Αυτή η «κοινωνική φόρμα» της αείμνηστης Ντένης επηρέασε ακόμα περισσότερο την κουλτούρα μου, με οδήγησε στη συνειδητοποίηση της ΠΡΟΣΦΟΡΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΔΑΣ ΜΟΔΙΣΤΡΑΣ και του ΕΛΛΗΝΑ ΡΑΦΤΗ που έντυναν πόλεις και κωμοπόλεις και χωριά και πληθυσμούς, για όλα τα βαλάντια, με ανταμοιβή το μεροκάματο..