Μετά την προβολή της ταινίας «Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΛΗΘΕΙΑ» της Σουζάνε Μπίαρ πήγα για ποτάκι, να «καταλαγιάσει» μέσα μου το έργο. Αλλοι πολλοί, όμως, επαγγελματίες και θεατές, πήγαν να δουν την «ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΑΠΙΛΑ», τη βουβή ταινία του 1932. Διότι δεν την είχαν δει. Κι αναρωτήθηκα ξανά.
Η πρώτη εντύπωση φυσικά και δεν ήταν φεστιβαλική αλλά κινηματογραφική. Αφού το πρώτο έργο που έσπευσα να δω ήταν το νέο φιλμ της Δανής που υπερ-εκτιμώ, της Σουζάνε Μπίαρ, που θα βγει στις αίθουσες με το νέο έτος κι ο ελληνικός της τίτλος θα είναι «Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΛΗΘΕΙΑ».
Το TV5 MONDE επιβεβαιώνει και πάλι την πολιτιστική και ιστορική σύνδεσή του με την Ελλάδα, αφιερώνοντας ειδικά προγράμματα. Το γαλλόφωνο πολιτιστικό κανάλι θα μεταδώσει ένα εξαιρετικό ντοκιμαντέρ για την ελληνική ιστορία.
Ενημερωθείτε εδώ για όλες τις προσεχείς εκδηλώσεις του Ιταλικού Ινστιτούτου.
Ως κριτικό με ενθουσίασε διότι μου ξαναθύμισε εκείνο το ανατολικο-ευρωπαικό σινεμά που θεωρητικά εξέλιπε και μου έδωσε και κάποιες ιδέες. Ποια από αυτά θα μπορέσει να συμμεριστεί ο ειλικρινής θεατής, είναι μια απορία μου.
Αν θέλετε να πάρετε μια ιδέα περί του ποιοι μας κυβερνούν ΑΝΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ, σε παρελθόν, παρόν και μέλλον, η ταινία «η λέσχη της κομψής αλητείας» (The riot club) λέει μερικά ενδιαφέροντα πράγματα επ’ αυτού.
Ξαναείδα τυχαία ένα βράδυ στην TV το «MONSTER» με την Σαρλίζ Θέρον. Και θυμήθηκα εκείνα τα υπέροχα πολλά χρόνια με εκείνες τις ατέλειωτες, διαφωτιστικές συζητήσεις που δεν τις χόρτασα κι ας κράτησαν χρόνια κι ας εξακολουθούν να κρατούν- έστω και τηλεφωνικώς τώρα. Κι είναι από τα πολλά πράγματα που έμαθα και διδάχτηκα και θα τα μοιράζομαι σιγά σιγά μαζί σας από τούτη την ενότητα του site που λέγεται «περί Oscar».
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ (The judge), που παίζεται στα σινεμά αυτές τις μέρες, προσφέρει, εκτός των άλλων, και μια δυνατότητα μελέτης της κινηματογραφικής ηθοποιίας και του casting. Φυσικά, σε όποιον ενδιαφέρεται για το κάτι παραπάνω.
Καταρχάς, να ξεκαθαρίσω ότι η σχέση μου με την τηλεόραση είναι ιδιόμορφη. Υπήρξαν φορές που καθόμουν και τα έβλεπα «εξονυχιστικά», το ένα πίσω από το άλλο, και μιλώ για εποχές που δεν έπαιρνα ανάσα από την πολλή δουλειά, έφτανα στο σημείο να δίνω στο τέλος και «βραβεία», κάτι σαν προσωπικά «Εμμυ» στα επί μέρους επιτεύγματα.