O χαρακτηρισμός «Too British» θα αρκούσε για να τα δικαιολογήσει όλα μέσα στο φιλμ θετικά, να τα δικαιολογήσει κι αρνητικά. Η πρώτη περίπτωση , η θετική, θα εκθείαζε το βρετανικό χιούμορ, το βρετανικό θέατρο, τη βρετανική νοοτροπία. Η δεύτερη, η αρνητική θα έλεγε «τι να κάνουμε; Έτσι είναι οι Εγγλέζοι». Οπότε , και το αρνητικό, θα κατέληγε θετικό. Αυτό κι αν είναι … TOO BRITISH
Για την ταινία δεν είχα γράψει στην κανονική προβολή της, ήταν κι η περίοδος των Οσκαρ, την άφησα για αργότερα. Μοιραία θα «ανακαλυφθεί» στη λεγόμενη «β’ προβολή» που στις μέρες μας δεν λέγεται υποχρεωτικώς «συνοικία»….
Τον ΤΟΜΠΙΑΣ ΛΙΝΤΧΟΛΜ τον έχω θαυμάσει ως τώρα ως σεναριογράφο. Δικό του ήταν το «ΚΥΝΗΓΙ» (σε συνεργασία με τον Τόμας Βίντενμπεργκ), δικό του κι η «ΠΕΙΡΑΤΕΙΑ ΣΤΟΝ ΩΚΕΑΝΟ», δικό του και το σήριαλ «BORGEN» (όχι όλα τα επεισόδια) που έδειχνε η ΕΡΤ. Τώρα τον θαύμασα κι ως σκηνοθέτη αν κι η σκηνοθεσία έχει να κάνει πλήρως με το σενάριο που είναι και πάλι δικό του.
Με ΝΙΚΟ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ έκλεισα τη σύντομη παραμονή μου στο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΝΤΟΚΥΜΑΝΤΕΡ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2016. Με το ντοκυμαντέρ «33.333 Η ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ» του ΜΕΝΙΟΥ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ.
Και χτες, ακολούθησα την ίδια γραμμή με της πρώτης μέρας κι είπα να μη «χαλάσω» τα περί «τυχαίου». Η διαπίστωση είναι πως στο χώρο του ντοκυμαντέρ ψάχνονται τόσο σε θέματα όσο και σε προσεγγίσεις κι ενώ πρόκειται για είδος που το βαραίνει- ΚΑΚΩΣ, ΠΟΛΥ ΚΑΚΩΣ- η «λασπολογία» περί πλήξης, στην πράξη , κάθε χρόνο, κι όχι μόνο στη Θεσσαλονίκη, ανακαλύπτω συναρπαστικά πράγματα, έστω και… «τυχαία».
Σχεδόν πάντα, όταν ανεβαίνω για ένα μόνο τριήμερο στη Θεσσαλονίκη για να πάρω μια γεύση από το ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΝΤΟΚΥΜΑΝΤΕΡ, το ρίχνω στο «τυχαίο». Είτε γιατί με τράβηξε ένας τίτλος ή ένα θέμα ή ακόμα κι η ώρα που με βόλευε να παρακολουθήσω κάτι. Το κάνω σκόπιμα. Διότι αν αρχίσω να ρωτώ για τα «SOS», που και καλά δεν πρέπει να χάσουμε, τότε θα συμβεί το εξής απλό: Θα έχω πάει «σταλμένος» για τα «φαβορί», που, εφόσον είναι φαβορί όλο και κάπου θα τα δούμε και θα τα ακούσουμε ή και θα βρουν μιά κάποια διανομή, ενώ θα έχω «χάσει» όλα τα υπόλοιπα διότι τα προγράμματα είναι πολλά κι οι ταινίες αμέτρητες. Βαδίζω με αυτό το γνώμονα επειδή πάνω από όλα πιστεύω ότι «τυχαίο» στην ουσία δεν υπάρχει, ότι αυτό που θα βρεθεί μπροστά σου όλο και κάτι θα έχει να σου δώσει και θα σου επιτρέψει να αφοσιωθείς σε αυτό, όποιο κι αν είναι, καλό , μέτριο ίσως και κακό. Όμως κάτι θα ήταν η στιγμή να πάρεις από αυτό που σου προσφέρει το «τυχαίο» που διάλεξες.
Εντελώς «αλλού» δείχνει να είναι προσανατολισμένη η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ, σε σχέση με τις κινηματογραφικές Ακαδημίες του εξωτερικού, με βάση τις υποψηφιότητες που ανακοινώθηκαν.
Το λέω αυτό επειδή δεν έγραψα για την ταινία όταν ξεκίνησε, να, όμως, που συνεχίζεται κι όπως έχω σημειώσει σε άρθρα αυτού του site, από την πρώτη ώρα που το δημιούργησα, οι ταινίες χρειάζονται και παρακάτω την τόνωση και δεν εξαντλούνται την πρώτη Πέμπτη που κυκλοφόρησαν στους κινηματογράφους.
Όταν ακούμε για Βάσκους, ο νους μας τρέχει στην …ΕΤΑ, την αυτονομιστική τους οργάνωση. Τίποτε άλλο για αυτούς δεν ξέρουμε, εκτός αν έχουμε ταξιδέψει στα μέρη τους. Το σινεμά λοιπόν μας δίνει μια ευκαιρία να τους γνωρίσουμε ως ανθρώπους. Κι η ΙΣΠΑΝΙΑ αποφάσισε να στείλει φέτος στα Οσκαρ αυτή την ταινία, κι όχι μια καθαρόαιμη ισπανική με καστιλιάνικη διάλεκτο, την επίσημη γλώσσα της Ισπανίας. Κι αυτό που βλέπουμε είναι μια «αποκάλυψη» συναισθημάτων, νοοτροπιών κι επαφής με ένα κόσμο που δεν ξέραμε. Εκφρασμένη στη δική τους γλώσσα. (αν και στην Ευρώπη τα ντουμπλάρουν οπότε τι θα μείνει από αυτό δεν γνωρίζω…)
Μετά από ΤΟΣΑ που γράψαμε για τα ΟSCAR 2016 δεν γίνεται να μην κάνουμε και τον τελικό απολογισμό, που είναι και το ΜΗΝΥΜΑ που στέλνει η ΑΚΑΔΗΜΙΑ.