Αυτό μου το είχε αφηγηθεί ο εγγονός του, πριν από χρόνια, στη Ρώμη.
…ΚΙ έτσι, ο Ντε Σίκα αναλαμβάνει τη δουλειά. Για το ανθρώπινο άγγιγμα
Κι αρχίζει να το στήνει.
Πως στήνεται το ανθρώπινο άγγιγμα όταν είναι υπογραφή ενός καλλιτέχνη και το μυθιστόρημα που θα μεταφερθεί στην οθόνη είναι δεδομένο; Και γραμμένο μάλιστα με ένα τρόπο ημι-αυτοβιογραφικό, κι εν μέρει ποιητικό από τον Τζόρτζιο Μπασάνι, κάθε άλλο δηλαδή πάνω στο κοινωνικό του νεορεαλισμού. Ο νεορεαλισμός μπορεί να είχε πάψει να υφίσταται ως κίνημα, όμως, είχε μεταβληθεί σε παράδοση για τους Ιταλούς και τα διδάγματα του έμπαιναν στο dna. Διότι ο νεορεαλισμός δεν περιλάμβανε μόνο χώρους και γειτονιές, εκείνοι που ουσιαστικά κυριαρχούσαν ήταν οι ΑΝΘΡΩΠΟΙ. Και τα έργα του έγιναν παγκόσμια κινηματογραφική θρησκεία με τον ΝΤΕ ΣΙΚΑ σε καθήκοντα Πατριάρχη, για το ανθρώπινο περιεχόμενο τους.
Ετσι λοιπόν και στον «ΚΗΠΟ ΤΩΝ ΦΙΝΤΣΙ ΚΟΝΤΙΝΙ» αποφάσισε να δράσει αναλόγως αλλά και διαφορετικά. Ο κήπος του τίτλου χρησιμοποιήθηκε ως πλαίσιο, όχι ως αυτοσκοπός, κάτι που το βιβλίο του Μπασάνι το επιτρέπει στον αναγνώστη, την ώρα που το διαβάζει. Προφανώς και στον Ντε Σίκα θα συνέβη το ίδιο καθώς το διάβαζε, εξού κι η πρώτη του αντίδραση «γιατί ήλθατε σε μένα;». Απαξ και του δόθηκε το παράγγελμα «το δικό σου ανθρώπινο ‘άγγιγμα», ο Ντε Σίκα άρχισε να δουλεύει ανθρώπους και το ντεκόρ να γίνεται πλαίσιο. Αν ας πούμε το σκηνοθετούσε ο Βισκόντι, το ντεκόρ θα συνυφαινόταν με τους ανθρώπους, θα γινόταν ρόλος, χαρακτήρας, θα υπήρχε μεγαλύτερη ξενάγηση στον πύργο των Φίντσι Κoντίνι, στους χώρους, στα δωμάτια, στα σαλόνια, στις τραπεζαρίες, στα σερβίτσια, στα δείπνα. Θα ήταν ένα άλλο έργο.
Διότι το έργο κινείται στην εβραϊκή αριστοκρατία της Φεράρα, οι Φίντσι Κοντίι του τίτλου είναι οι άρχοντες της περιοχής, ο κήπος τους είναι μυθικός. Και το σπίτι τους το ίδιο. Τα παιδιά τους είναι «χρυσή νεολαία» της εποχής, ωστόσο, κάνουν παρέα και με άτομα από άλλη ταξη, όπως ο ήρωας κι αφηγητής της ιστορίας, ο Τζορτζιο- ενσαρκωμένος από τον ΛΙΝΟ ΚΑΠΟΛΙΚΙΟ, που εκανε μεγαλη καριέρα στο θέατρο. Ο οποίος ερωτεύεται την Μικόλ , την κόρη της οικογένειας, με την αριστοκρατικότητα, την παγερότητα αλλά και το υποβόσκον συναίσθημα της ΝΤΟΜΙΝΙΚ ΣΑΝΤΑ με την οποία όμως φλερτάρει κι ο σοσιαλιστής της παρέας, ο αρρενωπός Τζαμπιέρο και τον κάνει πλήρως ποθητό δίνοντας το ρόλο στον ΦΑΜΠΙΟ ΤΕΣΤΙ , ενώ υπάρχει και κάτι διακριτικά υπαινισσόμενο ανάμεσα στον τελευταίο και στο γιό της αριστοκρατικής οικογένειας, τον φιλάσθενο Αλμπέρτο, όπου δεν υπάρχει ιδεωδέστερη επιλογή από τον ΧΕΛΜΟΥΤ ΜΠΕΡΓΚΕΡ-εδώ ακολουθήθηκε αναφορά Βισκόντι. Και για τον ωραίο ρόλο του μεσοαστού πατέρα του Τζορτζιο, ο ΡΟΜΟΛΟ ΒΑΛΙ. Τι τέλεια διανομή!!!!.
Στον Ντε Σίκα αυτοί οι άνθρωποι ήταν που μέτρησαν. ¨όπως προφανώς και στους Παραγωγούς για αυτό κι αποτάθηκαν σε εκείνον. Ο Ντε Σίκα με τη σεναριακή διασκευή του ΟΥΓΚΟ ΠΙΡΟ και του ΒΙΤΟΡΙΟ ΜΠΟΝΙΤΣΕΛΙ (για σπάνια φορά δεν συνεργάζεται με τον Τσέζαρε Ζαβατίνι) πιάνεται από τους ανθρώπους. Τους οποίους «καταλαβαίνει» επί του ανθρωπίνου. Εδώ είναι αστοί και μεγαλοαστοί, δεν είναι οι λούστροι της Ρωμης, ούτε οι άνεργοι πατεράδες ούτε οι έρημοι συνταξιούχοι ούτε οι εγκαταλειμμένες γυναίκες μιας οποιασδήποτέ περιοχής που τα βγάζουν δύσκολα πέρα…Τι με αυτό; Οι άνθρωποι εείναι άνθρωποι. Και το ταξικό, δεν λείπει καθόλου από την ταινία, η ταξική διαβάθμιση μέσα στους ίδιους τους Εβραίους Χρησιμοποιεί λοιπόν το ντεκόρ ως πλαίσιο αλλά δεν στέκεται σε κάτι παραπάνω ως προς αυτό , βγάζει τους χαρακτήρες μπροστά. Κι αρχίζει να τους συνυφαίνει όχι τόσο με το ντεκόρ και τον κήπο, που έτσι κι αλλιώς δηλώνεται, όσο με την εποχή. Διότι έργο ιστορείται από το 1938 ω το 1943.Οταν δηλαδή, ο αντισημιτισμός έχει περάσει επισήμως και στην Ιταλία. Μέσα από την ζωή και τις αποχρώσεις των χαρακτήρων συλλαμβάνουμε το κλίμα κι αυτό που υπόγεια κυοφορείται ..Εμείς βλέπουμε τα ευαίσθητα κι ανέμελα παιδιά, με τους έρωτες τους, τη διακριτική ανατροφή τους, τα καλοκαίρια τους, τα λευκά ρούχα τους με τα οποία μας τα συστήνει το ξεκίνημα της ιστορίας, με τις ποδηλατάδες τους, με τα ωραία πουλοβεράκια τους και τα σορτσάκια τους και τα συναισθηματικά εμπόδια, στη ζωή του καθενός που αφορά στη κοινή τους ζωή, στη ζωή της παρέας, συνυφαίνονται διακριτικά με το τραγικό επερχόμενο. Το ανθρώπινο άγγιγμα των κλιμακώσεων, το ανθρώπινο άγγιγμα των πονεμένων, εκείνων που θα χαθούν, και αν κάποιοι επιβιώσουν….
Είναι υποδειγματική η κλιμάκωση, είναι υποδειγματική η αφήγηση, το τι σημαίνει κινηματογραφική αφήγηση , πως από σεναριακή γίνεται και σκηνοθετική, και πως σε κρατά σε μια διακριτικότητα που σου προκαλεί ανησυχία. Για την τύχη των ηρώων. Καταρχάς, για τη συναισθηματική τους τύχη. Ασχετο αν όλα αυτά, θα αποδειχθούν ότι συσχετίζονται με τη Μοίρα και με τα επερχόμενα. Πως μας βάζει στο κλίμα του πένθους από την ίδια τη Φεραρα που πεθαίνει, από τη νιότη που πεθαίνει και δείχνει ότι φεύγει ανεπιστρεπτί, από εκείνα τα καλοκαίρια που δεν θα ξανάρθουν, διότι πριν τους Φούρνους και τα Κρεματόρια, προδόθηκαν τα αισθήματα. Η Φωτογραφία του ΕΝΝΙΟ ΓΚΟΥΑΡΝΙΕΡΙ έχει μεριμνήσει για αυτό.
Κι όσο προχωράμε προς τις συναισθηματικές προδοσίες και τα νιάτα που χάνουν τον βηματισμό τους, ερχόμαστε παραλλήλως και σε επαφή με την εξέλιξη της ίδιας της Ιστορίας και δεν χρειαζόμαστε ημερολόγια για να καταλάβουμε σε ποιο ακριβώς σημείο της 5ετίας βρισκόμαστε..Η διακριτικότητα που γίνεται λυγμός και σπάει κόκκαλα διότι είναι πολύ αριστοκρατικά τα παιδιά, είναι αλλιώς μαθημένα, αν και Ιταλοί δεν είναι Ναπολιτάνοι, εκδηλώνουν εντελώς διαφορετικά τα συναισθήματα τους. Κι αυτό έχει πιάσει ο φοβερός Ντε Σίκα, σε αυτό το κλίμα τους έχει βάλει τους ηθοποιούς και χωρίς να λέγονται λέξεις, χωρίς εξιστορούν οι φράσεις, η εικόνα, μέσα από τη σεναριακή γραφή και το άγγιγμα του σκηνοθέτη, λέει τα πάντα
Η αποθέωση είναι πως δεν υπάρχουν ούτε κρεματόρια, ούτε βασανιστήρια, ούτε διάφορα άλλα που έχουμε δει περι Ολοκαυτώματος σε συγκλονιστικές, μεγάλες ταινίες. Ο Ντε Σίκα έκανε μία από τις μεγαλύτερες ταινίες περι Ολοκαυτώματος, αφήνοντας μας στη Φεράρα, με τους αστούς ήρωες σε ένα σχολείο, εκεί που τα παιδιά πήγαιναν κάποτε και με μια ανάληψη της μηχανής να μας βάζει στο κλίμα της ανάληψης των ψυχών και καταλαβαίνουμε. Και με ένα ανάλογο ρέκβιεμ που συνέθεσε ο γιος του, ο συγχωρεμένος ο Μανουέλ.. Τι έκανε ο άνθρωπος!!!!!!Γι αυτό κι όταν μιλάμε για «ανθρώπινο άγγιγμα» στο σινεμά εννοούμε Ντε Σίκα ή όταν μιλάμε για «το ανθρώπινο άγγιγμα του Ντε Σίκα» καταλαβαίνουμε απολύτως την έννοια
Η ταινία κατέληξε με το ΟΣΚΑΡ ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ το 1972 αφού προηγουμένως πέρασε από το Φεστιβάλ Βερολίνου κι έφερε και τη «Χρυσή Αρκτο» για ενίσχυση. Ειχε υποψηφιότητα στα Οσκαρ και το σενάριο, η σεναριακή διασκευή.