Ταινίες σαν κι αυτήν εδώ είναι που στο πάλαι ποτέ όφειλαν τη διάσωση τους στους θερινούς κινηματογράφους. Τους πρόσφεραν τη ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ, εκείνη που είχε χαθεί στη χειμερινή προβολή λόγω πληθώρας κινηματογραφικής ύλης ανά εβδομάδα και ανειλημμένων προσωπικών υποχρεώσεων των θεατών. Το θερινό ήταν που έδινε την ευκαιρία και για την ταινία αυτή το όλο θέμα καθίσταται ΚΥΡΙΟ ΖΗΤΟΥΜΕΝΟ.
Η ταινία αξίζει ΚΑΙ ΓΙΑ ΟΥΣ ΔΥΟ: Και για τον ΑΛΑΙΝ ΝΤΕΛΟΝ δηλαδή αλλά και για τον σκηνοθέτη ΤΖΟΖΕΦ ΛΟΟΥΖΥ. Θα ξεκινήσω, όμως, από τον Ντελόν στον οποίο θα αφιερώσω και το μεγαλύτερο μέρος της κριτικής διότι πολλά επιπόλαια έχουν ειπωθεί κι όλο έχει να κάνει με την προκατάληψη και τον κομπλεξισμό απέναντι στους σταρ , μόνο που κι αυτό γίνεται «α λα καρτ» - που λένε. Ή με δύο μέτρα και δύο σταθμά, επί το ελληνικότερον.
Το… «quo vadis» της αναρώτησης στον τίτλο, εννοείται πως τους πιάνει όλους. Κι είναι από εκείνα που με κάνουν κι απορώ όταν συμβαίνουν, κυρίως όταν βλέπω ότι οι συντελεστές διαθέτουν κάποιες περγαμηνές. Πόσο μάλλον από το χώρο του σεναρίου.