Είναι μία από τις σημαντικότερες ταινίες της μετα- οσκαρικής περιόδου του 2018, οι διανομείς το έβγαλαν βιαστικά κι αλανσάριστα αλλά το έργο είναι από εκείνα που πρέπει να τα δει κόσμος.
Πρόκειται για κινούμενο σχέδιο αλλά ΤΙ ΚΙΝΟΥΜΕΝΟ ΣΧΕΔΙΟ!!! Κι από αισθητική άποψη κι από περιεχόμενο προπαντός όμως από φαντασία. Και πόσο λείπει η φαντασία στις μέρες μας! Κι αν δεν λείπει, επειδή ο ενεστώς συνηθίζει να μεταβάλει τους ανθρώπους σε γκρινιάρηδες ενώ ο αόριστος έχει την τάση να λειαίνει , τη χρειαζόμαστε τη φαντασία, την έχουμε ανάγκη. Διότι χωρίς φαντασία , έργα δεν γίνονται. Κι αν γίνονται, δεν καθίστανται ξεχωριστά, καταλήγουν σε ουδετερότητα…
«Το νησί των σκύλων» μας αφηγείται μέσα από το είδος που λέγεται κινούμενο σχέδιο, μια ιστορία πολύ- πολύ όμορφη, πολύ συμπαθητική, πολύ «οικολογική», πολύ επαναστατική αν θέλετε… Στην Ιαπωνία, ξεσπά μια επιδημία που ενοχοποιεί τους σκύλους ως φορείς της. Και διατάσσεται η εξόντωση τους κι η εξορία τους, η απομόνωση τους. Ο κακός δήμαρχος όμως που το έχει κάνει αυτό , έχει κι έναν ανιψιό που τον έχει υιοθετήσει ύστερα από τον θάνατο των γονέων του. Κι ο ανιψιός έχει ένα σκυλάκι που υπεραγαπά και θέλουν να του το πάρουν. Τι να του το πάρουν; Του το έχουν πάρει ήδη.. Ετσι νομίζει, έτσι νομίζουν….. Αυτός όμως θέλει απεγνωσμένα να το βρει Και τότε θα συντονιστεί με τα σκυλιά που σχεδιάζουν επανάσταση και θα ανατρέψουν τον κακό δήμαρχο.
Είναι του ΓΟΥΕΣ ΑΝΤΕΡΣΟΝ. Επειδή ο Αντερσον διαθέτει καλλιτεχνική προσωπικότητα, τον δηλώνουν «auteur». Το μήνυμα έχει έρθει άνωθεν οπότε πρέπει να αναμασήσουν οι μίμοι κι οι κλώνοι την άνωθεν εντολή και προσπαθούν να βρουν και πως θα τον πλασάρουν διότι ένας γενικός χαρακτηρισμός δεν λέει και πολλά. Τον δηλώνουν ως «στυλίστα». Ότι κάνει ταινίες στυλ. Αντε πάλι να επαναλάβω τον αναθεματισμό πολλών σκηνοθετών προς αυτό τον χαρακτηρισμό πως πρόκειται για θεωρητικό κατασκεύασμα, πως επί της ουσίας δεν λέει κάτι διότι οι σκηνοθέτες, και γενικώς οι άνθρωποι που κάνουν σινεμά, έχουν όλοι ένα δικό τους στυλ. Το πρόβλημα είναι με τους «θεωρητικούς» που δεν γνωρίζουν από σινεμά πολλά πολλά, οπότε με ένα «στυλ» καταλήγουν σε αυτό που νoμίζουν.
Βεβαίως κι έχει στυλ ο Γουές Αντερσον, μόνο που έχει ΔΙΚΟ ΤΟΥ ΣΤΥΛ. Όπως όλοι οι σκηνοθέτες, με ό,τι κι αν καταπιάνονται, ο καθένας υπηρετεί ένα στυλ. Αυτό που εννοούν ως στυλ στην περίπτωση του Αντερσον, το περιορίζουν στα εξωτερικά γνωρίσματα , μόνο που τα εξωτερικά γνωρίσματα πηγάζουν έσωθεν, έρχονται από πολύ βαθιά, από το σενάριο: Ο ΓΟΥΕΣ ΑΝΤΕΡΣΟΝ είναι πάνω από όλα και πριν από όλα, ένας ευφάνταστος ΣΕΝΑΡΙΟΓΡΑΦΟΣ. Τα σενάρια του είναι που έχουν εκείνο το κάτι, εκείνο το διαφορετικό, εκείνο τον τρόπο αφήγησης ή κι ανάπτυξης μιας ιστορίας που γίνεται με σουρεαλιστικό τρόπο, με σουρεαλιστικές καταστάσεις, με υπερβατική εξέλιξη. Και φυσικά γνωρίζει πολύ καλά τους κανόνες και δεν παραβιάζει ποτέ το μέτρο, τον ορισμό. Κι ως σκηνοθέτης , στη συνέχεια, εικονοποιεί το σενάριο του στο οποίο έχουν δοθεί όλες οι περιγραφές των υπογραμμίσεων και των διογκώσεων για να μπορεί ο κριτικός μετά να μιλά για…. «φουτουρισμό». Δεν είναι «σκηνοθετικά» αυτά όπως νομίζουν εκείνοι που κοπανάνε συνεχώς τη λέξη «σκηνοθέτης» και «σκηνοθέτης» και «δόστου σκηνοθέτης» κι «άντε πάλι σκηνοθέτης». Διότι όλα αυτά ξεκινούν από το σενάριο, βρίσκονται στο σενάριο, στο ΚΑΛΟ σενάριο υπάρχει πλήρης περιγραφή του ντεκόρ, υπάρχει ακόμα κι υπόδειξη γωνίας για την κάμερα. Και μιλάμε για το σενάριο, πριν καν πάμε στο ντεκουπάζ, στη σελίδα του χαρτιού δηλαδή που φτάνει στη μέρα του γυρίσματος , στον τόπο του γυρίσματος κι εκεί οπωσδήποτε έχει παρέμβει ο σκηνοθέτης.
Ο Αντερσον καθίσταται «auteur» από τα σενάρια ως βάση. Στο «ΝΗΣΙ ΤΩΝ ΣΚΥΛΩΝ» σενάριο έχουμε και πάλι, μόνο που εδώ βλέπουμε την οργιώδη φαντασία να πηγαίνει στο κινούμενο σχέδιο, να προσαρμόζεται στους κανόνες του είδους και κατόπιν να αμολιέται ελεύθερη στην αφήγηση και στη διήγηση ενός παραμυθιού με σκύλους. Οπου ως παραμύθι, μέσα από το σουρεαλισμό του, διαθέτει και μπόλικο περιεχόμενο, δεν κάνει από καθέδρας κατήχησης, διασκεδάζει διότι δεν ξεχνά το είδος, όπως δεν ξεχνά και σε καμία ταινία του το ρόλο του διασκεδαστή. Ολες οι ταινίες του έχουν επισήμως διασκεδαστική διάθεση, άλλες το καταφέρνουν καλύτερα, άλλες λιγότερο.
Στο «ΝΗΣΙ ΤΩΝ ΣΚΥΛΩΝ» βλέπουμε την προσαρμογή στο animation και πως την εννοούμε την «προσαρμογή»; Ώστε να μη λέμε κι εμείς γενικότητες αλλά καλύτερα να εξηγούμε.. Στις ταινίες τις «κανονικές» του μεταφέρει ένα στυλ που βγαίνει από το σενάριο και πάει στην εικόνα. Πως το πετυχαίνει; Ο συγκεκριμένος καταφεύγει σε αριστείς των επι μέρους ειδικοτήτων σε κοστούμια, μακιγιάζ κλπ και τους βάζει να συντονίζονται σε ενιαία αισθητική.. Ετσι κι εδώ, καταφεύγει σε αριστείς του κινουμένου σχεδίου, τόσο της κινηματογραφικότητας όσο και της σχεδιαστικής σύλληψης κι αυτοί συντονίζονται μεταξύ τους στο να παραδώσουν στον Αντερσον αυτό που εκείνοι ξέρουν να κάνουν ενώ εκείνος θέλει το δικό «του» να το εντάξει μέσα σε αυτό. Οπότε χαζεύει την όλη σύνθεση, το πώς γίνονται αυτές οι συνεργασίες-αν σε ενδιαφέρει το σινεμά λίγο παραπάνω, στο ολοκληρώνει με καταπληκτικό casting φωνών, όπου έχουν χρησιμοποιηθεί ηθοποιοί κλάσεως.
Τη μουσική υπογράφει ο ΑΛΕΞΑΝΤΡ ΝΤΕΣΠΛΑ. Πολύ ταιριαστή η συνεργασία τους. Αλλωστε κι ο Ντεσπλά το πρώτο του Οσκαρ το πήρε σε ταινία του Γουες Αντερσον, στο «Grand Budapest Hotel»
Ας αναλάβουν λοιπόν ευθύνη τα θερινά κι οι προγραμματιστές τους κι είναι ευθύνη που δεν τους κοστίζει τίποτα, αντιθέτως μπορεί και κάτι να τους αποφέρει….
ΥΓ. Κάποια επίθετα χαρακτήρων που παραπέμπουν σε ονόματα Ιαπώνων κινηματογραφιστών ας μην αποδοθούν «κοτσανοειδώς» σε «κριτική» του Αντερσον φερειπείν στον Ιάπωνα συνάδελφο του Μασάκι ΚΟΜΠΑΓΙΑΣΙ……. Επειδή διαβάζουμε που και που κάτι τέτοια «τέρατα»