Όταν λέμε «ταινία ΓΟΥΣΤΟΥ» εννοούμε τα έργα εκείνα που κρίνονται από τη διασκεδαστικότητα τους κι από το αν έγιναν δεκτά ή όχι από τον θεατή στη διάρκεια της παρακολούθησης. Διότι, αν ξεκινήσεις με το να «κρίνεις» αυτά τα έργα κι όχι να τους αφεθείς τότε το αποτέλεσμα μπορεί να είναι κι αμφίβολο. Εξού και το σωστότερο ερώτημα σε αυτές τις περιπτώσεις δεν είναι το «Ηταν καλό;» αλλά το «Σου άρεσε;»
Οι εκπλήξεις δεν σταματούν από επεισόδιο σε επεισόδιο. Εκπλήξεις για τον θεατή , ώστε να του ανανεώνεται διαρκώς το ενδιαφέρον, εκπλήξεις και για τον κριτικό που εκτός από θεατής που απολαμβάνει, θέλει να παρακολουθήσει τα πράγματα κι από μια απόσταση ώστε να.. ακτινοσκοπήσει.
Αφού έκανε «καριέρα» καθ’ όλη τη διάρκεια της χειμερινής σαιζόν στο…. «downloading», μοιράζοντας έτσι και τις εντυπώσεις, ως είθισται στο κατέβασμα των torrents όπου οι μισοί τρέχουν κι επαινούν κι οι άλλοι μισοί αναθεματίζουν κάτι που ως κοινός παρονομαστής δηλώνεται ως «τούκα προ», τώρα βγαίνει και στις οθόνες. Καθώς καλοκαίριασε.
Μετά την ψυχρολουσία του Νο 4, που κυριολεκτικά δεν βλεπόταν, τούτο το Νο 5 σαφώς κι υπερέχει αλλά φαίνεται και για κάτι παραπάνω από όσο στην πραγματικότητα διαθέτει.
Κι έτσι, σήμερα που το βλέπω να ξαναβγαίνει στη μεγάλη οθόνη, ανεξαρτήτως κόπιας ή γλωσσικής βερσιόν (αν κυκλοφορεί δηλαδή στα ιταλικά ή στα αγγλικά) του οφείλω δύο λόγια αγάπης παντοτινής.
Αυτή τη φορά, ως εισαγωγική σκηνή δεν μας είχε κάποια κατάκτηση της Επιστήμης από προγενέστερους ή κι από προκατόχους ώστε να μας κινήσει την περιέργεια του πως οι σεναριογράφοι θα τα συνδέσουν με τον Αϊνστάιν και τις κατακτήσεις του. Αυτή τη φορά, στο επεισόδιο Νο 5, μας ξεκινά με ένα ψυχιατρείο στο Βερολίνο όπου νοσηλεύεται με κρίσεις ξεσπάσματος ένα παλικαράκι, το οποίο μαθαίνουμε πως είναι ο γιός του Αϊνστάιν στην εφηβεία. Κι εδώ δεν αυξάνεται απλώς η περιέργεια για το πώς θα εξελιχθεί το σενάριο αλλά και για την πορεία της ζωής του ίδιου του Αϊνστάιν και τα «domestic» βάσανα…
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια τάση στον κινηματογράφο των διεθνών ή πολυεθνικών συμπαραγωγών, για βιογραφίες «νέου τύπου». Προφανώς επειδή έχουν ανακαλύψει διεθνώς, ξεκινώντας από την Αμερική, πως το «based on a true story» γίνεται «κινητήριος δύναμις», άρα η βιογραφία θα πάρει εξέχουσα θέση σε αυτή την τάση…
Το σκέφτηκα αρκετά πριν προχωρήσω στη δημοσίευση, διότι μου «βασάνισε» την σκέψη αρκετά. Υπήρχε άραγε άλλος λόγος για να γίνει αυτή η ταινία εκτός από το «brand name» (για να μιλήσω κι εγώ στη γλώσσα του σημερινού εμπορίου) όπου ενεπλάκη μετά από χρόνια κι ο «πατέρας» του «Αλιεν», ο ΡΙΝΤΛΕΗ ΣΚΩΤ;
Ο ΡΟΤΖΕΡ ΜΟΥΡ, που έφυγε για το δικό του τελευταίο ταξίδι, είναι το πρώτο πρόσωπο που θαύμασα στις μαυρόασπρες μέρες της παλιάς τηλεόρασης. Τότε που πιτσιρικάς είδα να μπαίνει το κουτί στο σπίτι και ζαλίστηκα. Ο «ΑΓΙΟΣ» ήταν το δώρο κι η απειλή για το αν έχω τελειώσει τα μαθήματα μου ή αν έχω πάρει καλούς βαθμούς στο σχολείο.
……αλλά και το ζεύγος ΠΙΕΡ και ΜΑΡΙΑ ΚΙΟΥΡΙ. Και το πώς δομείται μια σειρά τηλεοπτική και μέσω ποιών ευρημάτων τίθενται τα «εμπόδια» από το σενάριο ώστε να φτάσουμε στο τέρμα. Και μέχρι να φτάσουμε, έχει ολοκληρωθεί πλοκή κι έχουμε απολαύσει.