Κι η Γερμανία σπεύδει να τον ορίσει εκπρόσωπο της για το ξενόγλωσσο ΟΣΚΑΡ του 2018 (κι έφτασε ως τη short listτων 9 finalist) ενώ η Κρούγκερ έρχεται με την κατάκτηση του βραβείου ερμηνείας στο Φεστιβάλ Κανών για την ταινία αυτή.
Βέβαια, όσοι το είδαμε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης είμαστε οι τυχεροί διότι, επειδή δεν μπόρεσε ο Φατίχ να παρευρεθεί, έστειλε ένα βίντεο καλησπερίσματος των θεατών, που προηγήθηκε της ταινίας, το έστειλε από την Καλιφόρνια, από το Λος Αντζελες όπου βρίσκεται για την προώθηση της ταινίας μια κι ανοίγει οσονούπω και στις ΗΠΑ κι η Γερμανία έχει επενδύσει πολλά πάνω του… Και στο βιντεάκι ο Φατίχ μας καλησπέρισε στα ελληνικά, μέσα από ένα αυτοκίνητο σε δρόμο του Λος Αντζελες ενκινήσει όπου ευχαρίστησε τους Ελληνες κι ειδικά τον φίλο του- «αδερφό» τον αποκάλεσε- αποκλειστικό διανομέα των ταινιών του ΖΗΝΟ ΠΑΝΑΓΙΩΤΙΔΗ της «ROSEBUD 21» καθώς και τον σκηνοθέτη ΓΙΑΝΝΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗ, που του έπλεξε το σκηνοθετικό εγκώμιο και τον χρησιμοποίησε στην ταινία ως ηθοποιό! Και μας ζέστανε τους θεατές για να αφεθούμε σε αυτό που επερχόταν, στο ίδιο το φιλμ.
Αυτή, η περί Οικονομίδη αναφορά, είναι η δεύτερη αποκάλυψη του ταλέντου του Φατίχ ως σκηνοθέτη ηθοποιών σε τούτη την ταινία, μετά την Κρούγκερ, όπου ο Γιάννης Οικονομίδης αποδεικνύεται ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟΣ στο ρόλο ενός Ελληνα νεοφασίστα που εμπλέκεται στην υπόθεση κι είναι δείγμα της σκηνοθετικής ιδιοφυίας του Φατίχ, αυτή η επιλογή.
Μού θύμισε το ανάλογο που είχε κάνει ο Ζυλ Ντασέν στο ευλογημένο «Ποτέ την Κυριακή», όταν για το ρόλο του αρχι-μαστροπού που ελέγχει τα σπίτια στη Τρούμπα, είχε προσλάβει τον κορυφαίο σκηνοθέτη του θεάτρου Αλέξη Σολομό προσθέτοντας μια ακόμα δημιουργική πινελιά σε εκείνη την επιτυχία.
Η επιλογή του Οικονομίδη από τον Φατίχ για αυτό το ρόλο του τραμπούκου νεοφασίστα είναι ανάλογης έμπνευσης κι αξίας.
Και πάμε στην ταινία, στην οποία ο θεατής μπαίνει από το πρώτο πλάνο κι ο Φατίχ Ακίν δεν τον αφήνει να πάρει ανάσα. Ως το τελευταίο καρέ
Σχολής Κώστα Γαβρά είναι η ταινία και δείχνει αυτό που είπα στην αρχή πως δεν επαναπαύεται, δοκιμάζει τον εαυτό του σε ΕΙΔΗ, κι αυτό είναι που έχει σημασία, χωρίς να χάνει την ταυτότητα του ως σκηνοθέτης, χωρίς να γίνεται κάποιος απρόσωπος διεκπεραιωτής αλλά παραμένει σκηνοθέτης με προσωπικότητα και που δεν επαναλαμβάνεται. Και σε αυτά τα πλαίσια του αναγνωρίζεις και το δικαίωμα της αποτυχίας ως δικαίωμα υπαρξιακό με περιπτώσεις σαν την «Μαχαιριά» που δεν του βγήκε αλλά και τι με αυτό; Όταν δοκιμάζεσαι, δεν θα σου βγουν όλα. Όμως αυτό που έχεις αποκομίσει από τη δοκιμή κι από τη δοκιμασία θα σε πάει παρακάτω και θα σου φέρει κι όμορφα αποτελέσματα κάποια στιγμή. Και στο «Αντίο Βερολίνο» δοκιμάστηκε σε κάτι «τρυφωειδές», τώρα δοκιμάζεται σε κάτι αλα Γαβρά- εννοείται, χωρίς να μιμείται.
Μια Γερμανίδα, που την υποδύεται η Νταιάν Κρούγκερ , παντρεμένη με Τούρκο στο Αμβούργο, με τον οποίο έχουν κάνει κι ένα παιδάκι και ζουν ευτυχισμένη ζωή, με ένα γάμο που έγινε στις φυλακές , και κατά την εκτύλιξη της ιστορίας μαθαίνουμε και το γιατί, χάνει τη γη κάτω από τα πόδια της: Ενώ ζούσαν ευτυχισμένοι, ξαφνικά μια έκρηξη βόμβας στο γραφείο του συζύγου της, διαμελίζει άνδρα και παιδί κι εκείνη καταρρέει.
Επειδή ο άνδρας της είχε παρελθόν με ιστορίες ναρκωτικών, οι έρευνες στρέφονται προς εκείνη την κατεύθυνση αλλά υπάρχει και πολιτικός λόγος που θέλουν κάποιοι να το πάνε κατά κει..ποιός άλλος; Ότι επρόκειτο για Τούρκο.. Την ίδια ώρα, αντιμετωπίζει το μίσος και των πεθερικών της αλλά και την αποστροφή των δικών της που δεν είχαν, ως φαίνεται εγκρίνει το γάμο με τον Ανατολίτη. Καλά, οι λεπτομέρειες των χαρακτήρων και των μεταξύ τους σχέσεων, είναι ασυναγώνιστες.
Και σε μια συγκλονιστική σκηνή, όπου η ηρωίδα σε απόλυτη απόγνωση, όπου δεν έχει από πού να πιαστεί και κόβει τις φλέβες της μέσα στο μπάνιο και σιγα σιγά σβήνει, χτυπά το τηλέφωνο, και μέσα στο σβήσιμο της προλαβαίνει να ακούσει τη φωνή του δικηγόρου της ο οποίος της λέει στο μηχάνημα αυτό που η ίδια ισχυριζόταν αλλά δεν μπορούσε να αποδείξει: Πως είναι έργο Νεοναζί, πως συνελήφθησαν δύο ύποπτοι. …
Η στιγμή είναι συγκλονιστική τόσο ως γράψιμο όσο κι ως σκηνοθεσία και φυσικά ως Νταιάν. Η οποία Νταιάν Κρούγκερ , στο παίξιμο της, στην απόλυτη ωρίμανση της, σε αυτό που έχω γράψει άπειρες φορές πως ο ηθοποιός τον ένα ρόλο περιμένει, αυτό το ρόλο που θα τον εκτοξεύσει και θα δείξει το ποιος πραγματικά είναι, μου θύμισε έντονα την Τζέσικα Λανγκ όπως την είχε σκηνοθετήσει ο Γαβράς στο «Μουσικό κουτί».
Και το έργο μετατρέπεται σε δικαστικό δράμα, οι σκηνές της δίκης είναι συνταρακτικές , προσπαθούν να λύσουν το αίνιγμα περί νεοναζιστικού δικτύου που απλώνεται ως την Ελλάδα, στην οποία θα έρθει η ηρωίδα για την τελευταία και μεγάλη κλιμάκωση της υπόθεσης. Κι όπου ο Φατίχ δείχνει και τα σεναριακά και τα σκηνοθετικά του προσόντα, το δε φινάλε είναι η αποθέωση της κάθαρσης . Κι αυτή η σκηνή με τους καπνούς ύστερα από μια έκρηξη, καθώς ανεβαίνουν προς τον ουρανό οι καπνοί, είναι σαν να ανεβαίνουν κι οι ψυχές προς τα εκεί, σαν τις ψυχές , που γίνονταν καπνός, στα κρεματόρια. Είναι σε μεγάλα σκηνοθετικά και σεναριακά κέφια σε αυτή την ταινία, σε πολύ μερακλίδικη διάθεση- για να τα πω κι… ανατολίτικα
Κινηματογράφος 100 ο/ο, κινηματογράφος πέρα για πέρα, κινηματογράφος που συνταράζει τον θεατή ενώ παράλληλα τον ψυχαγωγεί με την βαθιά έννοια της λέξης .
Εχω την υποψία ότι κάποιοι θα βρεθούν να του πουν πολλά κυρίως από την ώρα που θα αρχίσουν να πέφτουν οι διακρίσεις. Κι όσο περισσότερες θα πέφτουν, τόσο πιο πολλά θα του καταλογίζουν, τώρα που αποφάσισε κι η Γερμανία να τον αναγνωρίσει και να τον υιοθετήσει κι άφησε άφωνους τους οπαδους του auter-ισμού και του συμπατριώτη του, του Τσευλάν, που δεν διαθέτει κανένα από τα credits του Φατίχ, παρά μόνο τον auter-ισμό για τον οποίο και υιοθετήθηκε από εκείνους έναντι του Φατίχ…..