Ναι, παραδέχομαι την εμμονή του ιταλικού σινεμά με θέματα γύρω από τη Μαφία.
Ναι, αναγνωρίζω ότι αυτά κάπου, κατά το κοινώς λεγόμενο, «τα έχουμε ξαναδεί».
ΟΜΩΣ, η χαρακτηριζόμενη ως «εμμονή» έχει να κάνει και με μια άλλη λέξη που λέγεται ΠΑΡΑΔΟΣΗ κι αφορά , εκτός από το σινεμά , σε μια διαρκή πραγματικότητα.
Σε συγκινησιακά φορτισμένο κλίμα είδαμε την ταινία αυτή που φέρεται ως παραγωγή του ΗΝΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ με την υπόθεση να εκτυλίσσεται στο σημερινό Βιετνάμ κι ο σκηνοθέτης που την υπογράφει, ο ΧΟΝΓΚ ΚΑΟΥ, να είναι γεννημένος στην Καμπότζη χωρίς να διευκρινίζεται αν είναι και Καμποτζιανός ή αν βρέθηκε εκεί η οικογένεια με τα κύματα προσφύγων, τότε που στο Βιετνάμ γινόταν… Βιετνάμ.
Άλλο ένα ακόμα εκπληκτικό δείγμα γραφής από τον ΦΑΤΙΧ ΑΚΙΝ, κι όταν λέω ΓΡΑΦΗΣ, κυριολεκτώ . Επειδή ξεκινάμε από την ΓΡΑΦΗ, την συγγραφή δηλαδή, του σεναρίου και αβίαστα περνάμε στη σκηνοθεσία αφού στην περίπτωση του Φατίχ…Μάνκιεβιτς, το σενάριο κι η σκηνοθεσία είναι ένα πράγμα.
Τότε, θα μεθούσαμε πραγματικά με τη διαπίστωση της δυνατότητας του κινηματογράφου και των ανθρώπων του , από μια ίδια αφετηρία να κάνουν ένα εντελώς διαφορετικό έργο, ένα άλλο πράγμα, ένα «άλλο πράγμα» και με την έννοια του θαυμασμού.
H ταινία παρά τη σχετικά μεγάλη διάρκεια (αν και τις 2,5 ώρες δεν τις λες και «μεγάλη διάρκεια» όταν υπάρχουν και κάτι 4ωρες…) καταφέρνει κι αρπάζει τον θεατή και τον κρατά εκεί, ίσαμε το τέλος. Και τούτο γιατί υπάρχει εξαιρετική αφήγηση κι η αφήγηση εδώ είναι συγκερασμός σκηνοθεσίας και σεναρίου (από διασκευή του βιβλίου της ΝΤΟΝΑ ΤΑΡΤ- θα πούμε παρακάτω γι αυτό διότι εδώ κρύβεται το επίμαχο σημείο) κι υπάρχουν κι εξαιρετικοί ηθοποιοί, εξαιρετική δουλειά στην ανεύρεση ηθοποιών- για να είμαι πιο σαφής.
Ολη η ανησυχία βασιζόταν σε αυτό: Αν η ταινία θα μπορούσε να αποδεσμευτεί από την τηλεοπτική καταγωγή της και να γίνει κινηματογραφικό φιλμ, αυτόνομο, που να παρακολουθείται και με ενδιαφέρον.
Η αργεντίνικη αυτή ταινία του ΠΑΜΠΛΟ ΤΡΑΠΕΡΟ σε σεναριακή συνεργασία ΑΛΜΠΕΡΤΟ ΡΟΧΑΣ ΑΠΕΛ, είναι ένα «μάθημα» περί διαφοράς ενδιαφέρουσας σεναριακής ιδέας και κατάληξης σε σενάριο.
Κι έτσι χάνεται η ευκαιρία, να απολαύσει κανείς μια περιπέτεια απόλυτης ξεκούρασης αφού ο τίτλος τον προκαταβάλει για αναμάσημα αμέτρητης φοράς.
Κι όμως, όποιος μπει εκεί μέσα, ξέροντας ότι πάει να ψυχαγωγηθεί , να αφεθεί, να αισθανθεί μια «παιδική» σχέση με τον κινηματογράφο, το δίωρο και κάτι τον περιμένει εγγυημένο.
Καταρχάς, αμφιβάλλω αν πρόκειται για «θρίλερ» τουλάχιστον έτσι όπως αντιλαμβάνεται τον ορισμό το ευρύτερο κοινό και ιδιαιτέρως οι fan του είδους. Είναι ένα έργο περισσότερο τελετουργικό και στυλίστικο και λιγότερο θρίλερ με την «παραδεκτή» έννοια του όρου.
Αυτό είναι το νέο φιλμ του ακάματου ΓΟΥΝΤΥ ΑΛΕΝ και για το φιλμ θα μιλήσουμε. Τα υπόλοιπα των δημοσιευμάτων δεν αφορούν την κριτική, η κριτική έχει να κάνει με το έργο κι όχι με τα παρασκήνια είτε των γεγονότων είτε των ψυχολογικών διαθέσεων εκείνων που τα γράφουν ή που δεν είναι σε θέση να «σκανάρουν» καλλιτεχνικά τις ταινίες του.