Κι όμως γίνεται. Η ιστορία του κινηματογράφου είναι γεμάτη τέτοια . Παγκοσμίως. Βέβαια, είναι ακόμα πιο γεμάτη από παραδείγματα καταξιωμένων σκηνοθετών στις χώρες τους, ευρωπαικές κι όχι μόνο, να πηγαίνουν στο Χόλυγουντ κι εκεί να μην τα καταφέρνουν. Επειδή, όμως, υπάρχουν και παραδείγματα σκηνοθετών από ευρωπαικές κινηματογραφίες συγκεκριμένων και δη ΑΥΣΤΗΡΩΝ σχολών που αφού διακρίθηκαν στον τόπο τους, κατάφεραν να φτιάξουν και στο Χόλυγουντ ταινίες μεγάλες και τρανές, κι αναφέρω ως τυπικά-κλασικά παραδείγματα τον ΡΟΜΑΝ ΠΟΛΑΝΣΚΙ και τον ΜΙΛΟΣ ΦΟΡΜΑΝ, θα προσπαθήσω να αναζητήσω αλλού τα αίτια της αποτυχίας της Σουζάνε Μπίερ, την οποία εκτιμώ με το παραπάνω, παρά στην ευκολία του ότι πήγε στο Χόλυγουντ.
Αναρωτιέμαι δηλαδή για δύο πράγματα:
ΠΡΩΤΟΝ: Ας υποθέσουμε ότι η ταινία αυτή, με την ίδια ακριβώς ιστορία, διαδραματιζόταν κάπου στη ΔΑΝΕΖΙΚΗ επαρχία. Κι ότι έπαιρνε για πρωταγωνιστές τον Μαντ Μίκελσεν και την Τρίνε Ντύρολμ, εκείνη την καταπληκτική ηθοποιό στο «Ερωτας είναι…». Πιστεύετε ότι θα μιλήσουμε για κάποια εκπληκτική ταινία;
ΔΕΥΤΕΡΟΝ: Ας υποθέσουμε ξανά πως την ταινία αυτή στους ίδιους ακριβώς χώρους με το ίδιο σενάριο, όπως αυτό που παρακολουθήσαμε, και με το ίδιο πρωταγωνιστικό ζευγάρι, την έκανε κάποιος από τους σύγχρονους του Χόλυγουντ. Ας πούμε ότι την έκανε ο Ντέιβιντ Ο.Ράσελ, που είναι κι αυτός ο οποίος έχει δοκιμάσει με τα τελειότερα αποτελέσματα τη χημεία του Μπράντλι Κούπερ με την Τζένιφερ Λόρενς. Πόσο καλύτερη ταινία θα έκανε από αυτή που είδαμε;
Μένω με τα ερωτήματα κι απαντήσεις δεν μπορώ να δώσω. Η φαντασία μου δεν μου επιτρέπει να δω κάτι καλό ούτε στην πρώτη περίπτωση ούτε στη δεύτερη.
Εξετάζοντας προσεκτικά το σενάριο αυτό που βλέπω είναι ένα caso, ένα περιστατικό, από το οποίο δεν απαλλασσόμαστε ποτέ στη διάρκεια της ταινίας. Δεν ξέρω πως ήταν το βιβλίο από το οποίο αυτό το σενάριο προήλθε αλλά πάλι δεν σώζεται κάτι διότι από εκπληκτικό βιβλίο μπορεί να βγεί κακό ή άπνοο σενάριο. Το περιστατικό της ιστορίας ουδέποτε εμβαθύνεται, άρα δεν αποκτά οικουμενικότητα ή καθολικότητα, παρά μόνο υποδεικνύεται ή υπονοείται. Ότι μια γυναίκα που δεν έχει δικά της παιδιά, τελικά ζηλεύει το μωρό του άνδρα της από προηγούμενη παράνομη σχέση του, κι είναι ικανή να φτάσει μέχρι το φόνο. Μα και πάλι, αυτό δεν είναι το συνολικό θέμα του έργου ώστε να μιλούμε για εμβάθυνση και πάνω σε τι ακριβώς; Στην ανεκπλήρωτη μητρότητα; Κι όλα τα άλλα που έχουν προηγηθεί; Η οικονομική κρίση του 1929, η μετακίνηση τους προς τα Δυτικά για να φτιάξουν κάτι δικό τους, η άγρια φύση, το επανερχόμενο σύμβολο με το πούμα που απειλεί να επιτεθεί στα άγρια βουνά;
Πολύ φοβούμαι , λοιπόν, ότι για μια ακόμα φορά θα ισχύσει το ΕΝ ΑΡΧΗ ΗΝ Ο ΛΟΓΟΣ. Ότι δηλαδή το σενάριο αφηγείτο (ΤΟ ΣΕΝΑΡΙΟ, το τονίζω) με εικόνες μία ιστορία. Μία ιστορία που έτσι όπως την αφηγείται το σενάριο δεν δείχνει ότι μπορεί και πολλά παρά μόνο εάν γίνει ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ στο σενάριο. Η παρέμβαση από μεριάς Σουζάνε Μπίερ δεν έγινε. Το σενάριο το υπογράφουν συγκεκριμένοι άλλοι. Ο διασκευαστής μαζί με τον συγγραφέα του βιβλίου. Δηλαδή πως θα έπρεπε να το σκηνοθετήσει ώστε να της βγεί καλό το φιλμ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΣΕΝΑΡΙΑΚΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ;
Μάλλον εδώ βρίσκεται το ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΑ ΝΕΡΑ ΤΗΣ του τίτλου του κριτικού, αυτού, σχολίου. Διότι τους ηθοποιούς τους πρόβαλε. Όμως, όταν στους ρόλους τους δεν υπήρχαν οι ανάλογες σκηνές ώστε να αναδειχτεί αυτό που οι ηθοποιοί σχεδίασαν για το ρόλο κι έμειναν μόνο στο σχέδιο, η σκηνοθέτης μη παρεμβαίνοντας σεναριακά, μη έχοντας δύο ή τρεις σκηνές με ψαχνό για τον πρωταγωνιστή και την πρωταγωνίστρια, δεν θα μπορούσε να τους αναδείξει και πολλά. Την παρουσία του Μπράντλι Κούπερ την τόνισε αλλά μέχρι εκεί, την εκφραστικότητα της Τζένιφερ Λόρενς την πρόβαλε με κοντινά πλάνα, πολύ ανιχνευτικά αυτού του εκφραστικού προσώπου της ηθοποιού. Δεν φτάνουν όμως.
Εδώ χρειαζόταν το έργο γράψιμο του σεναρίου εξ αρχής ώστε να υπάρχει επίκεντρο,, να το βάλουν σε κύκλο κι εκεί πατώντας να αρχίσουν να ανοίγουν τον διαβήτη. Ποιος φταίει για όλο αυτό που δεν έγινε, δεν το γνωρίζω διότι δεν παρακολούθησα ούτε το σχεδιασμό της ταινίας ούτε τα γυρίσματα της. Το αποτέλεσμα σε σεναριακό κενό με παραπέμπει κι η ευθύνη δεν είναι του (της) σκηνοθέτη. Το γιατί δέχτηκε να το κάνει χρεώνεται στον άνθρωπο Μπίερ κι όχι στη σκηνοθέτη Μπίερ. Την αποτυχία όμως την εισπράττει.
Αν το είχε κάνει στη Δανία, θα είχε πάρει το βιβλίο, θα είχε βάλει τον σεναριογράφο πρώην σύζυγο να της κάνει τη διασκευή και να της το γράψει και εκείνη θα έπαιρνε credit συν-σεναριογράφου κάνοντας τις σκηνοθετικές ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΕΝΑΡΙΟΥ παρεμβάσεις, ώστε να την ικανοποιεί πλήρως ως σενάριο πριν πάει για γύρισμα.
Κι αυτό όμως , μια φιλολογική κουβέντα καφενείου είναι διότι κανείς δεν ξέρει ούτε για τη Δανία με τι όρους πούλησε τα δικαιώματα του βιβλίου του ένας συγγραφέας.