Δεν μνημονεύεται ούτε ως θεατρικό έργο, που από εκεί ξεκινάει, από την τριλογία του ΜΑΡΣΕΛ ΠΑΝΙΟΛ «ΜΑΡΙΟΣ», «ΦΑΝΝΥ», «ΚΑΙΣΑΡ», και θεωρείται «ΗΘΟΓΡΑΦΙΚΟ ΕΠΟΣ ΤΗΣ ΜΑΣΑΛΙΑΣ» και τότε, επί οσκαρικής υποψηφιότητας, έζησε την τελευταία της αναλαμπή. Τη χρονιά εκείνη.
Στη δεκαετία του 30, η τριλογια, και κυρίως η «Φαννύ», ήταν δημοφιλέστατη, είχε γυριστεί σε ταινία κι από το γαλλικό σινεμά και κοσμούσε τα παγκόσμια θέατρα.
Μετά σαν να ρυτιδώθηκε κι αποσύρθηκε ή την απέσυραν
Το 1961 επανέρχεται στον κινηματογράφο. Κάπως περίεργα. Λίγα χρόνια πριν ανεβάστηκε στο Μπροντγουέι μια διασκευή της τριλογίας σε μιούζικαλ, επικεντρωμένη στη Φαννύ και με τίτλο από το όνομα της, ως μιούζικαλ , είδε προοπτικής ανανέωσης του «πανιολικού» έργου κι έτσι η Warner αγόρασε τα δικαιώματα για μεταφορά στον κινηματογράφο από τον θεατρικό σκηνοθέτη ΤΖΟΣΟΥΑ ΛΟΓΚΑΝ, ο οποίος είχε πάρει κλήση κι από το Χόλυγουντ, κι είχε κάνει επιτυχίες με δύο υποψηφιότητες για Οσκαρ, για το «ΠΙΚ ΝΙΚ» και για τη «ΣΑΓΙΟΝΑΡΑ». Και τότε συνέβη κάτι περίεργο. Τα στελέχη του στούντιο το ξανασκέφτηκαν και πρότειναν να ακολουθηθεί η δομή του μιούζικαλ αλλά να γυριστεί το φιλμ σε έργο πρόζας, όπου να είναι πιο μπροστά ο «Πανιόλ». Ο απόηχος αυτός έφτασε ως την ΕΛΛΑΔΑ κι ο ΚΩΣΤΑΣ ΜΟΥΣΟΥΡΗΣ, ο θιασάρχης των εκπληκτικών παραστάσεων και της καθιέρωσης ή και ανάδειξης πρωταγωνιστριών, που παρακολουθούσε στενά το αμερικάνικο θέατρο, αποφάσισε να ξανανεβάσει τη «ΦΑΝΝΥ» και να πάρει για πρωταγωνίστρια την ΤΖΕΝΗ ΚΑΡΕΖΗ που ήταν η σειρά της να περάσει κι αυτή από το θέατρο «Μουσούρη». Ωστόσο, προφανώς οι ρυτίδες του έργου δεν απεκρύβησαν, το έργο έμεινε στο πρόγραμμα του θεάτρου κάποιους μήνες αλλά , σε παράβαση των κανόνων του θεάτρου
«Μουσούρη» που έβγαζε από το 1956 τη σαιζόν με ένα έργο, εκεί κατά το Φεβρουάριο αναγκάστηκε να αλλάξει και να ανεβάσει το «ΕΚΕΙΝΗ ΤΗ ΝΥΧΤΑ» του Ούγγρου ΛΑΓΙΟΣ ΖΙΛΑΧΥ, επιτυχία του Μουσούρη στην Κατοχή με την ΜΑΙΡΗ ΑΡΩΝΗ, όπου τώρα θα αναδεικνυόταν, όπως κι έγινε η Τζένη Καρέζη.
Το έργο ξανανεβάστηκε για τελευταία φορά πολλά χρόνια αργότερα, διασκευασμένο ως εκεί που δεν έπαιρνε, από ΤΟΝ ΚΩΣΤΑ ΧΑΤΖΗΧΡΗΣΤΟ και τον ΝΤΙΝΟ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟ ως «ΚΑΙΣΑΡ ΚΑΙ ΝΑΠΟΛΕΩΝ» με «Φαννύ» την ΕΛΕΝΗ ΕΡΗΜΟΥ αλλά δεν προβαλλόταν πουθενά ο Πανιόλ μα ούτε κι η Φαννύ.. Το έργο είχε κλείσει τον κύκλο του.
Όλα αυτά τα βάζω σε ένα ενιαίο πακέτο διότι δικαιολογούν μερικά από τα όσα συνέβησαν γύρω από την ταινία. Η οποία έκανε εισπρακτική επιτυχία, άρεσε, αλλά …όχι σε όλους. ΣΚΗΝΟΘΕΤΕΣ ΚΑΙ ΣΕΝΑΡΙΟΓΡΑΦΙ στην ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΤΕΧΝΩΝ ΚΙ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ, την προσπέρασαν, προφανώς ως κάτι «πασέ», κι ως όλο αυτό που έγινε με το θεατρικό μιούζικαλ που ήταν διασκευή σε επαναδιασκευή Πανιόλ, κάπως δεν έπεισε. Ωστόσο, το έργο άρεσε στα σύνολο των κινηματογραφιστών για να καταφέρει να φτάσει ως την καλύτερη ταινία, αλλά δύο από τις πέντε συνολικά υποψηφιότητες είναι που εξηγούν ποιοι ήταν οι κύριοι μοχλοί που πήγαν μπροστά τη σκηνοθεσία του Τζόσουα Λόγκαν, κι αυτοί ήταν η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ του ΤΖΑΚ ΚΑΡΝΤΙΦ και το ΜΟΝΤΑΖ του ΟΥΙΛΙΑΜ ΡΕΫΝΟΛΝΤΣ.
Ο Τζακ Γκάρντιφ αποτύπωσε το φυσικό φως και τα φυσικά χρώματα της Μασαλίας, με πλαναρίσματα υπέροχα που έδειχναν τους ανοιχτούς ορίζοντες του λιμανιού, αυτό στο οποίο σε καλεί κάθε λιμάνι αν σε έχει γεννήσει, να διαλέξεις αν θα είσαι από αυτούς που ακολούθησαν τους ανοιχτούς ορίζοντες , τη φυγή, το ταξίδι στο άγνωστο ή αν θα πας με τους άλλους που μένουν .. με αυτούς που μένουνε και περιμένουνε..
Ο Τζακ Γκάρντιφ πρόσφερε ανεκτίμητη βοήθεια στο σκηνοθέτη του, ο οποίος είχε ζητήσει και είχε γίνει δεκτό από τη Warner να γυριστεί στο φυσικό χώρο, να δοθεί κινηματογραφική πνοή στο πνεύμα της «Φαννύ» που είναι η ίδια η Μασαλία, το λιμάνι της, οι άνθρωποι της, η φυγή κι η αναμονή, η εγκατάλειψη κι η προσμονή, με ηθογραφικό κτίσιμο αλα δικού μας Γρηγορίου Ξενοπούλου, ηθογραφία δηλαδή ως προέκταση χαρακτήρων, κι ένα ρομάντζο που παίζει ενδιάμεσα ανάμεσα στη Φαννύ και τον Μάριο, με τη Φαννυ να θυσιάζεται ξέροντας την αγάπη του Μάριου για τη θάλασσα και για να μην του πνίξει τα όνειρα, του κρύβει ότι περιμένει τον καρπό του έρωτα τους, ενώ εκείνος είναι έτοιμος να την παντρευτεί και να θυσιάσει με βαριά καρδιά την αγάπη του για τη θάλασσα. Και τότε , θα βρεθεί το πλούσιο γεροντοπαλλήκαρο, ο καλόκαρδος Πανίς να δώσει στη Φαννύ την αποκατάσταση ενώ ο Σεζάρ, ο «Καίσαρ» που διαβάσατε παραπάνω, ο πατέρας του Μάριου, που γνωρίζει την αλήθεια, καταριέται το γιό του και συμπαραστέκεται στη νύφη του, στο γάμο με τον καλόκαρδο Πανίς.
Αυτή την ιστορία ο Γκάρντιφ περιέλουσα με το φως της Μεσογείου, με το χρώμα της Μασαλίας , που είναι ενίοτε και σκυθρωπό καθώς ο Ατλαντικός καρτερεί στο βάθος κι ο ουρανός έχει ένα δικό του μπλε, διαφορετικό κατά πολύ από το δικό μας…..
Το άλλο σπουδαίο στοιχείο ήταν το μοντάζ του Ουίλιαμ Ρέυνολντς κι όταν λέμε Ρέυνολντς, όταν οι κινηματογραφιστές στην Αμερική λένε Ουίλιαμ Ρέυνολντς γεμίζουν σεβασμό. Ο μοντέρ-δάσκαλος που πήρε ΔΥΟ ΟΣΚΑΡ, για την «ΜΕΛΩΔΙΑ ΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ» και για «ΤΟ ΚΕΝΤΡΙ», είναι αυτός που δίνει τον κινηματογραφικό ρυθμό στην ταινία του Λόγκαν, που την κάνει και ρέει χωρίς να το καταλαβαίνεις, που ξέρει να κάνει cut στα συναισθήματα ώστε να αφήσουν το άρωμα μιας συναισθηματικής, παραμυθένιας ηθογραφίας κι όχι τις εκτροπές ενός μελό που θα κάψει το όλο εγχείρημα. Ο Ουίλιαμ Ρέυνολντς ήταν από τους μοντέρ εκείνους που παρακολουθούσαν στενά τα γυρίσματα κι έδιναν και συμβουλή στον σκηνοθέτη.
Βέβαια κανείς τους δεν κατέληξε σε νίκη με το «West Side Story» απέναντι και στην καλύτερη ταινία και στη φωτογραφία και στο μονταζ.
Για τη βασική ερμηνευτική τετράδα ο Τζόσουα Λόγκαν θέλησε αποκλειστικά ευρωπαϊκό cast και δη γαλλικό (οι τρεις στους τέσσερις) με Γάλλους είτε που έκαναν καριέρα στο Χόλυγουντ είτε ήταν γνωστοί στην Αμερική. Κι έκανε εντύπωση πως από την ερμηνευτική τετράδα που τη συναποτελούσαν η ΛΕΣΛΥ ΚΑΡΟΝ, ο ΧΟΡΣΤ ΜΠΟΥΧΟΛΤΣ, ο ΣΑΡΛ ΜΠΟΥΑΓΙΕ κι ο ΜΩΡΙΣ ΣΕΒΑΛΙΕ, η ερμηνεία που προκρίθηκε από τους Ηθοποιούς για την πεντάδα του Οσκαρ ήταν του ΣΑΡΛ ΜΠΟΥΑΓΙΕ στο ρόλο του Σεζάρ, στο ρόλο του πατέρα, ο ρόλος δηλαδή του ΚΩΣΤΑ ΜΟΥΣΟΥΡΗ στο θέατρο κι όχι της Καρέζη ή της Λέσλυ Καρόν. Η πατρική αυστηρότητα ενός αλλοτινού γόη, ενός Μαρσεγιέζου χήρου με λιμανίσιες αρχές. Η Πέμπτη και τελευταία υποψηφιότητα της «Φαννύς» ήταν για τη μουσική που συμπλήρωνε την προβολή των αισθημάτων.
Είναι πολύ όμορφο φιλμ για να έχει ξεχαστεί. Είναι από εκείνα τα «ξεπερασμένα», που όταν τα ξαναδείς σε αιχμαλωτίζουν εκ νέου ως «νοσταλγικά».
ΥΓ. Στην Ελλάδα την πρωταγωνιστική διανομή πλάι στο θεατρικό ζεύγος Μουσούρης-Καρέζη συμπλήρωναν Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΞΕΝΙΔΗΣ κι ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΕΥΤΕΡΙΩΤΗΣ.
ΥΓ 2. Ο ΣΑΡΛ ΜΠΟΥΑΓΙΕ έχασε και την τέταρτη φορά το Οσκαρ, εδώ στη «Φαννύ», επίσης από Ευρωπαίο ηθοποιό,τον ΜΑΞΙΜΙΛΙΑΝ ΣΕΛ στα «ΑΠΟΡΡΗΤΑ ΤΗΣ ΝΥΡΕΜΒΕΡΓΗΣ» κι η μουσική της «Φαννύς» από τον «ΠΡΟΓΕΥΜΑ ΣΤΟΥ ΤΙΦΦΑΝΥ» του ΧΕΝΡΥ ΜΑΝΤΣΙΝΙ.