Κάνω ξεχωριστά αυτή την ανάρτηση για όποιον θέλει να συμβουλεύεται περί των υποψηφιοτήτων ΟΛΩΝ των κατηγοριών. Χωρίς συνοδεία κειμένου
Καταρχάς έχουμε μεγάλη χαρά , για τον ΓΙΩΡΓΟ ΛΑΝΘΙΜΟ και τον ΓΙΩΡΓΟ ΜΑΥΡΟΨΑΡΙΔΗ (ο υποφαινόμενος έχει και προσωπική χαρά για τον δεύτερο με τον οποίο γνωριζόμαστε από παιδιά και ξέρω τη ΣΠΑΝΙΑ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΤΟΥ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ) που μπήκαν στη πεντάδα των Οσκαρ, προτάθηκαν ο πρώτος για τη ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ, ο δεύτερος για το ΜΟΝΤΑΖ , αμφότεροι για την «ΕΥΝΟΟΥΜΕΝΗ». Η οποία «ΕΥΝΟΟΥΜΕΝΗ» τίθεται επικεφαλής, ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΗ «ROMA» του ΑΛΦΟΝΣΟ ΚΟΥΑΡΟΝ, με 10 ΥΠΟΨΗΦΙΟΤΗΤΕΣ εκάστη. Τις περισσότερες από όλες τις άλλες ταινίες.
..Και λυπάμαι περισσότερο τον ΓΟΥΙΛΕΜ ΝΤΑΦΟ, ειδικά την Τρίτη 22 Ιανουαρίου που θα ανακοινωθούν οι υποψηφιότητες των Οσκαρ αν δεν θα είναι εκείνος μέσα, που ενώ είναι έτοιμος Βαν Γκονγκ, η φυσιογνωμία του καταλήγει στον απόλυτο Βαν Γκονγκ, τον μέγα Φλαμανδό ζωγράφο, η ευαίσθητη ματιά του κι η ασκητική φυσιογνωμία του τον έχουν προετοιμάσει πλήρως για αυτό το χαρακτήρα, δεν του έχουν γράψει ρόλο για να παίξει. Κι έτσι κυκλοφορεί ως φυσιογνωμία Βαν Γκόνγκ χωρίς ρόλο Βαν Γκονγκ. Γι αυτό κι ανησυχώ και λυπάμαι αν θα υπάρξει δυσάρεστη έκβαση…
Ωστόσο, κι η «ΕΥΝΟΟΥΜΕΝΗ» δεν τα πήγε άσχημα, έφυγε με ΤΕΣΣΕΡΑ βραβεία, ένα εκ των οποίων είναι της ΚΑΛΥΤΕΡΗΣ ΒΡΕΤΑΝΙΚΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ
Με το δεξί, μπαίνει το «ΠΡΑΣΙΝΟ ΒΙΒΛΙΟ» του ΠΗΤΕΡ ΦΑΡΕΛΙ στην επίσημη οσκαρική κούρσα του 2019.
Τελευταία ανακοίνωση υποψηφιοτήτων από Κινηματογραφικά Σωματεία , κι αυτά είναι των Οπτικών Εφφέ και των Ηχητικών Μοντέρ ενώ από τις 19 Ιανουαρίου (20 Ιανουαρίου για την ΕΛΛΑΔΑ) ξεκινούν οι ανακοινώσεις ΝΙΚΗΤΩΝ με πρώτο το ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ.
Ο ελληνικός τίτλος αποδίδει καλύτερα τον εντοπισμό του περιεχομένου αυτής της ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ ταινίας. Πως αυτή που πρωταγωνιστεί δηλαδή είναι η ΣΤΟΛΗ του λοχαγού, είναι το ΡΑΣΟ που πάει να κάνει τον παπά, κι όχι ο ΛΟΧΑΓΟΣ του γερμανικού και του αγγλικού τίτλου.
Μπορεί να τα πλασάρουν όπως θέλουν, μέσω των δημοσιευμάτων οι διάφοροι ατζέντηδες και λοιποί και λοιποί, πως το σκηνοθέτησε γυναίκα, διευθύντρια φωτογραφίας είναι γυναίκα κι ότι το έργο μιλά για τις γυναίκες (λες και τα υπόλοιπα έργα με πρωταγωνίστριες δεν μιλούν για γυναίκες…), αν και δεν κατάλαβα τι εννοεί, δεν πρόκειται δα και για τη «Νόρα» του Ιψεν, δεν θέτει κάποιο ειδικώς γυναικείο πρόβλημα δηλαδή, ωστόσο το αποτέλεσμα είναι ένα: Δεν έχει καθόλου καλή αφήγηση κι η αφήγηση δεν είναι υπόθεση φύλου.
Καταρχάς, μην προσκολληθείτε στον συγγραφέα. Γενικώς, μην προσκολλάστε στους συγγραφείς όταν πηγαίνετε να δείτε μια ταινία. Ξέρω, δεν είναι εύκολο από τον θεατή να ξεριζώσει την εντύπωση που σχημάτιζε διαβάζοντας ένα βιβλίο. Εφτιαξε τις δικές του εικόνες, εγωιστικά έχει την απαίτηση ο σκηνοθέτης που το μετατρέπει σε ταινία να του δείξει αποκλειστικά τις εικόνες που ο κάθε αναγνώστης χωριστά δημιούργησε διαβάζοντας το βιβλίο. Εξού κι επαναλαμβάνεται η φράση «σαν το βιβλίο δεν ήταν». Μόνο που η εν λόγω φράση, που καταντά αφορισμός, είναι κούφια πέρα για πέρα, δεν άπτεται της κινηματογραφικής πραγματικότητας, της κινηματογραφικής δημιουργίας, της κινηματογραφικής Τέχνης (και κινηματογραφική Τέχνη είναι ό,τι έχει να κάνει με την Τέχνη του Σινεμά κι όχι με τα … «έργα Τέχνης» και μόνο) και καταλήγει ανοησία. Χωρίς να παραγνωρίζω τη δυσκολία του πράγματος, επαναλαμβάνω και θα το επαναλαμβάνω όσο έχω φωνή και γραφίδα πως όταν μια Τέχνη μεταφέρεται σε μία άλλη υποχρεούται να ακολουθεί τους κανόνες της δεύτερης και μόνον αυτής.
..Τότε, και μια «μικρή» ταινία να κάνεις, «μικρή» που λέει ο λόγος, θα βρεις τρόπο και τρόπους να την ομορφύνεις, να την πλουτίσεις, να την κεντήσεις, να την κάνεις ΤΑΙΝΙΑ ρε αδερφέ… Κι αυτός είναι ο ΚΛΙΝΤ ΗΣΤΓΟΥΝΤ.