Πως έχει γράψει και πως έχει σκηνοθετήσει το ΑΝΑΜΟΡΦΩΤΗΡΙΟ, τι τόλμη και τολμηρότητα, και συγχρόνως πως έχει σκηνοθετήσει τη ΖΩΗ, τη ΛΑΣΚΑΡΗ, σε ένα ακόμα δυνατό δραματικό ρόλο, ίσως τον δυνατότερο της καριέρας της .
Ως πρόλογο, θα ξεκινήσω από τον ΜΙΧΑΛΗ ΚΑΚΟΓΙΑΝΝΗ , παραβιάζοντας κατά κάποιο τρόπο την καλλιτεχνική-κινηματογραφική μου ιδεολογία, τον Αριστοτελικό ΕΡΓΟΚΕΝΤΡΙΣΜΟ. Και πριν αναλύσω το ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΨΕΜΑ, θέλω να πω κάτι για τον ίδιο, τον κορυφαίο κινηματογραφιστή -κορυφαίο σκηνοθέτη, για την ακρίβεια μια και δεν έκανε μόνο σινεμά αλλά και θέατρο τόσο της πρόζας όσο και της Οπερας. Ότι ο Κακογιάννης, ΕΛΛΗΝΑΣ ΕΚ ΚΥΠΡΟΥ, κι όχι σκέτο «Κύπριος», που γεννήθηκε στη Λεμεσό κι έζησε μεγάλο διάστημα στην Αγγλία, ήρθε στην Ελλάδα στη δεκαετία του ‘50 , στην οποία ουσιαστικά δεν είχε ζήσει κι έκανε τέσσερις ελληνικές ταινίες , απύθμενου ελληνικού βάθους, διαφορετικού κοινωνικού ντεκόρ η κάθε μία (ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟ ΞΕΥΠΝΗΜΑ, ΣΤΕΛΛΑ, ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΜΕ ΤΑ ΜΑΥΡΑ, ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΨΕΜΑ) κι αποθέωσε όλο αυτό με την τολμη της τραγωδίας στην οθόνη, την ΗΛΕΚΤΡΑ του ΕΥΡΥΠΙΔΗ που έγινε παγκοσμιος πρωτοπόρος και έλαμψε στους διεθνείς ουρανούς με ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ, «ΑΛΕΞΗΣ ΖΟΡΜΠΑΣ».Αυτο το στοιχείο το παραθέτω επειδη είαι ένα ΦΙΛΤΡΟ μεσα από το οποίο μπορει κανείς να πλευρίσει το έργο του Κακογιάννη , μια οπτική γωνία μέσα από την οποία να το δει κι όπως και να έχει, κι από όπου κι αν το δει , πάλι ΘΑ ΤΟ ΑΠΟΛΑΥΣΕΙ. Κουβαλά, κι ας ζούσε έξω, μια ελληνική ψυχή διαταξική
Ναι, υπάρχει κι αυτό. Μπορεί να έχει εκείνη τη φεστιβαλική βραδύτητα κατά την αφήγηση και την εξέλιξη, μπορεί να επιμένει στα τοπία και τις γύρω περιοχές μπορεί να σιγοβράζει και να σιγοκαίει τους χαρακτήρες των ανθρώπων, όμως, όλα αυτά καταφέρνουν κι αφορούν από την στιγμή που θα προσπεράσει ο θεατής τη βραδύτητα και θα την συναισθανθεί.. Το συγκεκριμένο το γράφω περισσότερο ως πρόβλημα του θεατή, παρά της ταινίας. Για να εξηγούμαστε.
ΤΟ ΔΙΛΗΜΜΑ. Αυτό είναι το θέμα της ταινίας της ΦΙΝΟΣ ΦΙΛΜ που είναι η 5η και τελευταία ταινία της γόνιμης συνεργασίας ΝΤΙΝΟΥ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΥ στη σκηνοθεσία και ΝΙΚΟΥ ΦΩΣΚΟΛΟΥ στο σενάριο. Είναι το θέμα κι είναι η μονολεκτική απάντηση στην ερώτηση «περί τίνος πρόκειται;». Μια ερώτηση που την κάνουν συχνά πυκνά στο εξωτερικό, στις εξετάσεις περί σεναρίου αλλά και περί ταινιών γενικότερα. Κι απαιτούν μονολεκτική απάντηση ώστε να ξέρουν τόσο ο συγγραφέας όσο κι ο σκηνοθέτης σε τι εστιάζουν.
Η ΑΛΙΚΗ , όμως, έτσι το λειτούργησε , επειδή έκανε την πετυχημένη δραματική υπέρβαση και με τη φόρα που είχε πάρει, ήθελε να τερματίσει και πρώτη, άντε δεύτερη, στα εισιτήρια. Το εισέπραξε ως αποτυχία, το λειτούργησε ως αποτυχία και φτιάχτηκε ένας μύθος γύρω από αυτό το υπέροχο φιλμ που δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα. Όμως.. έτσι είναι αν έτσι νομίζετε…
Πραγματικά είναι ταινία για να την ευχαριστηθεί θεατής. Με ποιά έννοια; Ότι σε βάζει από την αρχή σε κλίμα, ότι σου προκαλεί αυτομάτως το ενδιαφέρον, ότι σου φτιάχνει σασπένς κι έχεις την αίσθηση ότι ανα πάσα στιγμή μπορεί να εκραγεί «βόμβα», ότι δεν πλατειάζει κι ότι όλο αυτό είναι έργο τριών προσώπων. Κατα βάση όμως είναι εργο ικανού σκηνοθέτη κι ο σκηνοθέτης αυτός είναι θηλυκού γένους, ονομάζεται ΜΑΡΥΑΜ ΤΟΥΖΑΝΙ, είναι ΜΑΡΟΚΙΝΗ (και πολύ όμορφη, όπως είδα σε μια φωτογραφία) και γράφει και το σενάριο, με συνεργάτη, τον σκηνοθέτη ΝΑΜΠΙΛ ΑΓΙΟΥΧ, ο οποίος είναι επίσης Μαροκινός, και μαλιστα ζει εκεί, κι έχει συμβάλει σε τολμηρές ταινίες, που κάποιες ξαφνιάζουν για την αντίληψη που υπάρχει γύρω από τις ισλαμικές χώρες, ωστόσο το Μαρόκο θεωρείται κι από τις πιο προχωρημένες, σε θέματα κοινωνικά κλπ ,αν κρίνουμε από τις κατά καιρούς ταινίες τους.