Πως την έχει στήσει κι οργανώσει ο Μάνγκολντ την ταινία!
Οπου το θέμα είναι ένας ανταγωνισμός στα αυτοκίνητα μεγάλης ταχύτητας, ανάμεσα στη Φορντ και στη Φεράρι. Ένα γεγονός που άλλαξε την ιστορία του αυτοκινήτου και των αγώνων μεγάλης ταχύτητας.
Η ιστορία πρέπει να γίνει ανθρωποκεντρική ώστε ο θεατής να περάσει μέσα από την ταύτιση για να την απολαύσει.
Δύο λοιπόν υπαρκτά πρόσωπα, που δεν μας ενδιαφέρει καθόλου αυτή η νέα μόδα για το αν είναι υπαρκτά ή επινοημένα, πάντως είναι υπαρκτά, τα υπόλοιπα επινοούνται για τη δραματοποίηση και τη μυθοπλασία, γίνονται οι φορείς της ιστορίας. Τα πρόσωπα αυτά είναι ο σχεδιαστής αυτοκινήτων Κάρλ Σέλμπι κι ο οδηγός ταχυτήτων Κεν Μάιλς. Δεν πρόκειται όμως για βιογραφικό δράμα αλλά για βιογραφική αφορμή. Η ταινία στοχεύει στο Le Mans του ’66 και στις διαδικασίες για να φτάσουμε εκεί, με οχήματα τους δύο αυτούς ανθρώπους. Οπου το σενάριο, ανταποκρινόμενο στα ψυχαγωγικά κελεύσματα κι όχι στη ψυχολογική βιογραφία, δίνει ψυχολογικές αφορμές ώστε να κτιστούν οι ρόλοι, στα πλαίσια μιας ταινίας δράσης που όμως την κινούν οι άνθρωποι.
Επιλέγονται δύο σταρ για τους ρόλους αυτούς, ρόλοι με προσωπικούς δαίμονες όπου ο καθένας θα χρωματίσει το δικό του για να ωθείται κι από αυτούς η ιστορία. Για το ρόλο του Σέλμπι ο ΜΑΤ ΝΤΕΗΜΟΝ για το ρόλο του Κεν ο ΚΡΙΣΤΙΑΝ ΜΠΕΗΛ- ο οποίος έχει αδυνατίσει για το ρόλο , το έχει ξανακάνει , άλλωστε, στο παρελθόν.
Και οι δυο ηθοποιοί εντάσσουν τις ερμηνείες του στα κελεύσματα του σκηνοθέτη περί ψυχαγωγικής ταινίας. Το χιούμορ, κυρίως το λανθάνον, γίνεται βάση ερμηνευτικού συντονισμού και των δύο, αφού κι οι ρόλοι είναι γραμμένοι στα ψυχαγωγικά πλαίσια, ακόμα και στις δραματικές τους νότες. Υπάρχουν εξαίρετα γραμμένες σκηνές για να φανεί ο χαρακτήρας του καθενός κι η μεταξύ τους σχέση, υπάρχει και το πλαίσιο διότι γύρω από αυτούς κινείται ένας κόσμος, όπου μέσα από ζυγισμένες ατάκες φαίνεται κι η διαφορά νοοτροπίας μεταξύ Αμερικανού Φορντ και Ιταλού Εντζο Φεράρι, όλα αυτά πολύ σοφά υπολογισμένα, και με ρόλους που να κεντρίζουν το ενδιαφέρον για την εξέλιξη της ιστορίας.
Ξαφνικά, η δουλειά φτιάχνει και δύο εξαιρετικούς supporting ρόλους, ο ένας μάλιστα τίθεται και «for your consideration» ενόψει των Οσκαρ. Είναι ο ρόλος του Χενρυ Φορντ του Β (όπως επιτιμητικά τον αποκαλεί- «του Β»’- ο Ιταλός Φεράρι), που δίνει τη δυνατότητα στον ηθοποιό ΤΡΕΪΣΥ ΛΕΤΣ να διαπρέψει!! Ρόλος-δώρο. Οσα λέγονται για τον Φορντ κι όπως πρέπει να κινείται ο Φορντ, κάτι σαν…Τζορτζ Μπους τζούνιορ (αν δεν ήταν αυτή η σκηνοθετική ερμηνευτική οδηγία.. τι να πω…) όπου ο ρόλος κορυφώνεται με ένα ανθρώπινο και συνάμα γελοίο ξέσπασμα συνειδητοποίησης δείχνοντας πόσο δίκιο είχαν για αυτόν οι περιγραφές του Φεράρι, πόσο επίσης σωστά είχε μιλήσει ο Σέλμπι για τους χαρτογιακάδες που τον περιβάλλου και δεν έχει ιδέα , και πως αλλάζουν ξαφνικά όλα για αυτόν κι ανατρέπονται. Τι ωραία γραμμένος ρόλος, πόσο τέλεια τον ερμήνευσε ο ηθοποιός. Ο άλλος ωραίος supporting ρόλος είναι της γυναίκας του Κεν που την παίζει η άγνωστη σε μένα ΚΑΪΤΡΙΟΝΑ ΜΠΑΛΦ κι η οποία με εντυπωσίασε στο πως είχε μπει στο κλίμα της ταινίας που της είχε φτιάξει ο Τζέημς Μανγκολντ, και πόσο ωραία τον χρωμάτιζε κι είναι σαφές ότι ο Μάνγκολντ δεν πρέπει να είναι σκηνοθέτης ηθοποιών με την καζανική έννοια, είναι όμως σκηνοθέτης κλίματος που κάνει τον ηθοποιό να εμπνέεται και να δημιουργεί- σχολή Ρόμπερτ Ζεμέκις.
Κι επειδή τα πολλά πρόσωπα παίζουν ρόλο μέσα στο σενάριο, ανακατεύονται , επισημαίνονται, σχολιάζονται, υπάρχουν κι άλλοι ηθοποιοί από το casting που επιλέχθηκαν για να δώσουν τον τόνο και τον τονισμό, έστω σε μία σκηνή ή στην εκφορά μιας ατάκας- δίνω εύσημα στον ΤΖΩΝ ΜΠΕΡΝΘΑΛ και στο πως έφτιαξε τον Ιακόκα που δουλεύει για λογαριασμό του Φορντ και στον ΤΖΟΣ ΛΟΥΚΑΣ, για τη διακριτικότητα με την οποία επεξεργάστηκε τον «χαρτογιακά»
Για τον σκηνοθέτη όμως, για τον Τζέημς Μάνγκολντ, ο ΜΑΤ ΝΤΕΗΜΟΝ κι ο ΚΡΙΣΤΙΑΝ ΜΠΕΗΛ ήταν οι πρωταγωνιστές.
ΟΙ ΣΤΑΡ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΑΛΛΟΙ.
Κι ο πρώτος τη τάξει σταρ είναι Ο ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ, ναι, ο ΦΑΙΔΩΝ ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ, που ήταν υποψήφιος για Οσκαρ στη «Νεμπράσκα». Ο Φαίδων Παπαμιχαηλ κάνει πολύ μεγάλη δουλειά στη φωτογραφία, ουσιαστικά είναι αυτός που έχει αναλάβει τη μεγάλη εξουσιοδότηση από το σκηνοθέτη. Δουλειά κάμερας, δουλειά τρομαχτική. Δουλειά πλάνων για τα πρόσωπα, ιδανικό στήσιμο πλάνου, μεγάλη δουλειά κίνησης για τις σκηνές των αγώνων, σταθερός φωτισμός, η κάμερα του Παπαμιχαήλ καθοδηγεί πλήρως την ταινία, αυτή ρυθμίζει τις ταχύτητες του μοντάζ, αυτή θα οδηγήσει στην αποθέωση της δουλειάς που γίνεται στον ήχο, στον ΣΧΕΔΙΑΣΜΟ ΤΟΥ ΗΧΟΥ.
Η τελευταία μεγάλη σεκάνς, που διαρκεί κοντά μισή ώρα και διακόπτεται για τις ανάσες και τις κλιμακώσεις από τον γνώστη Μάνγκολν, είναι μεγάλη σεκάνς αγώνων αυτοκινήτων είναι μια αποθέωση της συνεργασίας Φωτογραφίας, Μοντάζ και Συντελεστών Ηχου, ο δε ήχος, αν προσέξετε, επειδή στην ταινία, στην ιστορία, παρεμβάλλονται ενίοτε κι αεροδρόμια ή αεροπλάνα, μοιάζει σαν να προέρχεται από εκεί. Σαν να έχουν διαλέξει έναν αεροπορικό ήχο, που δεν διαφέρει τόσο είτε ακούμε αεροπλάνο είτε στριγγλίζουν τα αυτοκίνητα, είναι μια καταπληκτική αίσθηση της «αεροδυναμικότητας» , αυτό που σου περνούν οι αγώνες ταχύτητας κι έχουν δουλέψει πάνω σε αυτό. Δεν είναι μόνο ήχος ράλλυ, σαν κι εκείνον που ήταν πρωτοπορία πριν 50 και κάτι χρόνια στο «ΓΚΡΑΝ ΠΡΙ» του Φρανκεχνάιμερ κι είχε επιβραβευθεί με Οσκαρ κι ως ήχος κι ως ηχητικά εφφε-τότε. Είναι ένας άλλος ήχος, εξού και το μοντάζ κάνει αυτές τις επισημάνσεις χωρίς έμφαση, περνά αυτή την αίσθηση.
Θα πω επίσης ότι η τελική μεγάλη σεκάνς του Le Mans, μου φάνηκε ως αρκετά διδαγμένη από το «Μπεν Χουρ» του Γουίλιαμ Γουάιλερ. Συνδύαζε και την ανθρώπινη αγωνία, και το αγκομαχητό, και τον στήθος με στήθος ανταγωνισμό , και το απρόβλεπτο, στον κάθε γύρο.
Το μόνο που με στεναχώρεσε στην ταινία είναι πως όλοι αυτοί….. δούλευαν για την Φορντ ενώ εγώ θα ήθελα να δούλευαν για τη Φεράρι και να είχε νικήσει η Φεράρι.. Ως Ιταλόφιλος.. Χαχα.. Αυτές οι σκέψεις είναι κι οι ομορφιές του ψυχαγωγικού σινεμά όταν αγγίζει την τελειότητα και σε παρασέρνει. Κι όταν λέω τελειότητα εννοώ εκείνο τον τρόπο να σε αιχμαλωτίζει ενώ δεν είσαι φαν των αγώνων αυτοκινήτων. Αυτός είναι ο καλός σκηνοθέτης του ψυχαγωγικού σινεμά, που κάνει την ταινία να συναρπάζει και τον θεατή που δεν ενδιαφέρεται για το καθαυτό θέμα. Ακριβώς επειδή την έχει οργανώσει έτσι ‘πως την οργάνωσε,έτσι όπως την έκτισε. Με μοτίβο ανθρωποκεντρικό.
Πολύ Ευχάριστος Κινηματογράφος!!! Πολύ!!!