Κι αυτό που έκανε ο Λέβαν Ακίν είναι κάτι πέραν της ομοφυλοφιλίας, η οποία εμπλέκεται στο σενάριο ως ένα love story, το οποίο, όμως, γεννιέται μέσα από την ίδια την παράδοση κι η παράδοση είναι ο χορός. Είναι ένα φιλμ πάνω στους γεωργιανούς χορούς, στην κουλτούρα της Γεωργίας γύρω από την έννοια «χορός» και στο πως αντιλαμβάνονται την Τέχνη του Χορού αλλά και τις λαϊκές χορευτικές παραδόσεις.
Από το ξεκίνημα η ταινία μας δίνει την βασική πληροφορία (στη Σουηδία έχει σπουδάσει ο Λέβαν Ακιν, έχω μιλήσει για τις εκεί κινηματογραφικές σπουδές που διδάσκονται τα πάντα, όλα τα είδη και όλα μα όλα τα ξεκινούν από την ΠΑΡΑΓΩΓΗ και το ΣΕΝΑΡΙΟ), για τις περί χορού αντιλήψεις. Ότι δηλαδή στο χορό δεν αναζητούν την τελειότητα, αυτή φερειπειν που ζητούν οι Ρώσοι στη δική τους σχολή μπαλέτου κι οι υπόλοιποι που ακολουθούν τα ανάλογα βήματα ώστε ζητούμενο να είναι η τελειότητα. Στη Γεωργία ο χορός δεν νοιάζεται για την τελειότητα αλλά για την ανδρική έκφραση του σώματος. Είναι το τι θα πει το σώμα καθώς στροβιλίζεται κι εκφράζεται κι όχι οι τεχνικές και τα υποδεκάμετρα. Κάτι ανάλογο που συμβαίνει και στους δικούς μας λαϊκούς χορούς, οι οποίοι ακολουθούν την παρουσία του σώματος κι όχι την τελειότητα ή την αρμονία του μπαλέτου.
Ετσι πάνω σε αυτή τα αρχική πληροφορία, το σενάριο μας μπάζει σε ένα χοροδιδασκαλείο όπου ο κεντρικός ήρωας, ο Μεράμπ, που τον παίζει ο αποκαλυπτόμενος στο φιλμ αυτό ΛΕΒΑΝ ΓΚΙΕΛΜΠΑΚΙΑΝΙ, ο οποίος προτάθηκε για την ερμηνεία του στα φετινά βραβεία της ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ, διαθέτει ένα εξαιρετικό ταλέντο το οποίο δεν μπορεί να περιοριστεί σε αυτούς τους καθορισμένους κανόνες. Ο Μεράμπ έχει κλίση από μικρός για το κλασικό μπαλέτο, για τις άλλες κινήσεις του σώματος κι αντιμετωπίζει προβλήματα. Τα προβλήματα θα διογκωθούν όταν έρθει στη Σχολή ο Ηρακλής, ο οποίος διαθέτει τα προσόντα εκείνα που οι κανονισμοί θέλουν, μόνο που ανάμεσα στον Μεράμπ και στον Ηρακλή, η σχέση ανταγωνισμού θα εξελιχθεί σε ερωτική. Με ό,τι περιλαμβάνει. Όχι μόνο τη σεξουαλική έλξη αλλά και το παραπέρα στάδιο, της Αγάπης και τα εμπόδια στο να σταθεί και ως Σχέση.
Η σεναριακή, όμως ανάπτυξη (ο σκηνοθέτης είναι κι ο συγγραφέας του σεναρίου), δεν έχει ως αυτοσκοπό το love story. Αυτό υπάρχει ως κινητήριος μοχλός κατά την εξέλιξη διότι μέσα από αυτή την αφορμή εξετάζονται δραματουργικά και τα όσα τους περιβάλλουν και ειδικά τον Μαρέμπ, από το οικογενειακό περιβάλλον ως τη σχολή ,κι από τους γείτονες ως το περιβάλλον του Ηρακλή και όλα σχετίζονται με τον χορό και την παράδοση αλλά κι η παράδοση σχετίζεται, με τη σειρά της, με την κοινωνία και με τα πρότυπα.
Είναι μία από τις καλύτερες ταινίες που είδα φέτος στη λίστα των σχεδόν 60 ταινιών που είχαμε για τα Ευρωπαϊκα Βραβεία και την ξεχώρισα επειδή με τόσο ευαίσθητο τρόπο έφτιαχνε μια ιστορία που αγγίζει αλλά κυρίως εμπνεόταν κι από μια παράδοση που μας είναι άγνωστη και που μπορεί ο κάθε θεατής να αναλογιστεί και τις παραδόσεις τι σημαίνουν και πόσο περιοριστικές γίνονται όταν κάποια άτομα πάνε να σπάσουν αυτούς τους νόμους. Κι η ρωγμή εδώ δεν έχει ξεκινήσει με τον απαγορευμένο έρωτα και τη στάση της χώρας απέναντι στο θέμα αλλά με το ότι ένα παιδί που μαθαίνει χορό, εκδηλώνει ένα ταλέντο για πολύ παραπέρα που οι νόρμες της χορευτικής παράδοσης δεν το δέχονται και το απορρίπτουν, Κατεπέκταση, απορρίπτεται κι ο,τιδήποτε άλλο βγαίνει μέσα από τα όποια στερεότυπα.
Η επιτυχία του σεναριογράφου- σκηνοθέτη Λέβαν Ακίν είναι πως μας τα δίνει όλα αυτά με πολύ ωραία γραμμένο το story, την υπόθεση και κατεπέκταση το σενάριο, πως κάθε σκηνή προχωράει την αμέσως προηγούμενη κι ότι το ενδιαφέρον όχι μόνο δεν χάνεται ποτέ αλλά διαρκώς όλο και κλιμακώνεται, συμπάσχουμε με τον ανάγλυφα δοσμένο κι ολοκληρωμένο ως άνθρωπο ήρωα, ζούμε κι εμείς την κάθε στιγμή και συγχρόνως μπαίνουμε και στα μυστικά μιας παράδοσης και της σημασίας μιάς Τέχνης ,με τα μυστικά της αλλά και τις επιπτώσεις της.
Κι ως ταινία επίσης , ξεφεύγει από τα στερεότυπα, αν κι η ερωτική ιστορία κατά ένα τρόπο μπορεί να θυμίζει το «Να με φωνάζεις με το όνομα σου» , που είχε χαρίσει το Οσκαρ Σεναρίου εκ Διασκευής στον ΤΖΕΗΜΣ ΑΪΒΟΡΥ. Ναι, τελικά το σενάριο εκείνο σφράγισε έναν τρόπο οπότε αυτό που χρησίμευσε ως φάρος για την ταινία γίνεται εν μέρει και μέτρο σύγκρισης… Δεν συμφωνώ αλλά δεν μπορώ να μην παραδεχτώ κι ότι ισχύει. Ως επίπτωση. Αυτό δεν την μειώνει σε τίποτα στο να είναι μία από τις καλύτερες του ευρωπαϊκού, φετινού ρεπερτορίου