Κι ύστερα το δίδυμο διασπάστηκε, ο καθένα συνέχισε το δρόμο του, ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που ο Τζων Χιούστον είχε αποκολληθεί από τον Χάουαρντ Χωκς κι είχε αποφασίσει να σκηνοθετεί ο ίδιος τα σενάρια του ή με τον Μπίλυ Γουάιλντερ που αποχαιρέτισε κι εκείνος τον Χωκς αλλά κυρίως τον Ερνεστ Λιούμπιτς κι έγινε σεναριογράφος-σκηνοθέτης. Ετσι συνέβη και με τον Φώσκολο, ο οποίος από ένα σημείο κι ύστερα ήθελε να σκηνοθετεί ο ίδιος τα σενάρια του. Αν κι έδωσε αργότερα σε κάποιους νεότερους, κυρίως στον Σταύρο Τσιώλη ή τον Τάκη Βουγιουκλάκη αλλά και τον Πάνο Γλυκοφρύδη να σκηνοθετήσουν σενάρια δικά του στη «Φίνος Φιλμ». Με τον Τσιώλη παραλίγο να έκαναν εκ νεου το δίδυμο που είχε με τον Δημόπουλο…Τέλος πάντων..
«ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ» είναι το πρώτο και δείχνει ότι πραγματικά είναι δείγμα εξαιρετικής συνεργσίας σκηνοθέτη και σεναριογράφου.
Ξεκινάμε από το σεναριο όπου ουσιαστικά ο Φώσκολος τι έχει κάνει; Θαρρείς και προαναγγέλλει το… «Crash». Και φυσικά, εγω αυτό το σεναριο, θα το δίδασκα. Το «Οι εχθροί» εννοώ
Είναι Σενάριο μας ολόκληρης κοινωνίας. Ολων των τάξεων. Από έναν «άτεγκτο» δημοσιογράφο που καταγγέλλει τα κακώς κείμενα αλλά δεν ξέρει τι σημαίνει το μεγαλη μπουκιά φαε, μεγάλο λόγο μην πεις» ούτε τα οικογενειακά μυστικά του, μέχρι τον ανάπηρο νεαρό στο Πέραμα που μισει τους Γερμανούς για αυτή την αναπηρία η οποία κρατάει από την Κατοχή. Σε αυτά τα δυο άκρα μεσολαβουν αμέτρητα πρόσωπα ‘οπου το ένα κάνει επαφή με το άλλο κι όλοι μαζί είναι σαν κάπου να γνωρίζονται ενώ το σεναριο είναι γραμμένο με ύφος αστυνομικού έργου χωρίς να πρόκειται για τέτοιο. Είναι έργο υπέροχων ρόλων, δυνατών χαρακτήρων και καταγγελτικού λόγου αλλά κι επιδεξιότητας στην πλοκή. Κυρίως , επαναλαμβάνω, στο πως όλα τα πρόσωπα του δράματος συνδέονται μεταξύ τους.
Κι έχει γίνει διανομή από εκείνες τις μοναδικές της «Φίνος Φιλμ», εδώ σε έργο συνόλου. Διότι ο ΑΛΕΚΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΚΗΣ μπορεί να είναι κινητήριος μοχλός αλλά περισσότερο λες ότι είναι επικεφαλής του σεναριακού συνολου, αυτος ο δημοσιογράφος, ο ρόλος που παιζει ο Αλέκος, ότι η ιστορία του είναι η αφορμή διότι είναι αυτός που κινεί όλες τις ιστορίες. Κι όσες δεν τις κινεί, τις έχει χτυπήσει στο μπιλιάρδο, μέσα από μια σεναριακή στεκιά που στόχευσε πολλαπλώς.
Ως επικεφαλής φέρονται ο ΑΛΕΚΟΣ, η ΤΖΕΝΗ ΡΟΥΣΕΑ που κάνει τη μνηστή του κ εδώ αυτό το άγχος που έχει στη φωνή της έρχεται και ταιριάζει απόλυτα, κάτι που δεν συβαίει με τις κωμωδίες της (πλην εκείνων που έπαιζε στου Μουσούρη, ο οποίος την καθοδηγούσε κι ως κομεντιέν στο να αποβάλλει εκείνο τ άγχος και να το κρατα για τα δραματα που της πήγαιναν πολύ), η ΑΛΕΚΑ ΚΑΤΣΕΛΗ που δίνει βάρος και κύρος κι ο ρόλος είναι εξαιρετικά σύνθετος, ο ΝΟΤΗΣ ΠΕΡΓΙΑΛΗΣ που δεν είναι μόνο εκείνο που βλέπουμε, ο ρακοσυλλέκτης της γειτονιας, Ο ΦΑΙΔΩΝ ΓΕΩΡΓΙΤΣΗΣ που μαλλον κλέβει την παράσταση σε μια από τις καλύτερες δραματικές ερμηνείες του και ζευγάρι με την ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΧΕΛΜΗ η οποία ξαναπαίζει την «τσούλα» αλλά πόσο σπαρακτικά , η δραματικότητα αυτών των δύο είναι τρομακτική. Όπως επίσης ανάμεσα στον ΒΥΡΩΝΑ ΠΑΛΛΗ, τον ΑΝΔΡΕΑ ΝΤΟΥΖΟ και τον ΣΠΥΡΟ ΚΑΛΟΓΗΡΟΥ, που έχουν μικρό αλλά τέλειο μέρος, θα ήθελα να σημειώσω τον ΚΩΣΤΑ ΠΡΕΚΑ και το ρόλο του, ένα από τους πρώτους καλούς ρόλους που του δόθηκαν, δεν είναι μεγάλος αλλά από όταν το είδα και σε όλα μου τα από κει και μετα σχολικά και φοιτητικά χρόνια ΜΕ ΑΓΧΩΝΕ. Τόσο τέλεια γραμμένος ρόλος. Και θα ολοκληρωσω με τη ΝΑΝΑ ΣΚΙΑΔΑ, που κάνει μία «τσάτσα» έξω από στερεότυπα…κάνει μια δημιουργία!!!! Η «Σάσα»- έτσι τη λένε
Για αυτό και λέω για αυτή τη συνεργασία Δημόπουλου -Φώσκολου , υπήρχε αλληλοσυμπλήρωση.
Φυσικά ο Δημόπουλος υπογράφει το ΠΕΡΑΜΑ,. Το αγαπημένο του κνιηματογραφικά Πέραμα. Όπως το εχει δείξει ο Δημόπουλος είτε στο «Ταξίδι» είτε στο «Οι εχθροί» αλλά και σε έγχρωμες βερσιόν κι εννοώ «Το λεβεντόπαιδο» και το ¨»Οι βάσεις κι η Βασούλα» δεν το έχει δείξει κανείς άλλος. Τους καφενέδεςς, τα σοκάκια, τη βρωμικη θάλασσα του καρνάγιου…Αν και κάποιοι από τους χαρακτήρες δηκώνονται ως κάτοικοι Δραπετσώνας. ..Το αγαπημένο ντεκόρ του Δημόπουλου ήταν το Πέραμα... Και βέβαια, όπως δείχνει τον σταθμό του Πειραιά, που επίσης ο Δημόπουλος τον έχει υπογραφή και σε τούτο το φιλμ του έχει επιφυλάξει το συγκλονιστικό και σπαρακτικό φινάλε. Οπου δίνουν τα ρεστα τους ο Γεωργίτσης με τη Χέλμη αλλά κι ο υπόλοιπος «θιασος» κρατά ταη ίσα διότι σκηνή είναι βαθιά , ΥΠΑΡΞΙΑΚΑ δραματική, σχεδόν αγγίζει τα όρια του συνδρόμου της Στοκχχόλμης.
Η μαυρόασπρη φωτογραφία είναι του ΝΙΚΟυ ΚΑΒΟΥΚΙΔΗ , θα θαυμάσουμε φωτισμούς, νυχτερινά αλλά και τα ημερήσια κουβαλάνε κάτι από την «έχθρική’ διάθεση των ταλαιπωρημένων χαρακτήρων.. Το μοντάζ είναι του ΠΕΤΡΟΥ ΛΥΚΑ (που μαζί με τον Βασίλη Συρόπουλο και τον Μεμα Παπαδάτο) ήταν η γενιά των μον τέρ που διαδέχθηκαν-ν μπορούμε να το πουμε έτσι- τον Ντίνο Κατσουρίδη και τον Αριστείδη Καρύδη Φουκς (τότε οι διαδοχες γίνονταν κι εντός …5ετίας, μη νομίζετε ) κι ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ με τη μουσική που πάει στη Φίνος Φιλμ και θα αφήσει κι αυτος το στίγμα του.
Η ταινία έχει πειραιώτικο αποτύπωμα αλλα η αφετηρία της είναι αθηναϊκή.
Κι έχει να κάνει και με ένα υψηλό φρόνημα μηνύματος που ξεκινα από τον τίτλο, διαποτίζει όλους τους χαρακτήρες και καταλήγει στο θεατή.