«Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΑΚΟΥ» είναι ένα από τα αριστουργήματα του και σίγουρα το πιο πολυπαιγμένο. Κι όχι άδικα. Διότι καλύπτει πολλά, είναι βαθιά πολιτικό στην ουσία του αν και συχνά πέφτει σε παραποιήσεις εκείνων που αποζητούν το κήρυγμα κι ετσι μειώνουν το έργο. Το έργο είναι τόσο δυνατό και τόσο επαναστατικό στη θέση του που δεν έχει αναγκη διότι αυτά που επαναλαμβάνουν συνέχεια περί «καπιταλισμού» κι «αμερικανικού ονείρου», στο έργο δεν επέχουν θέση μπροσούρας. Βγαίνουν από βάθη. Κι ο Γουίλυ Λόμαν, ο κεντρικός ήρωας , είναι ένα τραγικό πρόσωπο, ένας πολύ δυνατός δραματικός ρόλος, διότι είναι αυτός που δεν τα κατάφερε. Και το συνειδητοποιεί στο φινάλε του, λίγο πριν την σύνταξη.
Ο «Θάνατος του εμποράκου» δεν θα ήταν μεγάλο έργο αν όλο βασιζόταν στη μπροσούρα καταδίκης του καπιταλισμού. Το έργο είναι Μεγάλο διότι ο Μίλερ εχει πλάσει έναν ανθρωπο στον οποίο δίνει τραγικές διαστάσεις και του έχει φτιάξει κι ένα περιβάλλον για να το συνθλίβει και να συνθλίβεται κι ο ίδιος. Ο Μίλερ εχει φτιάξει τον άνθρωπο , που δεν τα καταφερε. Κι αυτό που του δίνει βάθος κι δραματικό μεγαλείο είναι η τραγωδία του ανθρώπου που γεννήθηκε μέτριος. Και σε ένα τέτοιο σύστημα, ρημάζεται, ισοπεδώνεται. Αυτό το στοιχείο δεν γίνεται να παραβλέπεται, να παρακάμπτεται. Δεν έχει βάλει τυχαία ο μεγάλος συγγραφέας την περίπτωση του αδελφού του ο οποίος ακολούθησε το ριψοκίνδυνο όνειρο του (ή κι ένστικτο του), πήγε στην Αφρική, στη ζούγκλα κι έκανε παράδες.. Ο Μίλερ τους αντιπαραβάλει με ένα τρόπο. Δεν ασχολείται καν με το πως έκανε τα χρήματα, αν ήπιε το αίμα των μαυρων ή ο,τιδήποτε..Τον βλέπει μέσα από τη ματιά του Γουίλι Λόμαν. Ο αδελφός τα καταφερε, ο Λόμαν όχι. Διότι ως άνθρωπος δεν είχε εκείνο το ιδιαίτερο, από την άλλη πίστευε σε ένα «παραμύθιασμα» το οποίο προσπάθησε να μεταφέρει ως δεδομένο και στα παιδιά του, στο σπίτι, στην οικογένεια, στη σύζυγο. Και σκόρπισε κι εκεί τη δυστυχία, την απογοήτευση. Και δεν ηταν και πιστός. Ειχε τη νοοτροπία του πλασιέ που στα μοτέλ που καταλύουν αποζητούν συντροφια, κι αυτος είναι κι ο γνήσιος τίτλος του έργου, ο ελληνικός , όμως, αποδίδει καλύτερα την ψυχή του δράματος. Ο «πλασιέ» είναι άχρωμος, ο «εμποράκος» σε προετοιμαζει… Δεν βγάζει λόγο ο Μίλερ ούτε υπερ ούτε κατά του αδελφού, Είναι όμως η αναφορά του ήρωα.
Κι έχουμε και τα πρόσωπα της οικογένειας, τους δυο γιούς και τη σύζυγο. Ο πιο ωραίος ρολος είναι του Μπιφ, του μεγάλου γιού. Αυτού που μοιάζει σκληρός και σε ένα βαθμό κι αλήτης; Μπα, βαριά λέξη το «αλήτης», στην εδώ παράσταση αυτό το στοιχείο έχει απομακρυνθεί εντελώς. Στην εδώ παράσταση ο ρόλος του Μπιφ φωτίζεται ως ο ρόλος που δίνει τη μεγαλη και βαθιά πολιτική ουσία στο έργο. Στον τελευταίο καυγά με τον πατέρα. Το κείμενο που λέει ο Μπιφ, απευθυνόμενος στον πατέρα του είναι σπαρακτικό. Στο βάθος του, στην αλήθεια του, στη σκληράδα του. Στην πολιτική ουσία του!! Εκεί βγαίνει όλη η ουσία περι καπιταλισμού. Αλλα και περί του προσωπικού στοιχείου που κάνει τον «Εμποράκο» μεγάλο και τρανό έργο διότι υπάρχει ο Άνθρωπος με τα ελαττώματα του, τις αδυναμίες του, τα πάθη του, τις ελπίδες του. Ισως είναι το σημείο του έργου που συναισθανόμαστε το περισσότερο τον Γουίλυ Λόμαν. Ο οποίος , κακός άνθρωπος δεν ήταν.
Κάνω μια στάση μια κι αναφέρομαι στον Μπιφ να πω ότι ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΓΩΓΟΥΛΟΣ(στο ωμέγα ο τόνος) εδωσε έναν από τους ωραιότερους Μπιφ που εχω δει. Και το έργο αυτό το έχω δει τον αμέτρητο επειδή με συγκλονίζει. Θεωρώ ότι αυτή είναι η σκηνή κλειδί που θα καταλάβεις και τον Μπιφ και τον ηθοποιό που τον παίζει. Μέσα από την καταγγελία του ,μου πέρασε μια απέραντη συγκίνηση. Μου έφερε πιο κοντά τον Γουίλυ Λόμαν. Το θεωρώ επίτευγμα.
Η παράσταση προβάλει όλη τη δύναμη του έργου. Ο ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ είναι ένα τεράστιο ταλέντο, δεν απέκρυψε την κωμική του φύση, την άφησε να βγει όπου χρειαζόταν, άλλωστε το ίδιο είχε κανει κι ο Θυμιος Καρακατσανης στην παρασταση που είχε ανεβάσει με τον Κώστα Μπάκα, το ίδιο είχε πράξει, όπως μου έχουν πει, κι ο Διαμαντόπουλος. Οσοι δηλαδή ηθοποιοι έχουν παίξει τον Γουίλι Λόμαν κι έχουν υπηρετήσει και την κωμωδία, αφήνουν να βγει υπό έλεγχο κι ένας κωμικός τόνος, σε κάποια σημεία που ένα γκροτέσκο υφέρπει. Αν είναι αποκλειστικά δραματικοί όπως ήταν ο Καζάκος ή ο Φρεντερικ Μαρτς στην ταινία του Μπένεντεκ ή ο Νταστιν Χόφμαν στου Σλέντορφ, το προσπερνούν. Ο Βλαδίμηρος σάρωσε επί σκηνής με τον Λόμαν. Κι εκείνη τη φωνή του πως την καταφέρνει και συγχρόνως το σώμα του, ένας άνθρωπος με νεανική διάθεση ανεξαρτήτως ηλικίας, εδώ κάνει το σώμα βαρύ, κουρασμένο, σαν περιφερόμενο σακί κάποιες φορές.
Κι ο ΡΕΝΟΣ ΡΩΤΑΣ στο ρόλο του άλλου γιού…Συνήθως τους γιούς τους παίζουν ως εντελώς διαφορετικούς χαρακτήρες. Η εδώ παράσταση (σκηνοθεσία ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΑΝΟΥΡΗΣ ο οποίος έχει έρθει για να μείνει στο θέατρο, και του πάνε τα έργα , που είναι έργα, ξέρει να τα ζωντανευει επί σκηνης, όπως εχει δειξει) σαν να τους οδήγησε τους δυο γιούς σε μια «σύγκληση»… Ισως επειδή ο Γώγουλος ζωντάνεψε πρισματικά τον Μπιφ και μας έκανε να τον νιώσουμε με αποτέλσμα να μικρύνει η μεταξύ τους ψαλίδα.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΕΡΟΔΗΜΟΣ, ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΑΝΤΖΙΟΥ ανταποκρίθηκαν στο ρεαλιστικό ακέραιο, την ΕΦΗ ΜΟΥΡΙΚΗ την άφησα τελευταία.
Διότι είναι και «τελευταία», είναι αυτή που θα κλείσει την πόρτα. Κάτι σαν τον γερο επιστάτη στο «Βυσσινόκηπο». Αν είναι ο ηθοποιός καλός, τότε θα πάρει την παράσταση μαζί του και θα δωσει τη συγκίνηση στους θεατές της εξόδου. Ο ρόλος της συζυγου είναι ένας θαυμασιος ρεαλιστικός ρόλος , που δίνει στην ηθοποιό τη δυνατότητα να είναι αληθινή κατά την εκτύλιξη του, της έχει όμως και το φινάλε. Με αυτήν θα κλείσει το έργο, δεν θα πει πολλά λόγια μεν αλλά είναι αυτή που καλείται να συμπυκνώσει το δραματικό σύνολο του έργου και να το δώσει στο θεατή. Η Εφη Μουρικη το πέτυχε αυτό στο ακέραιο. Φευγεις από την παράσταση και σκεφτεσαι τα συναισθήματα που σου πέρασε.
Ενα μόνο πραγμα δεν μου άρεσε στην παράσταση, το σκηνικό. Ως αντίληψη. Ενταξει, αφαιρετικο να είναι για να προβάλλεται το δράμα του λόγου, να υποδεικνύει και να μην αναπαριστα. Αλλά εδώ ήταν ένα πράγμα ουδέτερο, απρόσωπο, σαν να απευθυνόταν σε άλλου τυπου έργο. Σαν να ήταν περισσότερο αρχιτεκτονική μακέτα παρα σκηνικό κοινωνικού δράματος, του κοινωνικού ρεαλισμού..Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΑΒΑΛΑΣ υπογράφει, έμπειρος είναι, μορφωμένος είναι, προφανώς και κάτι τετοιο θα του ζητήθηκε αλλά νομίζω ότι είναι λάθος επιλογή, διότι προσωπικά, αφοσιώθηκα στο έργο για να μην βλέπω το σκηνικό. Ετσι κι αλλιώς βεβαια θα αφοσιωνόμουν .Οπότε , από αυτή την άποψη…. Ήταν καλό;