Εδώ κεντρικό πρόσωπο από πλευράς Συμμάχων , είναι ο ψυχίατρος , που τον υποδύεται ο ΡΑΜΙ ΜΑΛΕΚ και είναι κι ο κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος, ανταγωνιστής του ο δεύτερος τη ταξει μετά τον Χίτλερ Ναζί, Χέρμαν Γκέρινγκ στον οποίο αποθεώνεται ο ΡΑΣΕΛ ΚΡΟΟΥ. Και στη σεναρική προσαρμογή οι δύο ρόλοι είναι τα ίσα μεταξύ τους, η ματιά γραφής είναι που καθορίζει τον κεντρικό ήρωα.
Το έργο, όπως και τα «Απορρητα της Νυρεμβέργης» του 1961, που προανέφερα, βασίζεται σε πρότερη ύλη. Του Κράμερ το φιλμ ηταν από τα αρχεία της δίκης κι η μετατροπή τους σε σεναριο ένας άθλος. Εδω είναι από συγκεκριμένο βιβλίο, «Ο Ναζί κι ι ψυχίατρος», μεταγενέστερο, σύγχρονο δηλαδή, του 2013 (?) που εγραψε ο ΤΖΑΚ ΕΛ ΧΑΪ.
Κι αναφέρεται στην επαύριο της πτώσης του Βερολίνου, το 1945, στην κατάληψη από τους Συμμάχους, στη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στην Ευρώπη (αν κι ακόμα ο Ειρηνικός είναι «ανοιχτός» με τους Ιάπωνες….) και στη δίκη που ετοιμάζεται για τους πρωταίτιους. Μια κι ο Αδόλφος πλέον δεν υπάρχει, πιάνουν τους από εκεί και μετά, και πρωτον από όλους τον Χέρμαν Γκαίρινγκ, τον δευτερο τη ταξει
Ηδη , τα ερωτήματα ξεκινούν μαζί με το έργο. Στο Νομικό στρατόπεδο, στο τι είδους δικη είναι αυτή που θα γίνει, με βάση ποια στοιχεία θα κατηγορήσουν και ποιους, και ποια νομικά ζητήματα θα ενσκήψουν, ώστε να δουν αν θα μπορέσει να γινει η Δίκη και τι είδους δίκη α είναι, όταν κι εφόσον γίνει
Ο ψυχίατρος που ειναι αυτος ο οποίος βρίσκεται κοντα στον Γκερινγκ και τον παρακολουθεί, θα αναλάβει όλη τη «δουλειά», με τους στρατιωτικούς να τους έχει απένανι του και διαρκώς καχύποπτους, σε θέματα εξουσίας. Η δίκη, όμως, θα γίνει, θα περάσει από πολλά σεναριακά εμπόδια κατά τη διαδικασία της και θα αναδειχτούν πράγματα, ερωτήματα και μηχανισμοί, με τη σεναριακή προσαρμογή, που έχει γίνει από τον ίδιο τον σκηνοθέτη, τον ΤΖΕΗΜΣ ΒΑΝΤΕΡΜΠΙΛΤ, να μετατρέπει το βιβλίο σε σενάριο μέσα από πολύ καλή ροή της δρασης και των σκηνών, με ένα «μοντάζ» περισσότερο στο γράψιμο και στην αφήγηση, με την εισήγηση προσώπων που όλα φέρνουν το δικό τους ενδιαφέρον εξού και χρειάζεται καλούς ηθοποιούς, για να φτάσουν στις κλιμακώσεις, να είναι κι οι ερμηνείες ευθέως αναλογες με τις κλιμακώσεις της δράσης. Συγχρονως πετυχαίνει υποβλητική ατμόσφαιρα και με τη φωτογραφία ενώ η σκηνογραφική διεύθυνση περισσότερο ενδιαφερεται για το χρωμα της διάθεσης που θα φωτισει ο διευθυντης φωτογραφίας και πιο περιορισμένα για την αναπαράσταση, αν και δεν λείπουν οι εικόνες της ρημαγμένης από τους βομβαρδισμούς πόλης. Το σασπένς γυρω από τη μάχη των ανθρώπων είναι το θέμα, και είναι εξαιρετικά γραμμένη και σκηνοθετημένη η δίκη , η οποία, αν και ξέρουμε την έκβαση όσοι ξερουν την Ιστορία, δεν παύουμε να αγωνιούμε για το αν θα φτασουμε ποτέ στον τελικό. Και με τι…σκορ. Διότι, όπως επικεντρώνεται στους ανθρώπους, κι ο τίτλος του βιβλίου με «Ναζί» και «Ψυχίατρο» δεν είναι τυχαίος, έτσι και στο σεναριο και στη μεγαλη σκηνή της δίκης δεν εχει μείνει απέξω το ψυχολογικό στοιχείο. Κι αυτό είναι που θα κάνει τη δουλειά.
Στους τίτλους τέλους, εκεί που δίνουν τις πληροφορίες για το τι απέγιναν αυτί οι άνθρωποι, πραγματικά, η περίπτωση του ψυχίατρου, έτσι όπως δηλώνεται, θα αξιζε μια δικη της ξεχωριστή ταινία, με βάθος πεδίου και υποστασης, ένας ήρωας πολύ καθαρα τοποθετημένος που θα πάρει και την ευθύνη του και τις χρεωσεις τις δυσαναλογα βαριές.
Ο ΜΑΪΚΛ ΣΑΝΟΝ, ο ΡΙΤΣΑΡΝΤ ΓΚΡΑΝΤ, έχουν πολύ καλούς ρόλους σκηνών, ο ΤΖΩΝ ΣΛΑΤΕΡΥ στο ρόλο του συνταγματάρχη Αντρους δίνει το μάθημα της λιτότητας, με τέτοιο έλεγχο στις εκφράσεις, ουσιαστικά με αυτές παίζει και με την αξιοποίηση των διαρκών σιωπων, που μπορεί να είναι κι αποτέλεσμα αφαίρεσης. Επίσης ο νεαρός ΛΗΟ ΓΟΥΝΤΟΛ, αυτος με το κρυμμένο μυστικό και την φιλική συμπαράσταση στον ψυχίατρο, πολύ καλά εκπαιδευμένος ηθοποιος δείχνει, σίγουρα ηθοποιός ενστίκτου, υπάρχει και άλλη βρετανική σχολή που δεν εχει να κάνει υποχρεωτικά με το θέατρο, όπως συνηθίζουν να εκθειάζουν τους περισσότερους Εγγλέζους, αλλά από τη σχολή την άλλη, εκείνη που βγάζει «ΜΑΙΚΛ ΚΕΗΝ», ηθοποιούς του κινηματογραφου που μπορούν και γίνονται περιζήτητοι. Ο εν λόγω νεαρός δείχνει πολύ πειθαρχημένος.
Ναι, θα επανέλθω στους δυο βασικούς, ο ΡΑΜΙ ΜΑΛΕΚ είναι καλός ηθοποιός , μπορεί κι ελέγχει κι αυτός τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ενώ ο ΡΑΣΕΛ ΚΡΟΟΥ , αν κι έχει βαρύνει πολύ από τα κιλά του, είναι παντα εκεί, με την ωραια κινηματογραφική φωνή του και το εκτόπισμα που είναι ανεκτίμητο, δεν το έχουν πολλοί.
Ολοι αυτοί λοιπόν συμβάλλουν με τον τρόπο τους να γίνει η «Νυρεμβέργη» τους ένα έργο που το βλεπεις ευχάριστα αλλά σου περνάει όλων των ειδών τις σκέψεις, τους παραλληλισμούς και τις αναφορές, τωρα που η Ευρώπη δείχνει ότι δεν έχει βαλει μυαλό από τους Πολέμους και τωρα που η Γερμανία δείχνει και παλι στρατιωτικά ορεξάτη.