Πάντως ο Σπίλμπεργκ, ο ΣΤΗΒΕΝ ΣΠΙΛΜΠΕΡΓΚ, είναι ΜΑΓΟΣ. Και δεν επαναπαύεται. Διαρκώς ανανεώνεται. Μπορεί να μην του βγαίνουν πάντα οι ανανεωτικές διαθέσεις σε ανάλογα αποτελέσματα αλλά τότε τι ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ θα ήταν!! Διότι ο Σπίλμπεργκ είναι Καλλιτέχνης. Είναι ΠΑΡΑΜΥΘΑΣ μα πάνω από όλα είναι ΣΙΝΕΜΑΤΖΗΣ. Ετσι απλά, αγοραία, λαικά… στη γλώσσα του «μετιέ».
Ο Σπίλμπεργκ ξέρει να μαγεύει. Εχει τον τρόπο δηλαδή. Όπως τον είχε κι ο Φελίνι. Από την πρώτη στιγμή, από την πρώτη σκηνή από την πρώτη εικόνα. Σε μεταφέρει απευθείας σε ένα συμβατικό, τέλειο σκηνικό (ΡΙΚ ΚΑΡΤΕΡ- για μια ακόμα φορά), σκηνικό παλαιάς αντίληψης αφού τα set, οι «στουντιακοί» διάκοσμοι, κυριαρχούν στην ταινία και σε βάζει με τη μία σε κλίμα παραμυθιού.
Παραμυθιού που βασίζεται σε βιβλίο του ΡΟΑΛΝΤ ΝΤΑΛ που το μετέτρεψε σε σενάριο η αείμνηστη ΜΕΛΙΣΑ ΜΑΤΙΣΟΝ, η σεναριογράφος του «ΕΤ», όπου εδώ, πολύ απλά, κανείς τους δεν πάει να κάνει ξανά «ΕΤ». Οι όποιες ομοιότητες έχουν να κάνουν με τη μαγεία της υπογραφής Σπίλμπεργκ και με τίποτα άλλο.
Είναι ένα παραμύθι ουσίας, παραμύθι όμως, που χτίζεται θαυμάσια και που στο δεύτερο μέρος, όπως το πάει η υπόθεση, απλά ΑΠΟΓΕΙΩΝΕΤΑΙ.
Παρόλο ότι στο επίκεντρο είναι μια μικρή ορφανή κι η υπόθεση ξεκινά από ορφανοτροφείο που η σκηνοθετική κι η σκηνογραφική σύμβαση το θέλουν αλά Ολιβερ Τουίστ μιούζικαλ, όπως το είχε κάνει ο Σερ Κάρολ Ρηντ (τέτοιας αντίληψης είναι η εισαγωγική σκηνογραφία), δεν σκοπεύει, όπως αποδεικνύει, να μας συγκινήσει με την ορφανή αλλά ούτε και με τον Γίγαντα ο οποίος έρχεται και την απαγάγει και την μεταφέρει στη Γιγαντοχώρα του όπου τα εφφέ και το μακιγιάζ οργιάζουν και μεταβάλλουν τον σπουδαίο ηθοποιό ΜΑΡΚ ΡΑΥΛΑΝΣ , που ο Σπίλμπεργκ μας τον σύστησε και του χάρισε ΟΣΚΑΡ στη «ΓΕΦΥΡΑ ΤΩΝ ΚΑΤΑΣΚΟΠΩΝ» στο ρόλο του πράκτορα των Σοβιετικών, σε καρτούν. Ένα καρτούν, όμως, ανθρώπινης ψυχής καθώς εφφέ, μακιγιάζ, έκφραση προσώπου, λειτουργία σώματος γίνονται ένα κι αδιαίρετο. Δεν μας τον πάει σαν «ΕΤ» των γιγάντων, αλλά αυτό που τον καθοδηγεί είναι να μας συγκινήσει όχι τόσο μέσω της περίπτωσης «ορφανή και γίγαντας» αλλά μέσω της μαγείας. Μας προσφέρει τη συγκίνηση που πηγάζει από τη μαγεία
Κι αυτή η μαγεία ορίζεται , μαζί με τα στοιχεία που ανέφερα, κι από τη φωτογραφία του ΓΙΑΝΟΥΣ ΚΑΜΙΝΣΚΙ που κάνει δική του Τέχνη στη σύνθεση φωτισμών πάνω στα σκηνικά καθώς κι από τους άλλους μόνιμους και γνώριμους συνεργάτες του Σπίλμπερκ που αναλαμβάνουν την ολοκλήρωση. Τον μοντέρ ΜΑΙΚΛ ΚΑΝ, που τρέχει το έργο κυματιστά και με καμπύλες ώστε να είναι παραμύθι κι όχι περιπέτεια, και τον ΤΖΩΝ ΓΟΥΙΛΙΑΜΣ που κάνει εδώ μουσική στην οποία παίζουν κύριο ρόλο τα όργανα κι όχι καθαυτές οι μελωδίες. Οι συνθέσεις πάνω στα όργανα φτιάχνουν ένα χαλί πολύτιμο για την ταινία όπου στην απογείωση του δεύτερου μέρους η μουσική με τα όργανα θα πάρει και τη θέση που της αρμόζει, θα έρθει η στιγμή να βγει λίγο πιο μπροστά.
Διότι ο Σπίλμπεργκ έχει στα πλαίσια του όρου «ΜΑΓΟΣ» κι ένα ακόμα προσόν: Να βγάζει ερμηνείες κι από παιδάκια, κι από άψυχες κούκλες-κατασκευάσματα καθώς κι από δόκιμους ηθοποιούς διαφορετικών αφετηριών και Σχολών. Κι εδώ το κοριτσάκι, ονόματι ΡΟΥΜΠΙ ΜΠΑΡΝΙΛ, Εγγλεζάκι κι αυτό, όπως κι ο Μαρκ Ράυλανς κι όλο το castτης ταινίας (παρατηρώ ότι ο Σπίλμπεργκ διαπρέπει ως σκηνοθέτης ηθοποιών με την αγγλο-ιρλανδική σχολή από Ντάνιελ Ντέι Λιούις ως Μαρκ Ράυλανς κι από Λίαμ Νίσον ως Ρέιφ Φάινς και παιδάκια από εκείνα τα μέρη σαν τον Κρίστιαν Μπέηλ και τώρα ετούτη τη μικρούλα) και βλέπω ότι η μικρούλα είναι σοφά καθοδηγημένη κι αποφεύγει να είναι το «κοριτσάκι με τα σπίρτα», δεν την παίζει ως… «ορφανή» αλλά ως…. Κοντορεβυθούλισσα.. ξύπνια δηλαδή και παράτολμη , περισσότερο περίεργη και λιγότερο φοβισμένη.
ΚΙ όταν πιά φτάνουμε , χάρη στην εξαίσια κλιμάκωση που έχει να κάνει με το πώς στήνει και σκηνοθετεί ο Σπίλμεργκ τις λεπτομέρειες ώστε να μας βάλει σε status μαγείας, στο περιβόητο δεύτερο μέρος στη μεγάλη σκηνή των ανακτόρων του Μπάκιγχαμ, μας ετοιμάζει το δώρο, τη μεγάλη σκηνάρα, μια σκηνή ανθολογίας όπου σκηνογραφία, χιούμορ, ευρήματα κι ηθοποιία κάνουν αραχνένιες υφάνσεις. Κι ενώ οργιάζει ο Ράυλανς μπαίνει στη μέση κι η μεγάλη Αγγλίδα ηθοποιός, κι ας μην είναι τόσο γνωστή αλλά όλοι ,λίγο έως πολύ την έχουν δει και θα την αναγνωρίσουν, η ΠΕΝΕΛΟΠΕ ΓΟΥΙΛΤΟΝ, είναι αυτό που λέμε «ο ένας κόβει κι ο άλλος ράβει». Η Πενέλοπε Γουίλτον έχει μικρό ρόλο αλλά τι ρόλο, πόσο ωραία γραμμένο. Κάνει τη βασίλισσα Ελισάβετ. Την τωρινή. Δείτε πως παίζει η αθεόφοβη γυναίκα, με τι τρόπο ώστε ΚΑΙ η Ελισάβετ να φανταζόμαστε ότι είναι αλλά και ΤΟ ΠΩΣ θα ήταν η Ελισάβετ αν ήταν βασίλισσα παραμυθιού. Κι ο συντονισμός της με το παιδί και με τα εφφέ..Κι οι άλλοι ηθοποιοί που έχουν επιλεγεί για αυτή τη σκηνή, που λένε μια ατάκα μόνο ή μία λέξη, ο αρχιθαλαμηπόλος, ο επικεφαλής της ασφαλείας της βασίλισσας , οι στρατηγοί….Τα δε κωμικά ευρήματα αυτής της σκηνάρας , της μεγάλης σεκάνς του Μπάκινγχαμ, είναι απίστευτα. Ένα θα σας πω, ότι το κοινό στην αίθουσα, με το πού γίνεται fade-out, και σβήνει η οθόνη πριν πέσουν σε δευτερόλεπτα οι τίτλοι τέλους, έριξε χειροκρότημα. ΚΙ εγώ μαζί- δεν το κρύβω.
Μα τι ευχαρίστηση ήταν αυτή.
Όχι «ΕΤ» δεν είναι διότι του λείπει αυτού του είδους η συγκίνηση. Αλλά επειδή είμαστε εμείς κολλημένοι στον «ΕΤ» δεν μπορούμε να απαιτούμε από τον Σπίλμπεργκ να μην ξεκολλάει εκείνος και να μας κάνει συνεχώς το ίδιο διότι έτσι και το έκανε θα του έλεγαν ότι επαναλαμβάνεται…
Νάναι καλά ο Ανθρωπος , να μας προσφέρει την ψυχαγωγία που μας προσφέρει.