Είναι ένα φιλμ που βασίζεται σε αληθινά γεγονότα από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και συγκεκριμένα από το μέτωπο της Δανίας όταν λευτερώνεται από τη Γερμανική Κατοχή. Η ιστορία δείχνει ένα Δανό στρατιωτικό διοικητή επιφορτισμένο από τις συμμαχικές δυνάμεις να αναθέσει σε Γερμανούς αιχμαλώτους πολέμου να καθαρίσουν τη χώρα από τις νάρκες που οι ίδιοι είχαν τοποθετήσει τότε που ήταν κατακτητές. Μόνο που η συγκεκριμένη ομάδα αιχμαλώτων, που τελεί υπό την εποπτεία του σκληροτράχηλου Δανού διοικητή, είναι ΠΑΙΔΙΑ. Εφηβοι! Τα τελευταία που επιστράτευσε ο Χίτλερ όταν ο πόλεμος πήρε ανάποδη για αυτόν τροπή και κάλεσε στο στράτευμα και τις νεαρές ηλικίες.
Παρακολουθούμε λοιπόν την έντονα δραματική ιστορία μιάς ομάδας τέτοιων παιδιών, Γερμανών, που το μόνο που θέλουν, σύμφωνα με το σενάριο της ταινίας, είναι να γυρίσουν στα σπίτια τους, είναι παιδιά και βρίσκονται σε απόγνωση αλλά οι Δανοί τα στέλνουν σε βέβαιο θάνατο. Η ιστορία που αναπτύσσεται έχει δραματικότητα, έχει συγκίνηση….. αλλά και σε κάποιους μπορεί να επιφέρει κι αγανάκτηση!
Δεν κρύβω ότι κι ο ίδιος προσωπικώς υπήρξαν στιγμές που αισθάνθηκα αμήχανα, όσο κι αν έχω προσπαθήσει να δείξω κατανόηση περί «αμοιβαίων νεκρών» στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εχοντας ταξιδέψει πολύ κι επί πολλά χρόνια κι έχοντας μιλήσει με άπειρο κόσμο που έτυχε να βρεθούμε σε αντίπαλα στρατόπεδα. Θαύμαζα από τη μία το θάρρος του Δανού σκηνοθέτη ΜΑΡΤΙΝ ΖΑΝΤΛΙΕΒ να υπερβεί εαυτόν αλλά και μια σειρά προκαταλήψεων και να δείξει σκληρές εικόνες από αυτό το περιστατικό. Οπου η αντιστροφή των θέσεων είναι που κάνει τη διαφορά διότι αν τα πράγματα λειτουργούσαν «ανάποδα», δηλαδή όπως τα ξέραμε μέχρι τώρα από τον κινηματογράφο, όπου ο Γερμανός διοικητής θα έβαζε παιδιά κατακτημένων χωρών να έρθουν αντιμέτωπα με το θάνατο καθαρίζοντας οικόπεδα από τις νάρκες, τώρα που γίνεται από την άλλη μεριά το ίδιο κάπως μας αιφνιδιάζει, ίσως και να μας κακοφαίνεται.
Αρα, από καλλιτεχνική άποψη υπάρχει κάτι ξεχωριστό στην ταινία ή το μόνο ξεχωριστό είναι πως αυτή τη φορά οι Δανοί είναι οι κακοί κι οι Γερμανοί τα θύματα; Αν είναι μόνο αυτό, τότε σίγουρα δεν μιλάμε για μεγάλη ταινία αλλά για σοκ που προκαλεί σε μια δεδομένη κουλτούρα η αντιστροφή θέσεων.
Σκέφτηκα τη θέση του σκηνοθέτη, καταρχάς απέναντι στους συμπατριώτες του στο πως μπορεί να τον αντιμετωπίσουν.
Σκέφτηκα προς στιγμήν και τον ΕΥΡΙΠΙΔΗ όπου στις «ΤΡΩΑΔΕΣ» τόλμησε πολύ περισσότερο από τον Δανό σκηνοθέτη να καταγγείλει τους δικούς του συμπατριώτες για τη συμπεριφορά στις αιχμάλωτες γυναίκες της Τροίας και στη βασίλισσα Εκάβη. Σκέφτηκα πως κι εκείνου δεν του το συγχώρεσαν οι Αθηναίοι, όμως, το έργο έμεινε ως πεδίο δόξης λαμπρόν ενός ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ που φωτίζει ως τις μέρες μας και συγκλονίζει με τον καταγγελτικό του λόγο και τα επεισόδια οδύνης που ξετυλίγονται γύρω από την Εκάβη με τον Χορό των Τρωαδιτισσών (πριν εμφανιστούν οι Ελληνες «εκσυγχρονιστές» σκηνοθέτες του ημετέρου θεάτρου κι αρχίσουν να καταργούν από τις παραστάσεις τους τα χορικά)
Βέβαια, στο σενάριο έχει μπεί κάτι έξυπνο, στην αρχή της ταινίας που δικαιολογεί απόλυτα το μίσος των Δανών προς τους Γερμανούς Ναζί και τη σκληρή Κατοχή που επέβαλαν στη Δανία. Οπότε δικαιολογείται σεναριακά το μένος κατά των Γερμανών και αυτού που ξεκινά να εφαρμόσει.
Από την άλλη βγάζει μια βαρβαρότητα όλο αυτό και βέβαια ούτε αυτό με ξενίζει διότι η βαρβαρότητα είναι ένα ανθρώπινο ένστικτο, ένα πρωτόγονο ένστικτο, όπως κι η εκδίκηση κι η αντεκδίκηση κι ο πόλεμος το φέρνει στην επιφάνεια.
Αφήνω τον Ευριπίδη, που αντιμετωπίζεται πλέον ως «κλασικός» άρα «ακίνδυνος» κι έρχομαι στο σήμερα να αναρωτηθώ τι θα γινόταν αν Ελληνας γύριζε μια ταινία που να έδειχνε βαρβαρότητες Ελλήνων έναντι εχθρών αιχμαλώτων και συμπεριφοράς κτηνώδους όπως αυτή των Δανών, σε παιδιά. Τι θα συνέβαινε τότε; Μένω με την απορία.
Όπως επίσης αναρωτιέμαι και για όλους εκείνους που ήθελαν να θίξουν την ταινία του Παπακαλιάτη κι έλεγαν ότι την προωθούν συμφέροντα επειδή στο τέλος της ταινίας αναφέρονταν ΧΟΡΗΓΟΙ. Εδώ αν δουν και διακρίνουν πως στην παραγωγή συμμετέχουν και Γερμανοί, τι θα πουν;
Η ταινία κρατεί τη θέση της ξεκάθαρα ίσαμε το τέλος, δεν γυρίζει το φύλλο. Και κάπου τα όρια ανάμεσα στο «αντιπολεμικό» και στο «φιλογερμανικό», συγχέονται.
Πάντως, δεν μπορώ να μην εκθειάσω την τόλμη του σκηνοθέτη για κάτι τέτοιο καθώς και την ανάληψη της ευθύνης. Από την άλλη, δεν άκουσα να γίνεται πολύς λόγος για το έργο οπότε ή το περιφρόνησαν ή το δέχτηκαν σιωπηλά , στα πλαίσια μιας κουλτούρας πανευρωπαικής συμφιλίωσης.
Καλοσκηνοθετημένη η υπόγεια ένταση, εξαιρετική η ψυχρή φωτογραφία του τοπίου όπου διαδραματίζονται τα γεγονότα αλλά δεν θα λέγαμε ότι φτάνει και σε βάθος ούτε ότι εξετάζει το σενάριο τους χαρακτήρες σφαιρικά, απλώς, επαναλαμβάνω, αλλάζει γωνία το κοίταγμα της Ιστορίας.
Εξαίρετος ο ΡΟΛΑΝΤ ΜΕΛΕΡ στο ρόλο του Δανού διοικητή, παίζει με πολλή εσωτερικότητα, οι εκφράσεις του σε κρατούν ηθελημένα σε απόσταση για το τι αυτός ο Δανός αξιωματικός ανα πάσα στιγμή σκέφτεται. Τον είχαμε δει και στην «ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΛΗΘΕΙΑ» της ΣΟΥΖΑΝΕ ΜΠΙΕΡ.