Από την άλλη, η Ρενέ Ζελβέγκερ θεωρείται αντικειμενικώς ταλαντούχα και το ταλέντο προβάλλεται μέσα από αυτά τα στοιχεία που ανέφερα και στον πρόλογο και τα οποία κάποιους απωθούν.
Αυτά, επειδή ύστερα από σωρεία αποτυχιών επανέρχεται με τη «συνταγή της επιτυχίας της», το ρόλο που την καθιέρωσε, την Μπρίτζετ Τζόουνς. Σε «τρίτη» συνέχεια.
Δεύτερο στοιχείο προβληματισμού για τον θεατή είναι κατά πόσο τον ενδιαφέρει η «Μπρίτζετ Τζόουνς» τόσο πολύ ως ηρωίδα ώστε να δει τρεις ταινίες μέχρι στιγμής με την ίδια και στο τελευταίο να περιμένει να δει και το…. Μωρό της. Κι η εταιρία εισαγωγής να στέλνει «παρακλητικά» μηνύματα προς τους κριτικούς … ίνα μη αποκαλύψωσι το τέλος της ταινίας (όπως έγραφαν στα παλιά διαφημιστικά κλισε των εφημερίδων επί…. Καθαρευούσης).
Να μην αποκαλύψουν οι κριτικοί με ποιόν γκόμενο η Μπρίτζετ Τζόουνς αποκτά παιδί! Τέτοιο μυστικό!!! Τι να πω…..
Από εκεί και πέρα κι αφού προσπεράσει κανείς αυτά τα … εμπόδια και έχει την περιέργεια να μάθει πως η Τζόουνς από ασχημόπαπο βρέθηκε να παίζει με όλους τους εραστές της βρετανικής οθόνης , και βρεθεί στο σινεμά… Χμ! Για να είμαι ειλικρινής, ειδικά στο δεύτερο μέρος θα το διασκεδάσει στα σίγουρα. Το δεύτερο μέρος είναι αντικειμενικά διασκεδαστικό. Στο πρώτο μέρος μετρούν-κακά τα ψέματα- οι υποκειμενικοί παράγοντες αρκετά.
Προσωπικά έπληξα διότι δεν με ενδιέφερε καθόλου ούτε το νιαούρισμα της Ζελβέγκερ, η οποία στο διάβα του χρόνου δεν με κέρδισε ως ηθοποιός, και τα νιαούρισμα, από ένα σημείο κι ύστερα μου φαίνεται επιτηδευμένο- άλλωστε είχε και πολλές αποτυχίες ενδιάμεσα ,ειδικά μετά που πήρε το Οσκαρ ως supporting στην «ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ COLD MOUNTAIN». Δεν με ενδιέφερε όμως κι αν θα προχωρήσει η σχέση της με τον ΠΑΤΡΙΚ ΝΤΕΜΠΣΕΥ ή με τον ΚΟΛΙΝ ΦΕΡΘ, έτσι όπως ξετυλιγόταν στο πρώτο μέρος.
Στο δεύτερο μέρος, υπήρξαν πράγματι κάποιες αστείες στιγμές και δίπλα στη Ζελβέγκερ αξιοποιήθηκαν κάποιοι ηθοποιοί από τους supportingχαρακτήρες.
Όχι από τους πρωταγωνιστές δεν ικανοποιήθηκα. Η Ζελβέγκερ αφυπνίζει υποκειμενικές εναντιώσεις, ο ΚΟΛΙΝ ΦΕΡΘ ολοφάνερα βαριόταν να παίξει αυτό το ρόλο, δεν του έδωσε απολύτως τίποτα, και τι να κάνει κι αυτός αφού έχει μπλέξει σε αυτή την ιστορία (το έχουμε πει…. στο σινεμά πολλές φορές ισχύει το «ου μπλέξεις») ενώ ο ΠΑΤΡΙΚ ΝΤΕΜΣΥ έδινε περισσότερα πράγματα από τον εαυτό του αν και έχει βαρύνει ηλικιακώς κάπως απότομα.
Οι supportingόμως έχουν εκπληκτικές στιγμές τόσο από ευκαιρία για σκιτσάρισμα όσο κι από δικό τους άρπαγμα της ευκαιρίας.
Πραγματικά απόλαυσα την ΤΖΕΜΑ ΤΖΟΟΥΝΣ στο ρόλο της μητέρας καθώς και τις ατάκες (όχι τόσο τον ίδιο…) του ΤΖΙΜ ΜΠΡΟΑΝΤΜΠΕΝΤ, επίσης άξια τα νέα κορίτσια που αξιοποίησαν τις κωμικές στιγμές τους όπως η ΣΑΡΑ ΣΟΛΕΜΑΝΙ που παίζει τη δημοσιογράφο στην οποία η Τζόουνς υπαγορεύει δημοσιογραφικές ερωτήσεις αλλά κι όλο το σύνολο (ο casting director παίρνει πολλά εύσημα) και βέβαια άφησα για το τέλος την ΕΜΜΑ ΤΟΜΣΟΝ όπου κι αυτή στο τέλος κάνει το «ολέ» της: μέχρι τότε απλώς δίνει βάρος ως παρουσία στο ρόλο της γυναικολόγου και τίποτε άλλο. Όμως δύο πανέξυπνες ατάκες που της έγραψαν για να τις πει στο τέλος , η Εμμα τις αρπάζει στον αέρα και πραγματικά…γέλασα.
Εννοείται πως το «Νο 3» είναι καλύτερο από το «Νο 2»…αλλά… ειλικρινά εξακολουθώ να αναρωτιέμαι ποιος νοιάζεται για το αν θα κάνει παιδί η «Μπρίτζετ Τζόουνς» και περιμένω ότι θα μας ξημερώσει και 4η συνέχεια από κάτι που μου φάνηκε ως υπαινιγμός στο τέλος κι έχει να κάνει με τον ΧΙΟΥ ΓΚΡΑΝΤ.
Όπως έχετε καταλάβει, η ταινία δεν με ενθουσίασε, δεν με πήρε μαζί της, με ζόρισε στο να θελήσω να της αναγνωρίσω πως κάπου είναι διασκεδαστική.