Χρησιμοποιώ το ρήμα «διακτινίζομαι» επειδή αυτό ακριβώς αισθάνθηκα , ως διάθεση, την Παραμονή των Χριστουγέννων. Να διακτινιζόμουν εκεί!Σε εκείνη τη μεγάλη λεωφόρο που την γνώρισα μέρα αλλά την «περπάτησα» και τη νύχτα.
Κι η λεωφόρος αυτή είναι ένα κομμάτι της Αβάνας από τα πιο χαρακτηριστικά της που μπορεί κανείς να νιώσει και να καταλάβει πολλά για τους Κουβανούς. Εκεί στη Μαλεκόν.
Είναι λεωφόρος παραλιακή 8 χιλιομέτρων.
Τη μέρα κάνει πιο ήσυχη. Όχι «πιο». Λάθος. Τη μέρα ΕΙΝΑΙ ήσυχη. Τη νύχτα, όμως γίνεται «σκοτεινή», ύποπτη, αισθησιακή, φασαριόζα, εκεί αντιλαμβάνεσαι πολλά για το πώς την βγάζουν, εκεί υποψιάζεσαι ή μαθαίνεις κάποια μυστικά.
Βέβαια, αυτό που μου είπαν ότι θα άξιζε τον κόπο αλλά στις μέρες που ήμουν στην Αβάνα δεν συνέβη κάτι τέτοιο, είναι να τη δεις με θάλασσα θυμωμένη. Τότε έρχεται το κύμα που σκάει στα «μπλόκια» και χύνεται στη λεωφόρο, υπερ-σκεπάζει τη Μαλεκόν, προχωρεί ως τις συνοικίες που βρίσκονται στους πρώτους παράλληλους δρόμους και δεν είναι μόνο το νερό αλλά είναι το ότι στη γεύση και τη μυρωδιά της Αβάνας, του τμήματος εκείνου που γειτονεύει με την περιώνυμη λεωφόρο, προσθέτει και την ΑΛΜΥΡΑ. Στον αισθησιασμό προστίθεται κι η γεύση της αλμύρας κι αυτή η ιδιαίτερη μυρωδιά της. Η μυρωδιά του αλατισμένου, θαλασσινού νερού. Μια μυρωδιά πολύ ιδιαίτερη που την γνώρισα και σε άλλα σημεία του νησιού αλλά και της πρωτεύουσας κι ειδικά όταν επισκέφτηκα το Κοχιμάρ, το ψαροχώρι του Χεμινγουέι. Τότε που έχει το κύμα, η Μαλεκόν αδειάζει. Αδειάζει από κόσμο. Και μπορείς να υποψιαστείς την αίσθηση ενός κύματος που σκάει αδιάκοπα από τη φουρτουνιασμένη θάλασσα και κυρίως του τι σημαίνει τότε η Μαλεκόν να αδειάζει.
Διότι Μαλεκόν και κόσμος είναι έννοιες ταυτόσημες. Τη νύχτα!
Τη μέρα είναι ήσυχη. Λεωφόρος καμωμένη για ξεσκέπαστα αυτοκίνητα, σαν την «Σεβρολέτ»- μοντέλο του 1948, με το οποίο την πρωτογνώρισα κι η αίσθηση ήταν μεταφορά σε παλιά εποχή.
Στη μέρα, είναι λιγάκι σαν την παραλιακή λεωφόρο της Σμύρνης. Κάνα-δυό χασομέρηδες, μερικοί ερασιτέχνες ψαράδες όπου ο καθένας ταξιδεύει στον κόσμο του, αυτοκίνητα σε αραιή κυκλοφορία, και τριγύρω τα αξιοθέατα. Το μεγαλύτερο είναι ο ωκεανός. Ακολουθεί το Φρούριο, που βρίσκεται στη θάλασσα, κτίστηκε στο 16ο αιώνα κι αντιμετώπιζε πειρατές. Τα άλλα, που βρίσκονται απέναντι περιλαμβάνουν κάποια Ξενοδοχεία, κάποιες Τράπεζες και το κτίριο που στέγαζε την Αμερικάνικη Πρεσβεία..
Παραδόξως στη Μαλεκόν δεν βρίσκεται το σπίτι κάποιου διάσημου γκάνγκστερ της προ-επαναστικής εποχής, όπως συμβαίνει στο κέντρο της Αβάνας, προπάντων στην παλιά πόλη ή στο τουριστικό Βαραδέρο, όπου είδαμε και το ξενοδοχείο του Αλ Καπόνε και άλλων γκάνγκστερ όπως ο Μπάγκσυ Σίγκελ που είχε συνομιλίες με τον Μπατίστα, κυρίως όμως ο Αλ Καπόνε είναι ένα πρόσωπο που αναφερεται συχνά ως τακτικός πελάτης της παλιάς Αβάνας.Αν και μου είπαν ότι έκανε λάθος ο συνοδός κι ότι ο Καπόνε είχε μείνει και στα παραθαλάσσια…
Όμως, υπάρχει το ξενοδοχείο «ΝΑΣΙΟΝΑ’Λ». Κι αυτό υποχρεούσαι να το δεις, τόσο ως στοιχείο της προεπαναστικής Αβάνας όσο και της μετέπειτα αλλά και της τωρινής, καθότι στο ξενοδοχείο αυτό ήταν μαζεμένη η αφρόκρεμα των Αμερικανών και πολλών γκάνγκστερ ή σκοτεινών επιχειρηματιών, που ετοιμάζονταν να υποδεχτούν το 1959, Παραμονή Πρωτοχρονιάς, και τους ανακοινώθηκε εκεί μέσα ότι έπεσε η Σάντα Κλάρα και πως ο Μπατίστα, που τον περίμεναν να έρθει, την κοπάνησε για τον Αγιο Δομίνικο. Εκεί μέσα είναι που βλέπουμε στα έργα, κυρίως στον «ΝΟΝΟ ΜΕΡΟΣ Β» του Κόπολα αλλά και στην «ΑΒΑΝΑ» του Σύντνευ Πολλακ ότι κύριοι με τα σμόκιν και κυρίες με τις τουαλέτες αρχίζουν να τρέχουν προς τη θάλασσα ολολύζοντας μια κι οι επαναστάτες βρίσκονται προ των πυλών, την ώρα που το πλήθος εισέρχεται μέσα στο ξενοδοχείο και τα κάνει όλα γης μαδιάμ.
Ωστόσο, ο Κάστρο, το ξενοδοχείο αυτό το κράτησε ζωντανό, ανακαινίστηκε, όπως συνέβη κάτι ανάλογο και με την γειτονική «Τροπικάνα» στο Μιραμάρ καθώς και με το night club που υπάρχει μέσα στο «Νασιονάλ», το ονομαστό «Cabaret Parisien» το οποίο ήταν ανταγωνιστικό της «Τροπικάνα», και μετά από κάποια διακοπή, τα επενέφερε ως «τουριστικά» αξιοθέατα με πρόγραμμα. Δεν πήγα σε κανένα από αυτά για να παρακολουθήσω πρόγραμμα διότι με διαβεβαίωσαν όλοι εκεί πως εκεί μέσα θα δεις πρόγραμμα κατασκευασμένο για τους τουρίστες, Αμερικάνους και Καναδούς και Βραζιλιάνους και λοιπούς αλλά εσύ δεν είσαι τέτοιος, δεν θα δεις εκεί μέσα την αληθινή Κούβα, μα ούτε κι υπάρχει αυτή η Κούβα, είναι ένα show από το παρελθόν.
Όμως στο ξενοδοχείο πήγα. Δεν έμενα εκεί! Πήγα, όμως, το περιεργάστηκα, είναι όνειρο αλλά και «κατασκευασμένο». Αλλωστε κι ο Φιντέλ το είχε ανακαινίσει για να φιλοξενεί εκεί ηγέτες και προσωπικότητες που επισκέπτονταν το νησί, όσοι δεν συμμετείχαν στο εμπάργκο – εννοείται, κι επιθυμούσαν να είναι κάπου πιο ήσυχα κι απόκεντρα. Εγώ έμενα στην καρδιά της Αβάνας, στην παλιά πόλη.
Εκείνο που αξίζει στο «Νασιονάλ» του σήμερα, που είναι από τα πανάκριβα ξενοδοχεία αλλά έχει, είπαμε κι αυτή τη διπλή όψη νομίσματος, ησυχία από τη μεριά της «κορώνας» κι «αποκέντρωση» από την πλευρά «γράμματα», είναι οι κήποι του με το υπαίθριο μπαρ όπου αράζεις και χαζεύεις απέναντι σου τη θάλασσα, μουσικούς που έρχονται και σου παίζουν κουβάνικες μελωδίες ή και δικές σου επιθυμίες και «αμείβονται» με τον τρόπο που περιέγραψα σε άλλα δημοσιεύματα για τους μουσικούς που εμφανίζονται σε καφέ κλπ, 10 πέσος το cdτους ή «ό,τι έχετε ευχαρίστηση» αν δεν θέλετε να αγοράσετε το cd. Είναι μια όμορφη στιγμή αυτή το αραλίκι στο «Νασιονάλ», κυρίως επειδή σε μεταφέρει στην αίσθηση μιάς κινηματογραφικής ταινίας. Με όλα αυτά. Εκείνο όμως που είναι μυθικό κι οφείλει να το δοκιμάσει ο καθένας που βρέθηκε στην Κούβα, είναι η ΠΙΝΑ ΚΟΛΑΔΑ του ΝΑΣΙΟΝΑΛ που θεωρείται η καλύτερη του νησιού. Αλλωστε κι ο Χεμινγουέι, που είχε «άλλα» στέκια και τα οποία βρίσκονται στο κέντρο της παλιάς πόλης ή στα περίχωρα όταν αποφάσισε να αφήσει τα ξενοδοχεία και να αγοράσει σπίτι, έδινε εκεί κάποια κοσμικά ραντεβού του για να απολαύσει την «πίνα κολάδα», που δεν ήταν όμως και το ποτό «του». Δεν υπάρχει αυτή η Πίνα Κολάδα, τι να λέμε. Είναι αυτό το ρούμι τους που ως βάση την κάνει διαφορετική, είναι η καρύδα που είναι εντελώς γνήσια κι ο ανανάς επίσης, είναι η σωστή δοσολογία της κρέμας γάλακτος, βάζουν και μια φέτα πορτοκάλι, βγαίνει ένα πράγμα θεσπέσιο .
Κι από πίσω από τη Μαλεκόν, οι γειτονιές. Υπάρχουν ταξικές διαβαθμίσεις στους παράλληλους δρόμους πάνω από το Μαλεκόν. Κάποιες κρατούν από τα χρόνια τα παλιά, κάποιες είναι νεώτερες, δεν προυποθέτουν όμως ολοφάνερες συγκρούσεις. Στη μέρα είναι ήσυχα, στη νύχτα είναι «νεκρά». Λαμβανομένου υπόψη ότι τη νύχτα, οι γειτονιές δεν φωτίζονται και τόσα άπλετα, για λόγους οικονομίας εννοείται, ωστόσο, και στις γειτονιές γύρω από τη Μαλεκόν, τη νύχτα, αγριεύεσαι σε πρώτη ματιά , από το σκοτάδι, όμως πέραν του σκοταδιού άλλος φόβος δεν υπάρχει. Αλλά το σκοτάδι, ακόμα και ψυχοθεραπεία να έχεις κάνει και να έχεις κατανικήσει φόβους, φοβίες και δαίμονες, ποτέ δεν σου επιτρέπει να αισθάνεσαι 100 ο/ο ασφαλής, μια αίσθηση φόβου τη βγάζει.
Η νύχτα στη Μαλεκόν είναι άλλη κατάσταση. Κι ειδικά αν βρεθείς το τριήμερο Παρασκευή-Σάββατο-Κυριακή, μιλάμε για μιλιούνια.
Βόλτα, άραγμα, μουσική, μούρες όλων των ειδών, χαμουρέματα, σεξουαλισμός απόλυτος., Ρούμι και μπάφος κι από κομμάτια σε κομμάτια της Μαλεκόν διαφέρει κι η ποιότητα του ρούμι (δεν υπάρχει νοθευμένο, υπάρχει όμως φτηνό κι ακριβό, υπάρχει και πολύ φτηνό σε κάποιες περιπτώσεις που δεν έχει σχέση όμως με αυτό που λέμε εμείς «μπομπα» κι έτσι και το πιούμε…βοήθεια ο Βέγγος). Όπως διαφέρουν και τα απέναντι από την παραλία μαγαζάκια. Με την μπύρα, την πίτσα…ως εκεί. Κι εκεί, ανάλογα..
Η Μαλεκόν της νύχτας είναι ο καλύτερος τρόπος καταγραφής του τι σημαίνει Κούβα, τι παίζει στην Κούβα, πως παίζει η Κούβα. Και ψωνιστήρι γίνεται, και μπαλαμούτι γίνεται επι τόπου κι επί χρήμασι φυσικά, ειδικά μόλις δουν ξένο.. Στη Μαλεκόν πάνε κι αράζουν κι ό, τι προκύψει. Ομως υπάρχει αυτή η υπέρμετρη σεξουαλικότητα. Ανδρών και γυναικών. Καραϊβική!! Αυτό το τονίζω. Το καταλαβαίνεις σε ολόκληρη την Κούβα, στη Μαλεκόν γίνεται η διόγκωση. Είναι το σεξ για το σεξ. Η αν θέλετε και για το αισθητήριο όργανο (για να μην τα πω πιο χύμα). Και του άντρα και της γυναίκας. Στη γυναίκα, η σεξουαλικότητα αυτή είναι πιο έκδηλη. Διότι γουστάρει τον άλλον για το «πράμα» του, το είδε να φουσκώνει και «τρελάθηκε» και θέλησε να το γευτεί. Επί τόπου. Να το «ρουφήξει», να πάρει μέσα της τους χυμούς του. Και με κίνδυνο πολλές φορές κάποιος παθιασμένος σύζυγος ή εραστής ή και νταβατζής να τη σφάξει εν ψυχρώ. Το να πάρει λεφτά από τον ξένο είναι στα πλαίσια της προέκτασης αυτής της υπερ-σεξουαλικότητας, που τη μετατρέπει και σε πορνεία. Δεν έχει σχέση όμως αυτή η πορνεία και το νταραβέρι με τους ξένους, με εκείνο που συμβαίνει στα 5άστερα ξενοδοχεία των μεγάλων ευρωπαικών πόλεων όπου εκεί υπάρχει οργανωμένη υπηρεσία που συνεργάζεται με τα ξενοδοχεία και τις φέρνει στον πελάτη. Στην Κούβα παίζει κάπως διαφορετικά . Κι η γυναίκα δείχνει ευθέως το ενδιαφέρον της προς τον άγνωστο άντρα, κι ο άντρας τα ρίχνει με τη μία, επίμονα , κουραστικά επίμονα, αλλά κι ευγενικά, στη γυναίκα που του γυάλισε. Από κει και μετά το που καταλήγουν είναι άλλη υπόθεση. Δεν προσβάλλουν όμως τη γυναίκα που είδαν στην πλατεία ή στην παραλία και της δείχνουν επίμονα τα ενδιαφέρον τους. Αυτό το παρατήρησα πολλές φορές, σε διαφορετικά σημεία, κι ομολογώ πως μου έκανε εντύπωση.
Αυτή η σεξουαλικότητα, υπάρχει διάχυτη τη νύχτα στη Μαλεκόν.
Μία από τις ονομαστές περιοχές της λεωφόρου είναι το ΜΙΡΑΜΑΡ. Εκεί που βρίσκεται η τουριστική «Τροπικάνα» αλλά και το «CASA DE LA MUSICA». Το τελευταίο δεν βρίσκεται πάνω στη λεωφόρο αλλά «μέσα», στα ενδότερα, όχι πολύ μακριά από την παραλία. Τουριστικό, με την εκχυδαισμένη έννοια, μπορεί να μην είναι , όμως κάνουν face control κυρίως στους ντόπιους, και Σάββατο που πήγα γινόταν της…. Μαλεκόν. Αν και το καλύτερο «Casa de la musica» (υπάρχουν σε ΟΛΗ την Κούβα! Μερικά μάλιστα διδάσκουν και κουβανέζικους χορούς) ήταν στο ΤΡΙΝΤΑΝΤ. Κι ήταν καλύτερο από της Αβάνας επειδή εκεί όλο αυτό γινόταν στο ύπαιθρο. Κι ήταν μια άλλη εμπειρία !!!
Εννοείται πως όλη αυτή η πολυήμερη εμπειρία της Μαλεκόν, είτε μέρα είτε νύχτα, συνοδεύτηκε από κουβανέζικη μουσική που ξεχυνόταν από παντού. Είτε από κάποιο κασετόφωνο (ναι, κασετόφωνο) που κουβαλούσε κάποιος στην παραλία είτε από διερχόμενα αυτοκίνητα είτε από κάποιο μπαρ, είτε από την αυτοσχέδια πιτσαρία, είτε από περιφερόμενους μουσικούς που έπαιζαν «ζωντανή» μουσική.
Κάπως έτσι μου ήρθε στο μυαλό η Μαλεκόν καθώς έβλεπα Παραμονή Χριστουγέννων την Αθήνα χωρίς κίνηση, κι όχι για τα δικά τους Χριστούγεννα που έτσι κι αλλιώς ως το 1992 ήταν απαγορευμένη γιορτή!