Ισως , όμως, λόγω εγκληματικής ηρωίδας. Μόνο που η εγκληματική ηρωίδα του συγκεκριμένου φιλμ (για το φιλμ γράφω κριτική, όχι για το μυθιστόρημα!) είναι μεν μια Λαίδη Μάκμπεθ απομονωμένη από τον Λόρδο Μάκμπεθ, όπου στο σαιξπηρικό εγκληματούσαν παρέα, η οποία προσεγγίζεται με τρομερή συμπάθεια. Κι η συμπάθεια είναι που με έκανε να τη συμπαθήσω κι εγώ όχι ως αποδοχή των πράξεων της ή ότι οι αρνητικοί ήρωες είναι καλά και ντέ αποδεκτοί από τους κριτικούς κατά μία παρεξηγημένη διάθεση των 60ς (άλλωστε ο Σαίξπηρ μα κι οι δικοί μας τραγικοί κι ειδικότερα ο Ευριπίδης είχαν πάμπολλες αρνητικές και φόνισσες) μα επειδή η συμπάθεια καταλήγει μέσω της σφαιρικότητας, της πρισματικότητας. Κι αυτό είναι κάτι που πάντα εκτιμώ στην Τέχνη. Κι αποδέχομαι την ηρωίδα όπως θέλησαν να μου την παρουσιάσουν οι δημιουργοί του συγκεκριμένου έργου, μαζί με τους… προγόνους τους, επειδή οδηγεί τον θεατή στην κατανοηση των απεχθών κι αποκρουστικών πράξεων της. Πως όμως να γινόταν διαφορετικά; Και πώς να κλιμακωνόταν διαφορετικά το δράμα; Και πως θα είχαμε δράμα γύρω από μια τέτοια ηρωίδα;
Είναι μια νέα γυναίκα αυτή η Λαίδη Μάκμπεθ που όμως βρέθηκε παγιδευμένη σε ένα ταπεινωτικό, εξευτελιστικό κι εξευτελισμένο γάμο, όπου αυτό που διάγει μόνο ζωή δεν λέγεται. Κάποτε, σαν άλλη Μποβαρύ, θα ενδώσει στον επιστάτη άντρακλα που την ποθεί και της το δείχνει. Αυτό το «δόσιμο» θα λειτουργήσει ως θρυαλλίδα και θα ξεσπάσει μεγάλο κακό, όπου καθώς η Λαίδη Μάκμπεθ θα προσπαθεί να απαλλαγεί από τα βάσανα της και τους βασανιστές της, θα βουλιάζει όλο και περισσότερο μέσα στο Κακό, στο Κρίμα, και στο Αδίκημα και θα καταλήξει ως ένα πρόσωπο σημαδεμένο από τη Μοίρα.
Η περίπτωση της ωστόσο δεν έχει Μεγαλείο για να αναδείξει διότι εδώ απουσιάζει η Ποίηση. Ω, ναι!, η ποίηση! Αυτή η ρημάδα η ποίηση είναι που κάνει τα έργα του Σαίξπηρ μεγαλειώδη κι αθάνατα, όπως και των δικών μας τραγικών, κι όχι η υπόθεση τους καθαυτή η ο χαρακτήρας όπως έμαθαν να μηρυκάζουν οι νεόκοποι που δεν ξέρουν ότι ο χαρακτήρας είναι, πρέπει να είναι, σε συνάρτηση και με το έργο ή με τη δύναμη του έργου, στο οποίο ανήκει.
Στη συγκεκριμένη ταινία δεν υπάρχει μεγαλείο, υπάρχει, όμως, τελειότητα στην εκτέλεση. Και ίσως αυτό το μεγαλείο που δεν υπάρχει μήτε στην κινηματογραφική προσέγγιση, να οφείλεται –ΙΣΩΣ, λέω και το τονίζω με τα κεφαλαία γράμματα- στην επίγνωση του σκηνοθέτη ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΟΛΝΤΡΟΪΝΤ, περί του τι έργου έχει στα χέρια του. Δεν έχει ένα μεγάλο κείμενο ούτε του θεάτρου ούτε της λογοτεχνίας στο οποίο θα πρέπει να δώσει την ανάλογη κινηματογραφική ακτινοβολία αλλά κάτι μικρό που αποκτά δύναμη από το όνομα του τίτλου. Οπότε η προσέγγιση του ως ενός δράματος εποχής και με λιτή αυστηρή σκηνοθεσία, όπου δεν θα λάμψει ούτε η πρωταγωνίστρια αλλά θα φανεί η ηθοποιία της κι ας της λείπει η επιβλητικότητα ή η λάμψη, κι εννοώ την ερμηνευτικά αποδοτικότατη ΦΛΟΡΕΝΣ ΠΟΥΦ ή ΠΟΥΓΚ( πως διάολο αποδίδεται στον ελληνικό προφορικό λόγο το PUGH, που όλοι πάνε να αποφύγουν το σκόπελο με το να γράψουν απευθείας στα αγγλικά αλλά δεν μας λένε πως θα την πρόφεραν;) (βλέπετε, μεταξύ άλλων εχθρεύομαι και τη φυγομαχία…) υιοθετείται ως η πιο επιβεβλημένη.
Και πράγματι πετυχαίνει όπου συμβάλει τα μέγιστα η φωτογραφία του άγνωστου μου ΑΡΙ ΓΟΥΕΓΚΝΕΡ, ο οποίος φτιάχνει αριστοτεχνικά την ατμόσφαιρα και το ύφος στο οποίο πρέπει να κινηθεί η ταινία, με φωτισμούς απαράμιλλους και με ροπή στο σκοτεινό. Χώρια τα διάφορα φωτιστικά επίπεδα που πραγματικά συμβάλλουν στην παρακολούθηση, κάνουν γοητευτική την ατμόσφαιρα.
Θα εκφράσω όμως και μια επιφύλαξη η οποία είναι ενδιαφέρουσα για τον υποφαινόμενο ως θέμα προς συζήτηση: Τέτοιες ταινίες, αυτού του είδους της τελειότητας, παρακολουθώ συχνά στην τηλεόραση, ως τηλεοπτικές παραγωγές, ειδικά αυτές που κάνουν ο Εγγλέζοι και που δεν διαφέρουν σε τίποτε από τούτη τη «Λαίδη Μάκμπεθ». Θα ήθελα να ήξερα, αν υπάρχει κάτι και ποιο θα μπορούσε να είναι αυτό, που την κάνει «κινηματογραφική» έναντι άλλων εξαίρετων ή και καλύτερων «τηλεοπτικών» και που τη φέρνει κι ως υποψήφια στα Ευρωπαικά Βραβεία στην κατηγορία «DISCOVERY». Αυτό που λέμε «πρωτοεμφανιζόμενος», εκεί το λένε «ανακάλυψη». Που πάει η «ανακάλυψη»; Στο ίδιο το φιλμ; «Η στον σκηνοθέτη; Αν πηγαίνει στον σκηνοθέτη θα έλεγα ότι πράγματι χαίρομαι για την επισήμανση αφού ξεφεύγουν από την νόσο του auter-ισμού και επιβραβεύουν μια προσέγγιση και κυρίως ένα άρτιο αποτέλεσμα έστω και χωρίς μεγαλείο. Αλλά η έλλειψη μεγαλείου σε τι τον κάνει σημαντικό για τέτοιου είδους υποψηφιότητα;
Για την υποψηφιότητα της πρωταγωνίστριας δεν υπάρχει αντίρρηση ως προς το θέμα «ερμηνευτική απόδοση».