Πιάστηκα από τον ΝΙΚΟ ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟ αν και θα καταλήξω στον ΛΕΥΤΕΡΗ ΚΑΠΩΝΗ, το σεναριογράφο που έφυγε κάπως πρόωρα από αυτό το κόσμο και δεν μου δόθηκε η ευκαιρία να γράψω για το έργο του. Κι αισθάνομαι πως του το οφείλω όπως το οφείλω και στον Ξανθόπουλο.
Και το κάνω τώρα επειδή εν αρχή ην ο λόγος, επειδή ως «εργοκεντρικός» είμαι ΣΕΝΑΡΙΟΚΕΝΤΡΙΚΟΣ κι επειδή το σενάριο είναι η βάση πάντα στην κριτική μου κι έχω ξοδέψει μεγάλο μέρος της ζωής μου πάνω σε αυτή τη μελέτη που μετά από τόσα χρόνια συνεχίζεται.
Εχει γράψει θαυμάσιο τηλεοπτικό σενάριο ο Καπώνης κι ειλικρινά δεν με ενδιαφέρει η προκατάληψη του καθενός απέναντι σε είδη, σε πρόσωπα ή και σε θεσμούς.
Η προκατάληψη ισχύει όσο είναι περιορισμένη η ΓΝΩΣΗ. Οσο κατακτιέται γνώση περιορίζονται κι οι προκαταλήψεις μέχρι που φυλλοροούν .
Είναι σενάριο αστυνομικής ίντριγκας , ένα είδος που με ελκύει παιδιόθεν, και το οποίο είναι γραμμένο με συγγραφική ωριμότητα, όπου την αστυνομική ίντριγκα την φέρουν εντός τους οι χαρακτήρες. Κι οι χαρακτήρες είναι ένας κι ένας στην ολοκλήρωση τους. Ολες εκείνες οι δολοπλοκίες που συμβαίνουν στους κύκλους του χρήματος έχουν γραφτεί από τον Καπώνη στη συγκεκριμένη σειρά με ένα τρόπο ώστε να μη μας δίνει την εντύπωση της σαπουνόπερας αλλά να μας δίνει ανθρώπους οι οποίοι είναι γεμάτη αντιφατικές πλευρές. Εξού και με τράβηξε, εξού κι άρχισε αμέσως η διαπίστωση- δεν θα έλεγα η ανακάλυψη- των ηθοποιών που έγιναν πόλος έλξης για μένα ώστε να παρακολουθήσω τη σειρά.
Κι επίσης ότι μένω κατάπληκτος όταν βλέπω ελληνικές σειρές να δείχνουν οι σεναριογράφοι πόσο καλά γνωρίζουν τον κανόνα κι όταν πάνε να κάνουν σινεμά (δεν αναφέρομαι στον Καπώνη) τα σενάρια τους είναι άθλια!! Τους «καβαλάει» η άνωθεν θεωρία του καταραμένου auteur κι αυτά που γράφουν μόνο σενάρια δεν λέγονται εξού κι ο ελληνικός κινηματογράφος με την πικραμένη ιστορία του…
Και, πριν προχωρήσω στους ηθοποιούς, οφείλω να αποδώσω credit, ένα διαπιστευτήριο που του ανήκει δικαιωματικά , στο σκηνοθέτη ΔΗΜΗΤΡΗ ΣΟΦΙΑΝΟΠΟΥΛΟ διότι σε σειρά που υπέγραψε ο ίδιος αυτά συνέβησαν κι επειδή στην κριτική πολλοί παρεξηγούν ή παρερμηνεύουν την έννοια «σκηνοθεσία» όσο και την έννοια «σενάριο». Κι είδα ότι ο Σοφιανόπουλος ΞΕΡΕΙ! Κι επειδή το cast, η διανομή, είναι η μισή σκηνοθεσία, ναι, εδώ επιβεβαιώνεται, γι αυτό και του απονέμω το «πιστοποιητικό». Πόσο μάλλον όταν αυτή η διανομή δίνει στους ηθοποιούς τη δυνατότητα να δείξουν το παραπέρα τους από εκείνο που τους γνωρίζαμε.
Ο ΝΙΚΟΣ ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ κατέληξε βασική αιτία της παρακολούθησης από μέρους μου αυτού του σήριαλ, ως πρωταγωνιστής που δεν έλειπε από επεισόδιο και που χαιρόμουν να τον βλέπω. Αυτή τη φορά- κι αυτό που μου άρεσε τόσο από πλευράς παραγωγής και διανομής, όσο και του ίδιου- το ότι δεν πήγε να παίξει το μύθο του, δεν βγήκε στην προ 20ετίς και βάλε ιδιωτική τηλεόραση, να κάνει κάτι από εκείνα που τον έκαναν μύθο. Κι όπως συμβαίνει σε κάθε μύθο έτσι και στην περίπτωση του Ξανθόπουλου , υπάρχουν οι φανατικοί οπαδοί κι υπάρχουν κι ο άλλοι που θεωρούν υποχρέωση τους ότι πρέπει να αντιταχτούν στο μύθο. Συνδύασαν το όνομα του με τα μελό της «Κλακ Φιλμ», με τον τίτλο «παιδί του λαού» και φυσικά δεν θα τους κατηγορήσουμε για αυτό διότι εκεί ήλθε η επιτυχία. Όπως συνέβη και με την ΜΑΡΘΑ ΒΟΥΡΤΣΗ με τα ανάλογα.
Μόνο που ο Ξανθόπουλος είχε «ηλικία», όπως πρέπει να συμβαίνει και στα σενάρια, πριν αρχίσει το έργο, πριν γίνει δηλαδή «παιδί του λαού». Ο Ξανθόπουλος είχε βγει πρωταγβνιστής-ζεν πρεμιέ στο θίασο της ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ, η Μεγάλη Κατερίνα τον είχε διαλέξει όπως ανάδειξε του κόσμου τους ηθοποιούς, μετά τον πήρε ο ΜΑΝΟΣ ΚΑΤΑΡΚΗΣ συμπρωταγωνιστή του στο πρώτο ανέβασμα του έργου «ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΝΕΚΡΟΥ ΑΔΕΛΦΟΥ» του ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ σε σκηνοθεσία ΠΕΛΟΥ ΚΑΤΣΕΛΗ, τον είχε κι ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΟΝΤΗΡΗΣ στο κλΙμάκιο ΑΡΧΑΙΟΥ ΔΡΑΜΑΤΟΣ με την τότε σύζυγο του ΕΛΕΝΗ ΚΑΡΠΕΤΑ. Επαιξε και στο σινεμά, κάτι ρολάκια στην αρχή, κάτι κακούς (στο «ΜΙΣΟΣ», στο «ΣΠΙΤΙ ΤΗΔ ΗΔΟΝΗΣ’ ακόμα και στο «ΔΙΨΑ ΓΙΑ ΖΩΗ» του ΣΩΚΡΑΤΗ ΚΑΨΑΣΚΗ) και μετά απότομα του ήρθαν τα μελό, το «ΕΙΝΑΙ ΜΕΓΑΛΟΣ Ο ΚΑΫΜΟΣ» και το «ΑΓΑΠΗΣΑ ΚΑΙ ΠΟΝΕΣΑ». Όπως έγινε και στην περίπτωση της Βούρτση με το «ΟΡΦΑΝΗ ΣΕ ΞΕΝΑ ΧΕΡΙΑ».
Κι είναι κάτι που έχω πει κατ’ επανάληψη , εξ ιδίας πείρας και πολυετούς ενασχόλησης με το αντικείμενο: ΕΤΣΙ ΚΑΙ ΣΕ ΒΑΛΕΙ Η ΕΠΙΤΥΧΙΑ ΣΤΟ ΜΑΤΙ , ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΤΗΝ ΓΛΥΤΩΣΕΙΣ.
Κι η επιτυχία του ήρθε και δεν ήταν απλώς «επιτυχία» ήταν κάτι πέραν αυτής. Ξαφνικά, ο κόσμος της συνοικίας και της επαρχίας αλλά και της ξενιτιάς, τον υπολόγισε για δικό του. Διότι το έπαιξε το είδος καλύτερα από τον καθένα. Εξού κι έγινε αυτό που έγινε. Και δεν ήταν μόνο αυτό μα και κάτι ακόμα: Η ΕΠΙΤΥΧΙΑ ΤΟΥ ΤΗΝ ΕΙΧΕ ΣΤΗΜΕΝΗ ΕΙΣ ΔΙΠΛΟΥΝ. Μέσα στα μελό ανακάλυψαν ότι είχε κι ωραία λαϊκή φωνή. Και κορυφαίοι συνθέτες όπως ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΛΔΑΡΑΣ, ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΝΙΣΑΛΗΣ και πολλοί άλλοι, για να μην αραδιάζω ονόματα, του έγραφαν τραγούδια για να τα πει στις ταινίες και μετά είχε ζήτηση και με αυτή την ιδιότητα και τον ζητούσαν και στα κέντρα και τραγούδαγε και στα «Δειλινά» με τη ΜΟΣΧΟΛΙΟΥ κι έφτανε ως τα πέρατα του Ελληνισμού που περίμεναν οι ξενιτεμένοι τον δικό τους… Αμα σου καθίσει η επιτυχία, άντε ξεμπέρδευε..
Αυτά όλα λοιπόν, στο σήριαλ «ΣΤΗΝ ΚΟΨΗ ΤΟΥ ΞΤΡΑΦΙΟΥ» από τη μία ανατρέπονται κι από την άλλη μεταβάλλονται σε όπλα πείρας για την απόδοση ενός ρόλους στην ωριμότητα. Κι ο ρόλος δεν έχει καμία σχέση με τον «μύθο Ξανθόπουλου», αναδεικνύει τον ηθοποιό Ξανθόπουλο. Και καθόμουν και χάζευα, στα 38 επεισόδια , τις λεπτομέρειες του, τις «σχολές» από τις οποίες πέρασε, τις αποχρώσεις των αντιδράσεων, όταν είναι κτήνος εφοπλιστής, όταν γίνεται εκδικητικός, όταν γίνεται πατρικός, όταν γίνεται τρυφερός, πάντα με παρονομαστή τον «άρχοντα» της Ανδρου, όπου σε αυτόν τον παρονομαστή προσάρμοσε τους παραπάνω αριθμητές του. Και πολλούς ακόμα. Δεν κατέφυγε στο στόμφο, δεν ξέπεσε στο υποπαίξιμο. «Επαιζε» διαρκώς κι έδινε νόημα στην κάθε λέξη, στην κάθε απόχρωση της. Ειλικρινά, μετά από μια τέτοια εμφάνιση, μετά από ένα σήριαλ 38 επεισοδίων βασισμένο όλο πάνω του, απόρησα πως άφησαν να τους φύγει.Όχι μόνο οι τηλεοπτικοί αλλά κι οι θεατρικοί. Αν και με το θέατρο εδώ και χρόνια έδειχνε ότι η σχέση του ήταν πια χαλαρή, δεν ξέρω αν συνέβαινε από δική του υπαιτιότητα ή άλλων. Κι επειδή όλο το σήριαλ είναι πάνω του, μου έκανε εντύπωση το πώς έπαιζε με τον κάθε διαφορετικό ηθοποιό τη διαφορετική σχέση και πως δεν έχανε ούτε μία στιγμή τον «παρονομαστή» που είπαμε παραπάνω.
Θα ήθελα να αναφέρω και δύο ακόμα περιπτώσεις από το σήριαλ. Γένους θηλυκού αυτή τη φορά. Την ΛΥΔΙΑ ΛΕΝΩΣΗ και την ΕΛΕΝΗ ΦΙΛΙΝΗ.
Η μεν Λένωση παίζει τη γυναίκα του Ξανθόπουλου (αν και στη σειρά είναι πολύ νέα για να παίξει τη μητέρα του ΟΔΥΣΣΕΑ ΣΤΑΜΟΥΛΗ και της ΛΥΔΙΑΣ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΥ (επί τη ευκαιρία να πω ότι και τα δύο παιδιά ανταποκρίθηκαν με το παραπάνω στους τόσο πλήρεις ρόλους του σεναρίου) σε μια σχέση ανταγωνισμού που αγγίζει τα όρια του μίσους και την οποία σχέση ο Καπώνης έχει σμιλεύσει με ψυχολογικές πινελιές. Η Λένωση πραγματικά έχει κάνει δουλειά πάνω στο ρόλο , της έχει πιάσει μια απόχρωση της ηρωίδας της, με την οποία παίζει και τα 38 επεισόδια κι η απόχρωση αυτή είναι μιάς «θεατρίνας της ζωής». Τι εννοώ; Μιας πανέξυπνης, ραδιούργας με βαθιά θαμμένο το συναίσθημα που δεν της επιτρεπόταν να το αναδείξει και με το παίξιμο της συμβάλλει στη σεναριακή ίντριγκα, σε κάνει να αμφιβάλεις για το πότε λέει αλήθεια και πότε ψέματα, για το αν συναισθάνεται ή υποκρίνεται , για το αν συμπάσχει ή επεξεργάζεται κάτι σκοτεινό στο μυαλό της. Το έπαιξε με αέρα πρωταγωνίστριας. Ακόμα και τη φυσική της σεξουαλικότητα την έκανε μέρος του ρόλου κι όχι στοιχείο προβολής. Υπήρχε ένα κλίμα στο σήριαλ κι η Λένωση ήταν εντελώς μέσα σε αυτό.
Η ΕΛΕΝΗ ΦΙΛΙΝΗ είναι η άλλη αξιέπαινη. Θύμα κι αυτή των προκαταλήψεων με τις οποίες βρίσκομαι σε εχθρικές σχέσεις. Πέραν του ότι είναι μια πανέμορφη γυναίκα, ήταν εξαιρετική ως ηθοποιός. Βέβαια είχε και θαυμάσιο ρόλο. Μα ο ηθοποιός το ρόλο περιμένει, σε αυτόν θα φανεί. Παίζει μια δημοσιογράφο που την έχει καλέσει ο καραβοκύρης-καπετάνιος-εφοπλιστής να του γράψει τη βιογραφία η οποία να είναι και κάτι σαν διαθήκη, να μην κρύβει τίποτα. Η Φιλίνη με εντελώς διαφορετικό τρόπο από τη Λένωση διότι είναι διαφορετικής ιδιοσυγκρασίας έφερε γυροβολιά όλο το πράγμα. Και χαιρόσουν να την βλέπεις.
Κι αυτή έπαιξε σε όλα σχεδόν τα επεισόδια κι εδώ πρέπει να αποδοθεί ένα ξεχωριστό επιπλέον «πιστοποιητικό» στον Καπώνη και στον Σοφιανόπουλο για τη σωστή μοιρασιά αλλά και ισομέρεια των ρόλων. Σχεδόν όλοι εμφανίζονται σε ‘όλα τα επεισόδια. Βεβαίως κι αυτό δεν είναι κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά εδώ. Απλώς μου έκανε εντύπωση η κατανομή.
Εδώ θέλω να αναφέρω και τους άλλους ηθοποιούς, θέλω να αναφέρω τον ΚΩΣΤΑ τον ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗ στο ρόλο του μπάτσου του καθήκοντος που θα εμπλακεί στα της οικογενείας, θέλω να αναφέρω την ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΣΕΧΑ που παίζει τη σταθερή αγαπημένη του Ξανθόπουλου και φτιάχνουν ένα πανέμορφο ζευγάρι μέσης ηλικίας όπου αυτή είναι που του βγάζει τις τρυφερές πλευρές με τον τρόπο της, θέλω να αναφέρω τον ΧΡΗΣΤΟ ΖΟΡΜΠΑ στο σύντομο ρόλο του που δείχνει την ποιότητα του ηθοποιού και πως δίνει το κάτι παραπάνω στο «λόγω φάτσας» του ως «μπράβος» ειδικά στην τελευταία σκηνή του, θέλω να πω και πάλι για τον ΣΟΦΟΚΛΗ ΠΕΠΠΑ που βγαίνει προς τα τελευταία επεισόδια στο ρόλο του ανταγωνιστή και με τι αβίαστο τρόπο βγάζει τον πανικό του ηττημένου εκεί που είχε τον αέρα του αέναου νικητή, θέλω να γράψω για τον ΣΤΑΘΗ ΚΑΚΑΒΑ, που τον είδα σε τρία σήριαλ στη διάρκεια του καλοκαιριού και να πω ότι εδώ έκανε το καλύτερο του ως ο εξ απορρήτων του Ξανθόπουλου, θέλω να γράψω για την όμορφη κοπέλα που έπαιξε τη σύζυγο του Κακαβά , ονόματι ΕΛΕΝΑ ΤΥΡΕΑ κι ανταποκρίθηκε στις αποχρώσεις, θέλω να γράψω και για την ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΒΑΛΣΑΜΑ ως κόρη-παράνομος καρπός του Ξανθόπουλου (όχι όμως και για τις σκηνές του θεάτρου περί Μπλανς Ντυμπουά και Νίνα του «Γλάρου»), θέλω να πω για τον ΑΛΕΚΟ ΜΑΝΔΥΛΑ που φτιάχνει ένα αστυνόμο πολύ «προσγειωμένο», θέλω να πω για τον ΠΑΥΛΟ ΦΟΛΤΙΔΗ που παίζει ένα από τους πιο απειλητικούς εκτελεστές που έχω δει στα εγχώρια, θέλω να πω και για τον ΣΠΥΡΟ ΔΡΟΣΟ πως τον βρήκα αισθητά βελτιωμένο στα τρία χρόνια που μεσολάβησαν από τους «Τελευταίους εγγονούς», θέλω να μην ξεχάσω κανένα, θέλω όμως και να μείνω σε αυτό που «δίδαξε» η «ΑΛΚΗΣ ΘΡΥΛΟΣ» («μην αραδιάζεις ονόματα, η κριτική δεν είναι τηλεφωνικός κατάλογος») αλλά δεν μπορώ την αδικία. Κι ο λόγος που θέλησα να γράψω ια αυτό το σήριαλ ήταν αυτός: Η ΑΔΙΚΙΑ απέναντι σε κάποιους ανθρώπους από τον άσπλαχνο χώρο κι από την προκατάληψη που καταλήγει στη δηθενιά και στη μονομέρεια. Και κάνει έτσι και την κριτική να «χωλαίνει». Αντί να κινείται με ΕΛΥΘΕΡΙΑ, να κατευθύνεται από την ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΗ.
Κι αν ξεπέρασα τα «απαγορευτικά» όρια αναφοράς ονομάτων της Ελένης Ουράνη («Αλκης Θρύλος») οφείλεται σε αυτό που ανέφερα , περί διανομής, ότι είναι η μισή σκηνοθεσία. Κι όλοι αυτοί είναι credit για τη σκηνοθεσία του Σοφιανόπουλου.
Και στη μουσική τίτλων είναι ένα «άλλος» ΓΙΑΝΝΗΣ ΖΟΥΓΑΝΕΛΗΣ, σαν να είχε κατά νου κάποιο θέμα , κάτι από Μισέλ Λεγκράν που το περιποιήθηκε με την ενορχήστρωση.