Και χτες, ακολούθησα την ίδια γραμμή με της πρώτης μέρας κι είπα να μη «χαλάσω» τα περί «τυχαίου». Η διαπίστωση είναι πως στο χώρο του ντοκυμαντέρ ψάχνονται τόσο σε θέματα όσο και σε προσεγγίσεις κι ενώ πρόκειται για είδος που το βαραίνει- ΚΑΚΩΣ, ΠΟΛΥ ΚΑΚΩΣ- η «λασπολογία» περί πλήξης, στην πράξη , κάθε χρόνο, κι όχι μόνο στη Θεσσαλονίκη, ανακαλύπτω συναρπαστικά πράγματα, έστω και… «τυχαία».
Σχεδόν πάντα, όταν ανεβαίνω για ένα μόνο τριήμερο στη Θεσσαλονίκη για να πάρω μια γεύση από το ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΝΤΟΚΥΜΑΝΤΕΡ, το ρίχνω στο «τυχαίο». Είτε γιατί με τράβηξε ένας τίτλος ή ένα θέμα ή ακόμα κι η ώρα που με βόλευε να παρακολουθήσω κάτι. Το κάνω σκόπιμα. Διότι αν αρχίσω να ρωτώ για τα «SOS», που και καλά δεν πρέπει να χάσουμε, τότε θα συμβεί το εξής απλό: Θα έχω πάει «σταλμένος» για τα «φαβορί», που, εφόσον είναι φαβορί όλο και κάπου θα τα δούμε και θα τα ακούσουμε ή και θα βρουν μιά κάποια διανομή, ενώ θα έχω «χάσει» όλα τα υπόλοιπα διότι τα προγράμματα είναι πολλά κι οι ταινίες αμέτρητες. Βαδίζω με αυτό το γνώμονα επειδή πάνω από όλα πιστεύω ότι «τυχαίο» στην ουσία δεν υπάρχει, ότι αυτό που θα βρεθεί μπροστά σου όλο και κάτι θα έχει να σου δώσει και θα σου επιτρέψει να αφοσιωθείς σε αυτό, όποιο κι αν είναι, καλό , μέτριο ίσως και κακό. Όμως κάτι θα ήταν η στιγμή να πάρεις από αυτό που σου προσφέρει το «τυχαίο» που διάλεξες.
Εντελώς «αλλού» δείχνει να είναι προσανατολισμένη η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ, σε σχέση με τις κινηματογραφικές Ακαδημίες του εξωτερικού, με βάση τις υποψηφιότητες που ανακοινώθηκαν.
Το λέω αυτό επειδή δεν έγραψα για την ταινία όταν ξεκίνησε, να, όμως, που συνεχίζεται κι όπως έχω σημειώσει σε άρθρα αυτού του site, από την πρώτη ώρα που το δημιούργησα, οι ταινίες χρειάζονται και παρακάτω την τόνωση και δεν εξαντλούνται την πρώτη Πέμπτη που κυκλοφόρησαν στους κινηματογράφους.
Όταν ακούμε για Βάσκους, ο νους μας τρέχει στην …ΕΤΑ, την αυτονομιστική τους οργάνωση. Τίποτε άλλο για αυτούς δεν ξέρουμε, εκτός αν έχουμε ταξιδέψει στα μέρη τους. Το σινεμά λοιπόν μας δίνει μια ευκαιρία να τους γνωρίσουμε ως ανθρώπους. Κι η ΙΣΠΑΝΙΑ αποφάσισε να στείλει φέτος στα Οσκαρ αυτή την ταινία, κι όχι μια καθαρόαιμη ισπανική με καστιλιάνικη διάλεκτο, την επίσημη γλώσσα της Ισπανίας. Κι αυτό που βλέπουμε είναι μια «αποκάλυψη» συναισθημάτων, νοοτροπιών κι επαφής με ένα κόσμο που δεν ξέραμε. Εκφρασμένη στη δική τους γλώσσα. (αν και στην Ευρώπη τα ντουμπλάρουν οπότε τι θα μείνει από αυτό δεν γνωρίζω…)