Διότι υπάρχει μια ηθελημένη από κάποιους κι αθέλητη παρεξήγηση από μερικούς άλλους που ευρωπαϊκό σινεμά θεωρεί μόνο το φεστιβαλικο του auteur. Όταν φύγουμε από τα Φεστιβάλ των «δημιουργών» και περάσουμε στα είδη, τότε οι ευρωπαΪκες ταινίες αντιμετωπίζονται σχεδόν όπως κι οι παλιές ελληνικές . Όχι τωρα που έχουν διαχωρίσει τις κωμωδίες από τα δράματα κι υμνούν τις τελευταίες που στον ενεστωτα τους τις διέσυραν περισσότερο από τα δράματα...
Χτες, για πρώτη φορά, μετά από καμιά….200αριά χρόνια (χαχαχα), δεν παράγγειλα ποτό όταν ήρθαν για την παραγγελία, παράγγειλα ΓΡΑΝΙΤΑ ΦΡΑΟΥΛΑ. Είχε ξυπνήσει μέσα μου η παιδική ηλικία, οι πρόγονοι που με πήγαιναν στα αθηναϊκα θέατρα τα καλοκαίρια, σε εκείνη τη μέθεξη για ένα παιδί, και τα ξαναείδα μπροστά μου. Στο «Αλσος του Οικονομίδη» που λέγαμε.. Οι αναμνήσεις ξεπήδησαν σαν μοίρες, απλώθηκαν σε όλο το χώρο κι άρχισαν ένα τρελό χορό, σαν τις ενάρξεις και τα φινάλε των επιθεωρήσεων, σαν τα μιούζικαλ του Δαλιανίδη. Είχα νομίσει για χρόνια, σχεδόν βεβαιωθεί, ότι το καλοκαιρινό θέατρο της Αθήνας είχε πια χαθεί. Κι εχτες, που πήγα, καθυστερημένα είναι η αλήθεια στο «Αλσος» του Φοίβου, είδα μπροστα μου τα πάντα.
Κι η απαξίωση δεν είναι Κριτική. Είναι έλλειμμα. Ελλειμμα εκείνου που αποπειράται να κρίνει ενώ δεν ξέρει και θεωρεί ότι με την απαξιωτική μονοκοντυλιά λέει κάτι. Η κωμωδία είναι είδος , τα είδη γίνονται με κανόνες στην ουσία τους, όχι με συνταγές, μη μπερδεύουν τις έννοιες «κανόνας» και «συνταγή», μιλάμε για θεμελιώδεις κανόνες και με βάση τους κανόνες της, κρίνεται. Αν δεν έχεις μελετήσει την κωμωδία και τους κανόνες που την διέπουν, πως θα δημιουργήσεις κωμωδία; Οπότε, ακόμα χειρότερα, πως θα της κάνεις από πάνω και κριτική; Για να κάνεις κριτική σε έργο πρέπει πρώτα να ξέρεις πως γίνεται το έργο, πως έχει γίνει αυτό το έργο.
Αυτό αποδεικνύεται από τα εισιτήρια τούτης της γαλλικής κωμωδίας, που για κάποιους ήταν αναπάντεχα…Κι όμως, η ταινία επέμενε στο πρόγραμμα, γέμιζε τις αίθουσες και διέψευδε εκείνους οι οποίοι ήθελαν να την χαρακτηρίσουν «μπαλαφάρα» κι επικαλούντο μαλιστα την αντοχή του θεατή ο οποίος έστειλε επίσημη διάψευση.
Ταλαιπωρημένο είδος η κωμωδία, σνομπάρεται κατά κόρον στον ενεστώτα της κι εκ των υστέρων αν κάποιο ιερατείο αποφασίσει «κάτι», τότε επανεξετάζεται. Στον παρόν πάντως την έχει πάντα…βαμμένη- για να μιλήσω άμεσα
Προορισμός της Κωμωδίας είναι ΕΝΑΣ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ: Να κάνει το κοινό να γελάσει. Να καταφέρει να βρει τροπους, ατάκες, γκαγκς, μορφασμούς ακόμα, που όλα μαζί να φτιάχνουν ένα σύνολο το οποίο οδηγεί στο γελιο. Απαξ και το πετύχει, πέτυχε. Και στον Αριστοφάνη υπάρχουν και τα χοντροκομμένα στοιχεία , καθως και τα ασύνδετα επεισόδια. Τα οποία έχουν μπει για να προκαλέσουν το γέλιο ακόμα κι εκτός ροής εξου κι «ασύνδετα επεισόδια»
Σινάτρα στ’ Ανάπλι…Κατά το .. «Αντάρα στ’ Ανάπλι» το θεατρικό του Γιωργου Θεοτοκά , μόνο που εδώ δεν είχαμε την προετοιμασία της δολοφονίας Καποδίστρια αλλά μια κινηματογραφική ελεγεία πάνω στον ΦΡΑΝΚ ΣΙΝΑΤΡΑ, μυθοπλασία κανονική, που όλως απροβλέπτως αποφάσισε να κάνει διεθνή επαφή με κοινό, στο ΝΑΥΠΛΙΟ. Χωρίς να έχει Ναυπλιο η υπόθεση ούτε ο Σινάτρα ούτε κανένας από εκεί.
Πολλή συζήτηση σηκώνει το όλο θέμα, κυριως, όπως τα δείχνει η ταινία. Σχετικά με τη σκηνή του βουτύρου στο περίφημο φιλμ «Το τελευταιο τανγκό στο Παρίσι» που καλλιτεχνικά ήταν η αποθέωση της Τέχνης του Αυτοσχεδιασμού κι η συνεργασία πάνω σε αυτό από τον σκηνοθέτη Μερνάρντο Μπερτολούτσι και τον πρωταγωνιστή σούπερ σταρ Μάρλον Μπράντο. Όμως εδώ διαφαίνεται κι ένα θύμα: Η πρωταγωνίστρια Μαρία Σνάιντερ η οποία δεν είχε ιδέα για αυτό που πρόκειτο να συμβεί και θεωρήθηκε κακοποιημένη από τους συνεργάτες της.
Στην προηγούμενη ταινία του ΠΑΟΛΟ ΤΖΕΝΟΒΕΖΕ, «Τέλειοι Ξένοι», είχα προσδιορίσει διασταύρωση Ινγκμαρ Μπέργκμαν και Νηλ Σάιμον. Στο «Αγάπη=Τρελα», πάμε σε κάτι ακόμα πιο ακραίο: Τη συνύπαρξη Χορού αρχαίου δράματος με «Τα μυαλά που κουβαλάς» της Pixar
Κάποτε, όταν με μάθαιναν σινεμά, κάποιοι πολλοί σοβαροί και βαθιά καταρτισμένοι δάσκαλοι, μου έλεγαν περί τραγουδιών ή και περι μουσικής ακόμα, ότι σκέτα τα τραγούδια ή και μια θεματική μελωδία, δεν μπορεί να αποβαίνουν ως κριτήρια κυρίαρχα για την αξιολογηση μιας ταινίας. Διότι, αυτό που μετράει, είναι η χρήση των τραγουδιών κι η κινηματογραφική αξιοποίηση τους.
Τα θυμηθηκα με πολλή προσοχή εκείνα τα λόγια κι ας έχουν περάσει πολλές μα πολλές δεκαετίες. Τωρα που έβλεπα τον «Αζναβουρ».
Ανανέωση στο ΕΙΔΟΣ. Με τους Αγώνες Αυτοκινήτων. Κι η ανανέωση φέρει υπογραφή: ΤΖΟΖΕΦ ΚΟΖΙΝΣΚΙ. Είναι ο σκηνοθέτης που υπέγραψε με τις ίδιες ανανεωτικές διαθέσεις το «TOP GUN:MAVERICK». Μόνο που οι ανανεώσεις σε αυτού του είδους τις ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ κινηματογραφικές δουλειές, περιλαμβάνουν πολλούς στην αφετηρία, πριν γίνει η εκκίνηση.
‘Η .μήπως έχουμε; ΚΙ είναι αυτό στο οποίο μας καταλήγει η ταινία , η οποία μας ξεκίναγε για αλλού; Και μήπως, τελικά, ο σωστός τίτλος της κριτικής θα ήταν «Η ΣΙΝΕ-ΨΥΧΑΓΩΓΙΑ ΩΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΡΑΞΗ»; Μα και πάλι, ανατρέπεται το παραπάνω, κι ερωτά αντίστροφα «Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΡΑΞΗ ΩΣ ΣΙΝΕ-ΨΥΧΑΓΩΓΙΑ»; Τη στιγμή που πιά μαθαίνουμε ότι όλα όσα βλέπαμε δεν ήταν προϊόν αλλά επεξεργασία της ΜΥΘΟΠΛΑΣΙΑΣ μια και το φιλμ στηρίζεται σε αληθινη, αληθινότατη ιστορία που κι αυτό μας το φυλάνε για το τέλος.