Διότι το αρχαίο δράμα έχει ως βάση το μεγαλείο του, έχει ως βάση το ότι μιλάει για βασιλιάδες και θεούς, για υπέρ-κοσμες ή υπερ-κόσμιες καταστάσεις και προσωπικότητες. Εχει μεγαλείο και ποίηση.
Με τη φόρα βέβαια που έχει πάρει το αρχαίο δράμα στις μέρες μας και το παίζει ο κάθε πικραμένος και ανακατεύει τον ερχόμενο ο κάθε κακομοίρης και το κατεβάζει σε επίπεδο τηλεοπτικής σαπουνόπερας, είναι παρεπόμενο να χρησιμοποιείται με ευκολία ο όρος «αρχαίο δράμα» σε κάθε τι τέτοιο.
Κι αν θέλει κανείς να εξάρει ένα έργο, επειδή δεν είναι σε θέση να του βρει συγκεκριμένα προσόντα ή θέλει να δικαιολογήσει φερειπείν τα άθλια χορευτικά στο «Χορεύοντας στο σκοτάδι» ως ότι δεν είναι μιούζικαλ αλλά αρχαία τραγωδία και τα χορευτικά είναι ο Χορός του Αρχαίου Δράματος (Θού Κύριε…!!!!) μέχρι κι εγώ δεν ξέρω τι άλλο, αυτό επιφέρει μόνο σύγχυση όταν δεν επιφέρει γελοιότητα και γελοιοποίηση.
Κάτι τέτοιο συμβαίνει και με αυτό το ισπανικό «Μυστικό της Πέτρα» το οποίο πλασάρεται σαν έργο διαστάσεων αρχαίου δράματος. Από πού κι ως που ρε παιδιά;
Επειδή υπάρχει ένα μυστήριο γύρω από τις σχέσεις των προσώπων περί του αν φυσικός πατέρας της Πέτρα είναι ο ηλικιωμένος καθηγητής με τη σύζυγο και το γιό με τον οποίο η Πέτρα συνάπτει σχέση κι αιωρείται ένα μυστήριο πάνω από τα σύννεφα;
Υπάρχει κάτι το μεγαλειώδες σε αυτά τα καθημερινά πρόσωπα, υπάρχει καμιά ανάταση, καμιά ανώτερη αλήθεια; Εχω δει μελό και μελό του παλιού ελληνικού κινηματογράφου όπου ο Ξανθόπουλος με την Αντζελα Ζήλεια δεν ήξεραν αν είναι αδέλφια αλλά οι άνθρωποι που τα έκαναν δεν έβγαιναν να πουλήσουν τέτοιου είδους φούμαρα.
Ως ταινία, «Το μυστικό της Πέτρα» παρακολουθείται με ενδιαφέρον λόγω του τρόπου, με τον οποίο προσεγγίζει το σασπένς. Χωρίς να πρόκειται για κινηματογράφο εξάρσεων, έχει βρεθεί ένας τρόπος με τα μπρος και τα πίσω της ιστορίας , που εξιτάρουν την περιέργεια, διότι η ικανοποίηση της περιέργειας είναι το κύριο ζητούμενο και φυσικά συνοδεύεται κι από χαρακτήρες αλλά κυρίως δεν είναι οι χαρακτήρες που πάλουν την ιστορία όσο η με σωστή δοσολογία στοιχείων διέγερση της περιέργειας.
Αυτό είναι το μεγαλύτερο προσόν της ταινίας κι ο θεατής που θα βρεθεί στην αίθουσα, είτε από περιέργεια είτε τυχαία, από αυτό και μόνο έχει να περιμένει κάτι.
Κι αυτό όλο το σασπένς, παραδέχομαι ότι στήνεται με κάποιο ερεθιστικό τρόπο.
Από κει και μετά δεν είναι για να μιλάμε για τίποτε «ξεχωριστό», «μεθυστικό», «βαθύ», «ανώτερο», «μεγαλειώδες» κλπ, κλπ, ίσως να ταιριάζει μόνο το «ελκυστικό» για τους λόγους που ανέφερα παραπάνω, ως προς την υποδαύλιση και πλοκή αυτής της περιέργειας.
Φάνηκε , άλλωστε, κι από τις υποψηφιότητες της ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ, όπου οι ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΣΤΕΣ των Ακαδημιών της ΕΥΡΩΠΗΣ δεν ανακάλυψαν τέτοια μεγαλειώδη στοιχεία, ούτε καμιά «σπουδή» πάνω στο αρχαίο δράμα και την συμπεριέλαβαν μόνο στη γυναικεία ερμηνεία για την ΜΠΑΡΜΠΑΡΑ ΛΕΝΙΕ, την κοπέλα που παίζει την Πέτρα. Σε τίποτε άλλο δεν της αναγνώρισαν κάτι το ξεχωριστό ούτε ως σκηνοθεσία ούτε ως σενάριο. Ως προς το τελευταίο, θα μπορούσε να της αναγνωριστεί ο τρόπος με τον οποίο σπάει τη γραμμική αφήγηση και δημιουργεί σασπένς με τον τρόπο γραφής της ενώ αν ήταν φτιαγμένη αφηγηματικά- γραμμικά θα μπορούσε να είναι και μια απολύτως βαρετή κλειδαρότρυπα που να μην ενδιέφερε κανένα. Διότι για να αναγνωριστεί ένα σενάριο δεν χρειάζεται μόνο να σπάνε οι τρόποι αφήγησης , πρέπει να συνοδεύονται κι από κάποιο περιεχόμενο.
Είναι ένα δραματάκι που δεν με δυσαρέστησε αφού μπήκα στον κόπο να το δω αλλά που δεν θα ξεκίναγα αν δεν το έβλεπα ως επαγγελματική υποχρέωση αφού θα έπρεπε να ψηφίσω και για την ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ως μόνιμο μέλος της!
Οι ηθοποιοί ήταν όλοι αποδοτικοί, όχι μόνο η «Πέτρα» που προτάθηκε αλλά κι η πάντα εξαίρετη ΜΑΡΙΣΑ ΠΑΡΕΔΕΣ που κάθε φορά όταν τη βλέπω σκέφτομαι την ΒΟΥΛΑ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗ ως παρουσία, άνεση και ιδιοσυγκρασία καθώς κι ο ΧΟΑΝ ΜΠΟΤΕΫ που κάνει τον «είναι δεν είναι ο πατέρας» και τον ΑΛΕΞ ΜΠΡΕΝΤΕΜΟΥΛ που κάνει ερωτική χημεία με την «Πέτρα» ως «Λούκας».
Για να κλείσω με κάτι θετικό: Στον ισπανικό κινηματογράφο εν γένει μου κάνει εντύπωση ο χειρισμός της έννοιας «σασπένς» για όποιο είδος κι αν πρόκειται.
Στο συγκεκριμένο φιλμ, παίρνουν διαπιστευτήρια σεναριογράφου στους τίτλους, τρείς άνθρωποι, και φαίνεται πόσο βασανισμένα, έξυπνα και ιδιότυπα έχουν βρει αυτό τον τρόπο σεναριακής αφήγησης ενώ ο σκηνοθέτης ΧΑΪΜΕ ΡΟΣΑΛΕΣ επικεντρώνει τη σκηνοθεσία του στην προβολή αυτού του σασπένς κι είναι κι ο ένας εκ των τριών που παίρνουν τίτλους σεναριογράφου.
ΥΓ. Το «Αρχαίο Δράμα» εφόσον δεν το «έχουμε» ας μην το επικαλούμαστε, ΕΚΘΕΤΕΙ!!!!!!!!!!!!!!!!!! Εκτός αν δεν ξέρουμε ότι ΔΕΝ το «έχουμε» και νομίζουμε ότι το έχουμε.. Τότε εκθέτει διπλά.