Διότι οι φωτογραφίες, τα trailer, οι εικόνες που κυκλοφορούσαν ήταν όλα ίδια κι απαράλλαχτα με το τηλεοπτικό προγενέστερο.
Η ένσταση δεν ήταν τόσο σε αυτή την φιλολογία περί τηλεοπτικού» που δείχνει κι όλη την αμηχανία όσων θέλουν να πουν «απόψεις» κι αν δεν τις έχουν κατακεραυνώνουν ένα έργο με το χαρακτηρισμό «τηλεοπτικό», την ίδια στιγμή που καταναλώνουν λαίμαργα τηλεοπτικές σειρές ασταματήτως κι υμνούν την σημερινή τηλεόραση εις βάρος του σημερινού κινηματογράφου.
Η ένσταση είχε να κάνει με το γεγονός πως όλα τα δείγματα έδειχναν έτοιμο υλικό.
ΠΡΙΝ ΔΕΙΣ, ΟΜΩΣ, ΜΙΑ ΤΑΙΝΙΑ ΠΟΤΕ ΝΑ ΜΗΝ ΒΓΑΖΕΙΣ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ.
Αυτό το «μότο» που το έγραψα επίτηδες με κεφαλαία γράμματα επειδή τελευταία δοκιμάσαμε απογοητεύσεις με ανθρώπους που βγήκαν προκαταβολικά να διασύρουν μια ταινία χωρίς προηγουμένως να την έχουν δει (περίπτωση Γαβρά) επανελήφθη κι εδώ, κι επαναλαμβάνεται παντού.
Διότι οι ανησυχίες κάμφθηκαν και πολύ γρήγορα με το που ξεκίνησε το φιλμ.
Κι υπεύθυνος για την «κάμψη» ήταν ο ίδιος ο συγγραφέας της τηλεοπτικής σειράς και του σεναρίου της ταινίας, ο ΤΖΟΥΛΙΑΝ ΦΕΛΟΟΥΣ, ο οποίος είχε πάρει ΟΣΚΑΡ ΣΕΝΑΡΙΟΥ για το «GOSFORD PARK» του Ρόμπερτ Αλτμαν κι εδώ, στον κινηματογραφικό «ΠΥΡΓΟ ΤΟΥ DOWNTON» έδειξε τη μεγάλη αξία του ξανά. Κι η αξία του έχει να κάνει με τη συγγραφική πατέντα του. Κι αυτή η πατέντα είναι το στοιχείο στο οποίο κατέφυγε για να δώσει ένα κινηματογραφικό ομόλογο στην τηλεοπτική σειρά που είχε σαρώσει σε θετικές εντυπώσεις με πολυάριθμους ανά τον κόσμο θαυμαστές.
Κι η πατέντα του, δεν είναι άλλη, από αυτή που στέφθηκε με Οσκαρ κι εννοώ το «Gosford Park».
Είναι μάλιστα τέτοια η δουλειά του που εγείρει προβληματισμούς για το όταν έλθει η ώρα της «κρίσεως», αν το σενάριο αυτό θα καταταγεί στα εκ διασκευής ή στα πρωτότυπα.
Διότι υπάρχει η εξής ιδιορρυθμία: Οι τίτλοι δηλώνουν κατηγορηματικώς ότι βασίζεται σε ΧΑΡΑΚΤΗΡΕΣ που έφτιαξε ο Τζούλιαν Φέλοους για την τηλεοπτική σειρά. Δεν αποτελεί δηλαδή διασκευή της , έτσι όπως τις ξέρουμε. Δεν είναι μια «σούμα» ούτε μια συνισταμένη επεισοδίων αλλά ένα καθαρό, ατόφιο, πρωτότυπο σενάριο στο οποίο έχει βάλει χρησιμοποιημένους χαρακτήρες. Είμαι περίεργος για το τι θα αποφασίσει η διαιτησία των σεναριογράφων και που θα το κατατάξει.
Εχει ακολουθήσει την τεχνική του «Gosford Park» στην γραφή του σεναρίου μόνο που εδώ αντί για φόνο έχουμε μια βασική επίσκεψη που έχει προγραμματιστεί για μιας νύχτας διαμονή, μια διανυκτέρευση στον Πύργο του Downton , στα πλαίσια μιας περιοδείας των βασιλέων στην ευρύτερη περιοχή του Γιορκσάιρ.
Το σενάριο το χωρίζει κι εδώ, όπως και το «Gosford Park», σε τρεις ενότητες . Είναι η ίδια δομική γραμμή του «Οσα παίρνει ο άνεμος», του «Ελαφοκυνηγού» και πολλών , πολλών άλλων. Ποια είναι αυτή; Το επίκεντρο είναι η δεύτερη ενότητα, που στα έργα με φόντο κάποιο πόλεμο αλλά που δεν είναι ζητούμενο ο πόλεμος, γίνεται ο πόλεμος. Η πρώτη ενότητα έχει το πριν κι η τρίτη ενότητα το μετά.
Το ανάλογο που συνέβαινε και στο «Gosford Park». Ο φόνος στη δεύτερη ενότητα, τα προεόρτια και τα μεθεόρτια.
Εδώ λοιπόν έχουμε στ πρώτη ενότητα την προετοιμασία της αναστάτωσης του Πύργου ενόψει της βασιλικής επίσκεψης, η δεύτερη ενότητα είναι η επίσκεψη, η τρίτη είναι οι επιπτώσεις της προετοιμασίας στο ξεκαθάρισμα των σχέσεων των χαρακτήρων του έργου.
Διότι η προετοιμασία θέτει τις βάσεις για εθιμοτυπίες, για ταξικές διαφορές, για κοινωνικές αντιθέσεις, θέτει βάσεις για χαρακτήρες οι οποίοι θα ξετυλιχτούν παρακάτω, θα επηρεαστούν από το συμβάν, θα βρουν τις λύσεις τους όταν οι βασιλείς αναχωρήσουν.
Περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια τόσο τους χαρακτήρες κι ας τους ξέρει το κοινό από την τηλεοπτική σειρά, διότιι εδώ τους βάζει σε διαφορετικές καταστάσεις κι είναι σαν να τους γράφει εκ νέου. Είναι απίστευτο το πώς μεταβάλει σε υπόθεση όλες τις εθιμοτυπίες ακόμα και τις διαφορές μεταξύ υπηρετικού προσωπικού των ευγενών και των υπηρετών των βασιλέων, είναι αξιοθαύμαστο πως για όλο αυτό το πλήθος που κινείται εκεί μέσα υπάρχει παντού ει ολοκληρωμένος χαρακτήρας είτε με μία σύντομη σκηνή, είτε και με μία παύση είτε ακόμα και με την αντίδραση σε μια υλική ζημιά..
Είναι ένα ανθρώπινο χάος που μεταβάλλεται σε πλήθος χαρακτήρων. Και τίποτε από όλα αυτά δεν αποφεύγει το κοινωνικό πρόσημο. Πολύ περιεκτική γραφή.
Είναι αξιοθαύμαστη η δουλειά του διότι εδώ δεν έχει να κάνει με βιβλίο απείρων σελίδων όπου μπορείς να αναπτύξεις όλες τις λεπτομέρειες, δεν είναι το «Πόλεμος και Ειρήνη» του Τολστόι που είναι και το μεγαλύτερο πρότυπο για έργα τριών ενοτήτων με καταλυτικό επίκεντρο δεύτερης ενότητας τον πόλεμο. Παρά είναι ένα σενάριο των δύο ωρών κι ο τρόπος με τον οποίο δουλεύει το σενάριο και τους χαρακτήρες ο Τζούλιαν Φέλοους είναι για μάθημα!!! Διότι τους δουλεύει εξελίσσοντας μια υπόθεση. Τίποτε εκεί μέσα, σε αυτό το αξιοθαύμαστο μάθημα σεναριακής οικονομίας , δεν έχει μπει καταχρηστικά ή περιττά.
Το άλλο «τρελό» της υπόθεσης είναι τα set με τα μικροαντικείμενα και τις λογιών λογιών αντίκες, στολίδια, «σκατολοίδια». Τι δουλειά έκαναν οι άνθρωποι. Και φυσικά όλο αυτό έχει αποκλειστικά σεναριακή καταβολή. Να μην πω για τους χώρους διότι δεν με νοιάζει το γεγονός πως κάποιοι από αυτούς (τους χώρους εννοώ) είναι γνωστοί από την τηλεοπτική προέλευση μα το πώς τους επεξεργάζονται κινηματογραφικά ώστε να λειτουργήσουν στη συγκεκριμένη υπόθεση και να λειτουργήσουν και την υπόθεση.
Αυτό όλο δείχνει πως εκτός από το μεγάλο σενάριο υπάρχει και σκηνοθέτης, επίσης με τηλεοπτικές καταβολές, ο ΜΑΪΚΛ ΕΝΓΚΛΕΡ. Αυτός του δίνει όλη αυτή την ώθηση, αυτό το ζωντάνεμα των σεναριακών μικρολεπτομερειών με ανθρώπους, χώρους και αντίκες, αυτός συντονίζει το να βγουν χαρακτήρες και τάξεις αλλά κι αναδείξεις ηθοποιών από την ενδυματολογική προσέγγιση, που σε κάνει να χαζεύεις αλλά επειδή τα φορούν χαρακτήρες, καταφέρνουν στη συνεργασία τους σκηνοθέτης κι ενδυματολόγος να μην αποσπούν τα κοστούμια την προσοχή.. Υπάρχει ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ που κινεί την κάμερα με κινηματογραφική λογική , ενός χρόνου που τρέχει και που δεν πρέπει να γίνει κοιλιά κι υπάρχει κι η αισθητική των φωτισμών που χωρίς αυτήν δεν θα αναδειχτούν ούτε η απαραίτητη σκηνογραφία αλλά ούτε και τα απίθανα κοστούμια.
Κι υπάρχει κι ένα μοντάζ, που, ουσιαστικά, «καταργείται» (λέμε τώρα….) από το ίδιο το σενάριο το οποίο μοντάζ όμως, μαζί με την κάμερα που παρακολουθεί όλο αυτό το ανθρώπινο χάος, «παρακολουθεί» και τον διάλογο αλλά και τα βλέμματα και τις εκφράσεις, κάνει «cut» εκεί που ρέπει να γίνει ώστε να αποφευχθούν οι «κοιλιές» και να τηρηθεί ο χρόνος.
Στους ηθοποιούς θα πρέπει να ανοίξω κατάλογο ονομάτων και δεν γίνεται κάτι τέτοιο, θα είναι εξαιρετικά βαρετό για τον αναγνώστη. Δεν υπάρχει ηθοποιός που δεν είναι στο πόστο του, από την μεγάλη ΜΑΓΚΥ ΣΜΙΘ που μετά από κάτι εμφανίσεις υπερβολής και καρικατουροποίησης την επανέφερε στο μεγαλείο της ως τους πιο μικρούς , μικρούς ρόλους, από τον ζηλιάρη υπηρέτη για τα μάτια της υπηρέτριας ως τον τύπο που έρχεται να φτιάξει τον λέβητα. Κι από την παγιδευμένη σε γάμο πριγκίπισσα μέχρι το σύζυγο της που με μια τόση δα σκηνούλα, με ένα βλέμμα και δύο λέξεις, ο ηθοποιός μας έχει δώσει τις εξηγήσεις ενός παγιδευμένου σε τυπικότητες (αλλά όχι και χωρίς αισθήματα) γάμου..
Τέτοιου είδους καταστάσεις , βεβαίως κι οι θεατές έχουν δει και στο τηλεοπτικό, εξού και το έχουν λατρέψει. Εμένα αυτό που με ενδιέφερε ήταν η κινηματογραφική αντιμετώπιση και λειτουργικότητα κι είχα να πω τα καλύτερα.
Και για τη μουσική ισχύουν τα ανάλογα, το πως η αναγνωρισιμότητα μεταβάλλεται σε κινηματογραφική λειτουργικότητα.