Καθόσον, ο ΓΙΟΑΚΙΝ ΦΙΝΙΞ, από την πρώτη εμφάνιση, από το πρώτο πλάνο, σε διαπερνά, σε ελέγχει, σε μαγεύει, σου επιβάλλεται, δεν μπορείς να του «αντισταθείς», να ξεκαρφώσεις το βλέμμα, σε έχει αιχμαλωτίσει. Θυμήθηκα την ΚΑΤΙΝΑ ΠΑΞΙΝΟΥ, που έλεγε ότι στόχος της είναι να «γραπώσει» και το θεατή της τελευταίας κερκίδας, να τον κάνει να μην ξεκολλάει τα μάτια του ή τα αφτιά του από πάνω της... Ο Γιοακίν από το πρώτο πλάνο ως το τελευταίο, όπου δεν λείπει σχεδόν από κανένα, κάνει μια ερμηνεία που κλιμακώνεται , ανελίσσεται, περνά από άπειρα στάδια, διότι από άπειρα στάδια περνά κι η ίδια η ταινία η οποία δεν είναι απλώς μια καλή ταινία που του προσφέρει ένα μεγάλο ρόλο μα είναι ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΡΙΕΡΑΣ ΚΙ ΑΘΑΝΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΦΙΝΙΞ.
Χωρίς αυτόν, δεν θα ήταν ίδια η ταινία , χωρίς να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν άλλοι καλοί ηθοποιοί που θα μπορούσαν να ανταπεξέλθουν και να δημιουργήσουν. Από το ΑΝΤΑΠΕΞΕΡΧΟΜΑΙ ΚΑΙ ΑΠΟΔΙΔΩ έως το ΜΑΓΕΥΩ υπάρχει απόσταση κι είναι εκεί που έχουμε τη μεγάλη δημιουργία, εκεί που έχουμε αυτό που έλεγε ο ΗΛΙΑΣ ΚΑΖΑΝ περί «απρόβλεπτου παιξίματος», για τον ηθοποιό που μπορεί να σε εκπλήσσει με τις επινοήσεις του, να μην ξέρεις τι σου ετοιμάζει στην απόδοση του ρόλου. Ναι, ο Γιοακίν Φίνιξ έχει κάτι ανάλογο με εκείνο του ΜΑΡΛΟΝ ΜΠΡΑΝΤΟ, ειδικά στο «Λιμάνι της αγωνίας». Εκείνο το ρεύμα που σου διαπερνά με την παρουσία του η οποία έχει πολύ να κάνει όχι μόνο με την εξωτερική εμφάνιση αλλά με τον τρόπο που παίζει.
Θα μπορούσα να καταλήξω στον Γιοακίν και να μην ξεκινήσω από αυτόν. Διότι η ερμηνεία αυτή είναι μέρος αλλά κεφαλαιώδες μιάς μεγάλης ταινίας η οποία λειτουργεί σε πολλαπλά επίπεδα.
Πρώτα από όλα στο ψυχαγωγικό. Το ξεκινώ βλέπετε, κι ως προς το φιλμ, από την κατάληξη. Ότι έχεις μια ταινία που την ευχαριστιέσαι. Και την ευχαριστιέσαι διότι σε εκπλήσσει κι αυτή διαρκώς, όπως ο πρωταγωνιστής της, επειδή είναι εντελώς ΑΠΡΟΒΛΕΠΤΗ, κατά τα «καζανικά» πρότυπα κι όχι μόνο ως προς την ερμηνεία, από το ότι παίρνει τον ήρωα ενός «κόμικς» και φτιάχνει πάνω του ένα δυνατό ψυχολογικό και κοινωνικό ΔΡΑΜΑ, με έμφαση στην κοινωνική αναφορά , με εμβάθυνση στον ήρωα, με πλήρη έκθεση των πεπραγμένων του και της προϊστορίας του, καθώς αυτά ψάχνονται από το σενάριο, καθώς μας φανερώνεται ένας συγκλονιστικός ήρωας που βγαίνει από τα σπλάχνα της εποχής, από την κοινωνική κατάρρευση, την ασχήμια, την κατήφεια κι αυτά που λέει ο «JOKER» δεν τα λένε επίσημα δηλωμένες κοινωνικό-πολιτικές ταινίες των Φεστιβάλ και των auteurs.
Αν έλειπε η λέξη «JOKER» από τον τίτλο, θα είχαμε ένα δυνατό , ψυχολογικό έργο, ένα φιλμ κοινωνικού μηνύματος, κοινωνικής αντίδρασης. Με τον «JOKER» στον τίτλο, και χάρη σε αυτό, έχουμε ένα ΜΕΓΑΛΟ έργο!!! Το οποίο δείχνει τι μπορείς να κάνεις με ένα ήρωα των «κόμικς» , χωρίς το έργο να έχει σχέση με το είδος της ταινία κόμικς και του ρεπερτορίου της Marvel. Είναι ένα ΑΛΛΟ έργο!
Όμως, ο μάγκας που το έφτιαξε και λέγεται ΤΟΝΤ ΦΙΛΙΠΣ, δείχνει ότι είναι ένας μεγάλος σκηνοθέτης, τουλάχιστον εδώ βλέπουμε μια μεγάλη σκηνοθεσία, στην οποία η ΣΥΝΥΦΑΝΣΗ κοινωνικού, ψυχολογικού δράματος και προέλευσης κόμικς είναι μεν για μάθημα, είναι όμως κι από.. Θεού. Με την έννοια του ταλέντου.
Και τα λέω αυτά, επειδή ξέρετε από πού προέρχεται; Από την σειρά των κωμωδιών «HANGOVER». Όπως ο περσινός του «ΠΡΑΣΙΝΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ», ο ΠΗΤΕΡ ΦΑΡΕΛΙ, ερχόταν από τον «Ηλίθιο και πανηλίθιο»
Καταλαβαίνετε παιδιά κάτι; Αυτό που ισχυρίζομαι όχι από εγωισμό ή καπρίτσιο αλλά από μελέτη κι εντρύφηση στο σινεμά και τους ανθρώπους του, που με εναντιώνει στη θεωρία του auteur, η οποία είναι «κατασκεύασμα» από τους θεωρητικούς κι ευκολία για τον κάθε κινηματογραφικά ανίδεο.
Πέρσυ ο Φαρέλι, φέτος ο Τοντ Φίλπς, τι αποδεικνύουν; Ότι πρώτα κατακτάς ένα είδος κι ύστερα προχωράς σε ένα επόμενο, σε ένα ανώτερο επίπεδο. Όμως για να έχει προηγηθεί κατάκτηση, απαιτούνται φυσικά το ταλέντο αλλά και μια βαθιά, βαθύτατη γνώση του σινεμά και των κωδίκων του. Κι όταν τους κατακτάς, φορά τη φορά, μπορείς και προχωράς μέχρις εκεί που είναι δυνατόν να σε φτάσει..
Δείτε πως συνυφαίνει το «κόμικς» με τον «Ταξιτζή» ,πως δείχνει την έννοια της ΕΠΙΡΡΟΗΣ μιας ταινίας που γίνεται κληρονομιά, σε άλλα είδη, πως χτίζεται ο ρόλος του «Joker» , του Αρθουρ δηλαδή, κάτω από εκείνη την επιρροή, η οποία επιρροή είναι ό, τι σημαντικότερο υπάρχει, δεν έχει σχέση με την κλοπή , την αντιγραφή ή τη μίμηση, έχει, όμως, να κάνει με το «σχολή». Και βεβαίως θα τολμήσω και θα πω ότι ο ρόλος του Αρθουρ είναι πιο ολοκληρωμένος από τον χαρακτήρα του Τράβις Μπικλ. Στο έργο εκείνο, που κατέληξε κλασικό χάρη στην «καζανικής» επινόησης ερμηνεία του Ντε Νίρο πρωτευόντως, με τις ιδέες του και τις πρωτοβουλίες του τις ερμηνευτικές, και στη νυχτερινή νεοϋορκέζικη ατμόσφαιρα του Σκορσέζε με τη συνδρομή του σαξόφωνου του ΜΠΕΡΝΑΡΝΤ ΧΕΡΜΑΝ, το σενάριο είχε κενά ως προς τον κεντρικό χαρακτήρα. Το ποιος ακριβώς ήταν ο Τράβις και γιατί κάνει αυτά που κάνει… Γι αυτό κι επέτρεψε στους θεωρητικούς και λοιπούς αγκιτάτορες να βγαίνουν και να λένε για την ταινία ο καθένας το μακρύ του και το κοντό του. Αυτό ήταν πρόβλημα του σεναριογράφου Πολ Σρέηντερ. Το οποίο, όμως, από την άλλη ,ίσως και για αυτό, επέτρεψε στον Ντε Νίρο να αναπτύξει πρωτοβουλίες και ο «Ταξιτζής» ενπάση περιπτώσει είναι κλασική ταινία κι αναφορά.
Στο «Joker», το σενάριο, αν και προέρχεται ο ήρωας από «κόμικς», ή μάλλον τον δανείζονται από τα «κόμικς», είναι δουλεμένος βασανιστικά από τον Τοντ Φίλιπς και το συνεργάτη του στο σενάριο ΣΚΟΤ ΣΙΛΒΕΡ, που ήταν υποψήφιος γα Οσκαρ σεναρίου στο «The fighter» .Δεν υπάρχει πτυχή που να μένει ακάλυπτη, αντιθέτως τον ψάχνει όλο και προς τα πίσω, καθώς προχωρά η ταινία κι αυτόν και τα πρόσωπα του περιβάλλοντος, τους βάζει σε καταστάσεις συγκρούσεων κι έτσι φτιάχνεται ένα άριστο σεναριακά πορτραίτο ενός απόκληρου της κοινωνίας. Κι οι αντιδράσεις κι οι συμπεριφορές κι οι εκρήξεις, είναι εκρήξεις ανθρώπου κοινωνικά απορριφθέντος , ενός αληθινά τραγικού ήρωα που δεν τρώγεται με τον εαυτό του, όπως σε κάτι «δηθενιές», αλλά το δράμα του εκπορεύεται από την κοινωνία από τη οποία απορρέει κι η ψυχολογία του.
Κι έχοντας τον τώρα , προερχόμενο από «κόμικς», το ύφος κι ο ρυθμός της ταινία γίνονται με βάση τη διασκεδαστική περιπέτεια, οι σκηνές στο μετρό, οι φόνοι, τα κυνηγητά ,θυμίζουν έως και το «Ghost», είναι μοντάζ περιπέτειας που θέλει να δίνει κι αέρα στις σκηνές, να μην τις βαραίνει κι όλα αυτά είναι αναφορές καλο-σπουδαγμένου ,κινηματογραφικά ανθρώπου κι όχι αντιγραφέα. Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ, ας πούμε , έχει στα ημερήσια ,τόνους κι από τον «Ανθρωπο από τη Γαλλία», είναι λίγο «βρώμικη», βγάζει κατήφεια ρεαλιστικής Νέας Υόρκης στη Gotham City , διαφέρει στα νυχτερινά από εκείνα του «ταξιτζή», είναι όλα φωτισμένα με σκοτεινή διάθεση. Και τα εσωτερικά. Φυσικά, το ντεκόρ του σπιτιού του ήρωα με την μάνα την ανάπηρη κι εκείνο τον διάκοσμο (προσέξατε, το «ψυγείο του ήρωα» για το οποίο έχω γράψει κι άλλες φορές, εξαιτίας σειράς μαθημάτων που είχα κάνει στην Αμερική γύρω από αυτό το σημείο και το πώς προσδιορίζει χαρακτήρα- σε τι ντεκόρ το έχει, σε ποια σκηνή το δείχνει, από το τι πετάει από κει μέσα, αντιλαμβανόμαστε ότι είναι άδειο κι ότι μόνο στην πόρτα υπάρχουν πράγματα, λιγοστά) (εδώ πόσο φαίνεται ο σεναριογράφος-σκηνοθέτης κι από ποια γωνιά θα κάνει λήψη αυτού του ψυγείου ώστε να φανεί σιωπηλά και διακριτικά το παραπάνω…) Και τα εσωτερικά πόσο προέκταση μοιάζουν των εξωτερικών, το διαμέρισμα του ήρωα αλλά κι η πολυκατοικία του και τα άλλα διαμερίσματα , έτσι όπως η ΣΚΗΝΟΓΡΑΦΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ υποδεικνύει, κυρίως χρωματικά, τη Gotham City. Ως ρεαλιστικό τόπο αλλά.. ελαφρώς πειραγμένο.
Στη βάση της περιπέτειας συντονίζεται με το μοντάζ κι ο ήχος ο οποίος στις σκηνές της δράσης ΔΕΝ έχει δουλευτεί ρεαλιστικά και το αποδεικνύει στην απογείωση του φινάλε. Ο ήχος δουλεύει με το κόμικς» κατά νου, δεν είναι ο ήχος του «ανθρώπου από τη Γαλλία», ούτε και του «ταξιτζή» που εκεί τον υποκαθιστούσε το σαξόφωνο..
Ο ήχος, εκτός των άλλων επιτευγμάτων, αφήνει χώρο στη ΜΟΥΣΙΚΗ που είναι επίσης ένα ΕΠΙΤΕΥΓΜΑ της ταινίας. Δεν της αφήνει απλώς χώρο, αλλά σαν να την βγάζει μέσα από τα σπλάχνα του και αποκόπτει τον ομφάλιο λώρο και τη ρίχνει αυτόνομη στη μάχη. Η μουσική, της Ισλανδής ΧΙΛΝΤΟΥΡ ΓΚΟΥΑΝΑΝΤΟΤΙΡ, είναι κινηματογραφική ως εκεί που δεν παίρνει, συνυπάρχει με τον ήχο στις σκηνές δράση, αναδύεται μέσα από εκεί υπογραμμίζοντας τις ανάλογες σκηνές με γνώση των οργάνων και της ενορχήστρωσης κι ο ήχος την αφήνει ολομόναχη να πάρει το χειροκρότημα της όταν από τη δράση περνά σε δραματικούς τόνους, όταν το θέμα γίνεται δραματικό ,όταν με τα κατάλληλα μουσικά όργανα προβάλλει την ψυχολογία του ήρωα, τη μοναξιά του, την οργή του, το εκάστοτε συναίσθημα του εν γένει.
Στον τομέα, που η παραγωγή κι ο ΤΟΝΤ ΦΙΛΙΠΣ ο σκηνοθέτης έχει πάρει φίρμα, είναι στα ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ. Ο ΜΑΡΚ ΜΠΡΙΤΖΕΣ δις βραβευμένος με ΟΣΚΑΡ για εντελώς διαφορετικές θεματικές δουλειές, για το μαυρόασπρο «THE ARTIST» και για την «ΑΟΡΑΤΗ ΚΛΩΣΤΗ», επιλέγεται ώστε να φτιάξει κοστούμι-έμβλημα για τον ήρωα όταν θα είναι «JOKER» και να ντύσει γύρω του όλο αυτόν κόσμο της Gotham City που πρέπει να κυκλοφορεί ντυμένος ρεαλιστικά με υποδείξεις τόνων αλλά και υφασμάτων, που να ξεφεύγουν από το νατουραλίστικο στοιχείο και να πλαισιώσει τον ήρωα σε ο,τι φοράει ως καθημερινή διαταραγμένη προσωπικότητα αλλά κι ως την αποθέωση με το κοστούμι του «Joker» το οποίο θα γίνει έμβλημα κι αφίσα, ενώ ανάλογα ντύνει , εκεί προς την τελευταία στιγμή, και τον διεφθαρμένο δήμαρχο με τη γυναίκα του και το παιδάκι, ως ρούχα φαινομενικά ρεαλιστικά που να παραπέμπουν, όμως, σε ανάλογη εικόνα από «Batman» και δη το «Batman begins»…
Κι όλα αυτά έρχονται για να στηρίξουν , να πλαισιώσουν , να προβάλλουν, να υπογραμμίσουν τον ΓΙΟΑΚΙΝ ΦΙΝΙΞ που είναι ο ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ.
ΥΓ. Μέχρι κι ο ΡΟΜΠΕΡΤ ΝΕ ΝΙΡΟ (μακρινή αναφορά περί «Ταξιτζή») δουλεύει για αυτόν! Δείτε ένα μεγάλο ηθοποιό πως αναλαμβάνει τη θέση του «πασαδόρου» ενός επερχόμενου , νεώτερου κορυφαίου και τι πασαδόρος γίνεται.
ΟΛΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΙΟΑΚΙΝ.