Αλλοι πήγαν να την συγκρίνουν με το «2001: Η Οδύσσεια του Διαστήματος», κάποιοι με το «INTERSTELLAR» , κάποιοι τρίτοι με το «GRAVITY», κάποιοι άλλοι κάτι άλλο γύρευαν που μπορεί να μην το είχαν προσδιορίσει κι οι ίδιοι και δεν το βρήκαν.
Ποιος ο λόγος για όλα τα παραπάνω; Στη δική μου αντίληψη και κινηματογραφική φιλοσοφία, κανένας.
Τα έργα γίνονται κάτω από συγκεκριμένες προδιαγραφές, για αυτό που θέλουν να είναι.
Ο υποφαινόμενος, που ως θεατής δεν αγαπά τις ταινίες «διαστήματος» αλλά ως κριτικός τις παρακολουθεί, είδε μια ταινία να λειτουργεί άψογα στο μέχρι εκεί που ήθελε να είναι.
Μια διαστημική περιπέτεια που ως πρωτοτυπία, ας την πούμε έτσι, έχει ένα «φροϋδικό» στοιχείο – θέλετε κι «αμλετικό»;- που είναι η αναζήτηση του πατέρα από τον γιό, ενός πατέρα διαστημάνθρωπου, που χάθηκε σε μια αποστολή, ο γιός ακολούθησε τη δουλειά του πατέρα κι έγινε αστροναύτης, και με αφορμή μια καταστροφή του Πλανήτη Γη, που θέλουν νε ψάξουν για πηγές διάσωσης σε άλλα άστρα, τον στέλνουν αποστολή στη Σελήνη, τον γιό δηλαδή, και τότε μαθαίνει πωςς οι επιστήμονες πιστεύουν ότι ο πάτέρας μπορεί και να ζεί.
Η όλη διαδικασία από το ξεκίνημα ως τις ενδιάμεσες πράξεις και την κατάληξη στο φινάλε φτιάχνει μια περιπέτεια όπου το στοιχείο της σχέσης πατέρα-γιού όλο και κλιμακώνεται και δεν το αφήνει και μετέωρο. Μια κι ο γιός, χωρίς να το έχει καταλάβει ,γίνεται ίδιος με τον πατέρα που μισούσε, έχει πάρει τη θέση του χωρίς να το έχει συνειδητοποιήσει, κι όλα εκείνα που είχε απαρνηθεί του πατέρα του, όπως το οικογενειακό κομμάτι κλπ (δεν θέλω να πω λεπτομέρειες), τα έχει ενστερνιστεί και συμπεριφέρεται ίδια κι απαράλλαχτα .
Φυσικά, και δεν μιλάμε για ταινία βαθέως ψυχογραφήματος, αλλά για περιπέτεια διαστημική η οποία βάζει κι αυτό το στοιχείο ώστε να μη μοιάζει με άλλες.
Στα πλαίσια αυτού, δεν είδα κάπου να υστερεί, σε αυτό που ήθελε να είναι κι αυτό έκανε.
Την αποστολή της έφερε εις πέρας, διαθέτει πρωταγωνιστή αστραφτερό, τον ΜΠΡΑΝΤ ΠΙΤ εννοώ, ο οποίος παίρνει την ταινία πάνω του, κάνει ένα ακόμα star performance, που δείχνει πόσο έχει ωριμάσει το σταρ στοιχείο σε αυτά τα χρόνια, πόσο το έχει εμπλουτίσει είτε μέσω των καλών σκηνοθετών που έχει συνεργαστεί είτε διά των καλών σεναρίων που του έχουν δοθεί είτε μέσω του παραγωγού εαυτού του που σημαίνει ξέρει από όρια κι επεκτάσεις, το φέρνει εις πέρας, παλικαρίσια. Σταρ!!!!!!!!!!!
Εχει ένα πολύ καλό επιτελείο ονομάτων να τον πλαισιώνουν, σε ρόλους όχι ιδιαίτερα σημαντικούς αλλά ο ΝΤΟΝΑΛΝΤ ΣΑΔΕΡΛΑΝΤ, ο ΤΟΜΥ ΛΗ ΤΖΟΟΥΝΣ κι η καλή δραματική Αιθιοπιανή ΡΟΥΘ ΝΕΓΚΑ που ήταν κι υποψήφια για το Οσκαρ το 2017 με το «Loving», χωρίς να έχουν μεγάλους ρόλους, έχουν καλές παρουσίες που συνθέτουν και συμπληρώνουν. Δεν είναι σενάριο για μεγάλες ερμηνευτικές αναπτύξεις αλλά δεν είναι και το είδος τέτοιο. Οι ηθοποιοί προσδίδουν οντότητα.
Το καθαρώς «τεχνολογικό» (δεν μου αρέσει η λέξη, καλλιτέχνες είναι όλοι αυτοί και μάλιστα πρώτου μεγέθους αλλά πρέπει και να συνεννοηθούμε) μέρος είναι αδιαπραγμάτευτο, η όψη της δηλαδή αλλά κι ο ρυθμός το ίδιο. Στη ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ο ΧΟΫΤΕ ΒΑΝ ΧΟΫΤΕΜΑ έχει γλυκάνει τους τόνους, τους φωτισμούς εννοώ, δεν έχει σχέση η φωτογραφία του με εκείνη που είχε κάνει στο «Interstellar» που ήθελε ψυχρότητα κι «άμμο», εδώ δείχνει να παίρνει εξαιρετικές πρωτοβουλίες,η «Δουνκέρκη» τον οφέλησε αρκετά στο φωτισμό των χρωμάτων και στο «Ad Astra» πιάνει γλυκούς, παστέλ τόνους και φωτίζει υπέροχα και τον Μπραντ Πιτ. Ειδικά σε κάποια κοντινά. Και τα ντεκόρ φωτίζει πολύ ωραία και βλέπουμε άλλη Σελήνη, διαφορετική από εκείνη που είχαμε δει στον «Πρώτο Ανθρωπο», είναι μια Σελήνη που πρέπει να υπακούσει στο είδος που ανήκει η ταινία της. Εχει κι άλλες ωραίες πρωτοβουλίες το σκηνικό, έχει μια αντίληψη σκηνογραφική που ξεφεύγει από τα κλισέ ταινιών του είδους, η set decorator, η ΚΑΡΕΝ Ο’ΧΑΡΑ έχει πάρει ΟΣΚΑΡ για την «ΑΛΙΚΗ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΘΑΥΜΑΤΩΝ» του Τιμ Μπάρτον. Αξιοπρόσεκτη δουλειά πρωτοβουλιών και στα κοστούμια από τον ΑΛΜΠΕΡΤ ΒΟΛΣΚΥ, στο πώς να τους ντύσεις όλους αυτούς, από πού να πιαστείς, όταν βγάλουν τα σκάφανδρα, και μάλιστα μέσα σε ένα κλίμα φωτογραφίας με σκιάσεις, που δεν θα προβάλλεται και τόσο πολύ το κοστούμι. Προβάλλεται όμως ο Μπραντ Πιτ και στο σκούρο γκρενά που τον υπογραμμίζει έτσι όπως συνεννοήθηκαν ενδυματολόγος και διευθυντής φωτογραφίας.
Στις δουλειές που «φαίνονται» βεβαίως το μοντάζ αλλά η μεγάλη δουλειά έχει γίνει στον ΗΧΟ καθώς και στη μουσική που συνοδεύει τον ήχο, που γίνεται ήχος κι αυτή κι όταν στη συγκεκριμένη ταινία μιλώ για ήχο επεκτείνομαι και στα ηχητικά εφφέ τα οποία θαρρείς κι ακολουθούν το «παστέλ» της φωτογραφίας, σου ακούγονται «γλυκά» κι αυτά, πλήρως εναρμονισμένα με τη φωτογραφία του Χόυτε.
Με απλά λόγια, δεν της βρήκα κάποιο ψεγάδι, πέρα από το ότι όντως δεν είναι αριστούργημα. Αυτό όμως δεν είναι ψεγάδι. Αν αγαπάς να πηγαίνεις στο σινεμά, είναι ταινία για να περάσεις καλά, και περνάς, αυτή δεν είναι ταινία για να σε δυσαρεστήσει. Αν, όμως , πας για να της βρεις ψεγάδια, τότε αλλάζει κι η σχέση σου με το σινεμά και τότε πρόσεξε μήπως βρουν ψεγάδια και σε σένα..
Σκηνοθεσία: ΤΖΕΗΜΣ ΓΚΡΕΫ, συνεργάζεται στο ΣΕΝΑΡΙΟ με τον ΗΘΑΝ ΓΚΡΟΣ