Και θα πω ότι η ταινία κερδίζει με την ένταση, την εσωτερική ένταση κατά το ξετύλιγμα της ιστορίας, κι ότι ο θεατής που θα την δει χωρίς να έχει υπόψη του τις ομοιότητες που της καταλογίζουν, θα βγει δυσαρεστημένος. Δεν θα βγει.
Διότι το εσωτερικό κομμάτι της ηρωίδας αποδίδεται θαυμάσια από τη ΝΟΟΜΙ ΡΑΠΑΣ, που μου θύμιζε νοσταλγικά την ΤΖΕΝΙΦΕΡ ΤΖΩΝΣ και θα ήθελα πολύ να ήταν ταινία που θα είχε γίνει σε εκείνα τα χρόνια με τη συγκεκριμένη αείμνηστη πρωταγωνιστρια-σταρ…Αποδίδεται σε εσωτερική ένταση, αποδίδεται μέσω εκφραστικότητας που αποπνέει τη σιγουριά της ηρωίδας τη στιγμή που ακόμα κι ο ‘ιδιος ο σύντροφος της προς στιγμήν την αμφισβητεί….Κι η αμφιβολία για το ότι δεν του έχει πει την αλήθεια για το παρελθόν της , ότι του συστήθηκε σαν μία άλλη….
Κι αυτά συμβαίνουν, στη μεταπολεμική Αμερική, κι η ηρωίδα είναι μια Ρουμάνα που, όπως κι εμείς πληροφορούμεθα καθ’ οδόν, κατά την εκτύλίξη δηλαδή της ιστορίας, πέρασε βάσανα σε γερμανικά στρατόπεδα, έχασε τους δικούς της , και ξαφνικά αναγνωρίζει κάποιον…
Καταρχάς, και σε αυτό το σημείο, καθ’ οδόν ξετυλίγονται οι πληροφορίες. Τη βλέπουμε να παρακολουθει κάποιον, έχουμε πάρει πληροφορίες για την καλή σχέση με τον άντρα της ο οποίος την έσωσε κάποτε και την έφερε στην Αμερική και του οφείλει τα πάντα, αλλά…ποιος είναι αυτός που παρακολουθεί; Κι όταν τον πλησιάζει, του επιτίθεται με αιχμηρό αντικείμενο, τον τραυματίζει και τον απαγάγει. Στα μάτια του, ούτε καν στο πρόσωπο του, έχει αναγνωρίσει τον βασανιστή της και υπεύθυνο για την εξόντωση των δικών της.
Είναι όμως αυτός; Τον φέρνει απαχθέντα στο υπόγειο του σπιτιού κι ενώ από τη μια θέλει να τον κάνει να ομολογήσει διότι αυτή είναι σίγουρη, έχουμε αφενός τη διαδικασία της έρευνας από μεριάς συζύγου κι από την άλλη τη σταδιακή αναστάτωση στη γειτονιά από την εξαφάνιση του φιλήσυχου γείτονα κι από μια κραυγή που είχε ακουστεί στις 5 τα ξημερώματα..
Ενδιαφέρον στοιχείο στο σενάριο είναι η γνωριμία με τη σύζυγο του απαχθέντος, η σταδιακή προσέγγιση των δύο γυναικών παιρνει καλή ανάπτυξη από το σενάριο, η συνάντηση εκτός από ανθρώπινη γίνεται και λίγο …κατασκοπική και σεναριακά ολοκληρώνεται στα πλαίσια αυτού που ήθελε να είναι.
Η μόνη ένσταση που έχω είναι στο φινάλε, για το αν αυτό που επιλέγει το σενάριο ως κλείσιμο , είναι κάθαρση ή…Μωσαϊκός Νόμος. Οσο κι αν απηχεί το δράμα της ηρωίδας και κατεπέκταση του συζύγου της, κάπου χάνει στην αριστοτελική Ηθική.
Ο Ισραηλινός σκηνοθέτης ΓΙΟΥΒΑΛ ΑΝΤΛΕΡ, , είχε δείξει και στο φιλμ «The operative» με την Νταϊάν Κρούγκερ, το ότι κατέχει το είδος αγωνίας, ότι μπορεί να φτιάξει σκηνές ένταση κι αγωνίας μια κι η αντίληψη του περί μοντάζ εμποτίζει τη σκηνοθεσία του.
Η Νόομι Ραπάς παίζει πολύ εκφραστικά την ηρωίδα κι άλλο τόσο μου άρεσε ο ΤΖΟΕΛ ΚΙΝΑΜΑΝ, στο ρόλο του θύτη-θύματος που τον είχα εντοπίσει και στο «CHILD 44», εκείνο με τον Τομ Χάρντυ και τον Γκάρυ Ολντμαν, που είχε να κάνει με ένα serial killer στην ΕΣΣΔ επί Στάλιν .
Τωρα, το ότι κάποιος αναγνωρίζει τον βασανιστή του και του στήνει παγίδα , δεν νομίζω ότι είναι θέμα ενός έργου και μόνο όπως νομίζουν αυτοί της διαδυκτιακής κριτικής, που , αντιγράφουν ο ένας τον άλλο, δεν είναι καν κριτική αυτό το πράγμα, αλλά …τέλος πάντων. Το ρεπερτόριο είναι γεμάτο παραλλαγές σε πολλά θέματα. Το θέμα δεν είναι οι εξωτερικές ομοιότητες αλλά η αυτόνομη διαχείριση κι αυτό καλείται να κάνει η κριτική, αν θέλει να λέγεται κριτική