Ωστόσο, το κοστούμι, υπαγορεύεται ΑΜΕΣΑ από το σενάριο (όχι ότι το μακιγιάζ εξαιρείται, όπως δεν εξαιρείται καμία κατηγορία), διότι καλείται να ντύσει τους χαρακτήρες, να τους δώσει την «κοινωνική φόρμα» που έλεγε η Ντένη Βαχλιώτη, αλλά και να τους εντάξει στο πλαίσιο που το σενάριο αλλά κι η σκηνοθετική επί του σεναρίου γραμμή, ορίζουν.
Προχωράμε στις 5 φετινές επιλογές που προκρίθηκαν από τον κλάδο των ΕΝΔΥΜΑΤΟΛΟΓΩΝ της ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ως ΕΠΙΤΕΥΓΜΑΤΑ και τίθενται στην εξέταση και την αξιολόγηση κι όλων των υπολοίπων κλάδων. Μια κι αυτό σημαίνει Ακαδημία: Τη συνολική τοποθέτηση επί των προτάσεων της εξειδίκευσης. Πάμε να δούμε τι είναι αυτά τα φετινά
ΥΠΟΨΗΦΙΟΤΗΤΕΣ
- ΕΜΜΑ- Αλεξάντρα Μπερν
ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΣΤΑ ΟΣΚΑΡ: ΟΣΚΑΡΟΥΧΑ η ΑΛΕΞΑΝΤΡΑ ΜΠΕΡΝ, πήρε ΟΣΚΑΡ το 2008 για το «ΕΛΙΖΑΜΠΕΘ 2- ΤΑ ΧΡΥΣΑ ΧΡΟΝΙΑ» κι αυτή είναι η 6η υποψηφιότητα της. Είχε προταθεί και για τα φιλμ «Αμλετ» (1997- του Κένεθ Μπράνα), «Ελίζαμπεθ» (1999), «Ψάχνοντας την χώρα του Ποτέ» (2005), «Μαίρη, βασίλισσα της Σκωτίας» (2019)
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ. Λένε πως για τη μεταφορά στην οθόνη ενός βιβλίου της ΤΖΕΗΝ ΩΣΤΕΝ, πρώτα βρίσκεις την ενδυματολόγο και μετά την πρωταγωνίστρια. Για τον απλούστατο λόγο ότι στα έργα της συγγραφέως η εποχή παίζει πρωτεύοντα ρόλο και το κοστούμι είναι καθοριστικό για το ζωντάνεμα αυτού του κόσμου. Διότι οι σχέσεις των προσώπων εξαρτώνται άμεσα από την εποχή, κι η εποχή γράφτηκε και προσδιορίστηκε ΤΟΤΕ, στο δικό της Ενεστώτα. Δεν είναι σημερινά έργα που γράφουν για το «τότε». Οπότε το ζωντάνεμα της εποχής, που είναι η προ-βικτωριανή (πιο συγκεκριμμένα , η «Γεωργιανή») Αγγλία, γίνεται ζητούμενο. .Κάκιστα μερικοί μιλούν για «βικτωριανά ήθη» στα έργα της Ωστεν, είναι οι ίδιοι που νομίζουν τις ιταλικές κοινωνικές , σατιρικές ταινίες για…. «commedia dell arte . Η Βικτώρια ανέβηκε στο θρόνο 20 χρόνια μετά τον θάνατο της συγγραφέως. Συγχρόνως, τα έργα είναι Ανθρωποκεντρικά. Αρα, η ενδυματολόγος καλείται να αναβιώσει την εποχή και συγχρόνως να προβάλει μέσω των ρούχων , τους χαρακτήρες. Πρώτον κα κύριον των κοριτσιών, που είναι κεντρικές ηρωίδες στα έργα και παράλληλα τους άλλους χαρακτήρες που πλαισιώνουν τα κορίτσια της συγγραφέως. Από αυτήν την άποψη τα έργα της Ωστεν την έχουν «σιγουράκι» την οσκαρική υποψηφιότητα στα Κοστούμια, διότι χωρίς αυτά δεν βγαίνει το έργο. Υπενθυμίζω ότι κι η προηγούμενη «Εμμα» του 1996, με την Γκουίνεθ Πάλτροου, είχε επίσης υποψηφιότητα για Οσκαρ κοστουμιών, από άλλη ενδυματολόγο, την Ρουθ Μέγιερς. Η «ΕΜΜΑ» είναι το πιο φωτεινό από τα έργα της Ωστεν, αγγίζει τα όρια της κομεντί, συνεπώς, αυτό που θέλει είναι μέσα από τα κοστούμια να προβάλλεται μια χαρά, κάτι πιο φωτεινό, μια κι η ηρωίδα που της αρέσει να προξενεύει αλλά καταπνίγει τα δικά της αισθήματα, τα κάνει όλα αυτά υποτιθέμενη ως χαρούμενη. Τα υφάσματα που χρησιμοποίησε η Μπερν είναι ελαφράς κοπής, τα χρώματα δεν είναι χτυπητά αλλά πρόσχαρα, όπως δεν είναι και βαριά ούτε εκείνα που την πλαισιώνουν, ακόμα κι όταν οι χαρακτήρες εκπροσωπόύν «βαρείς» θεσμούς. Και συνδέονται άμεσα με το μακιγιάζ, όπου εδώ κυριαρχούν οι κομμώσεις και θαρρείς και το ρούχο γίνεται για να οδηγήσει από κάτω προς τα πάνω στην εκάστοτε κόμμωση.
- H ΘΡΥΛΙΚΗ ΜΑ ΡΕΪΝΥ (Ma Rainey’s Black Bottom)- Ανν Ροθ
ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΣΤΑ ΟΣΚΑΡ: ΟΣΚΑΡΟΥΧΑ η ΑΝΝ ΡΟΘ, πήρε το ΟΣΚΑΡ το 1997 για τον «ΑΓΓΛΟ ΑΣΘΕΝΗ». Η φετινή είναι η 5η υποψηφιότητα της. Εχει προταθεί και για τα φιλμ «Μια θέση στην καρδιά» (1985), «Ο ταλαντούχος κύριος Ρίπλεη» (2000), «Οι ώρες» (2003)
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ: To Σικάγο της «νέγρικης τζαζ» του 1927. Δηλαδή, κοστούμια για μαύρους καλλιτέχνες της τζαζ, κοστούμια για το 1927, κοστούμια για το συγκεκριμένο χώρο, που είναι μεν στο Σικάγο αλλά τα ρούχα πρέπει να παραπέμπουν στο Χάρλεμ. Και συγχρόνως είναι ανθρωποκεντρικό, είναι από θεατρικό που κρατά την θεατρική στατικότητα στους διαλόγους, άρα οι ανδρικοί κυρίως χαρακτήρες δεν έχουν πολλές εναλλαγές κινήσεων, υπάρχει όμως η κεντρική ηρωίδα η Μα Ρέινυ. Βασίλισσα της νεγρικης τζαζ, δυναμική , πληθωρική. Η Ανν Ρόθ ντύνει τους άντρες ως πλαίσιο, με σακάκια, πουκάμισα με τιράντες κλπ, που δεν θα παρεμβαίνουν στα χρώματα της κεντρικής. ΤΟ μπεζ τα κατάφερε μια χαρά και το καφέ συμπλήρωσε. Για την Μα Ρέινυ, που είναι κι η υποψηφιότητα εδώ που τα λέμε, η Ροθ έχει κάνει αγγέλους. Με τη συνεργασία του μακιγιάζ, που η ίδια με τα κοστούμια της το υπαγορεύει. Χτυπητά χρώματα, σαν κι εκείνα που φορούσαν στα κλαμπ του Χάρλεμ, φανταχτερά, που να την κάνουν να φαντάζει αλλά και να δείχνει κάπως πιο υπέρβαρη. Αλλωστε, το γεγονός πως σε ένα έργο Αφρο_Αμερικάνων, από Αφρο-Αμερικάνο συγγραφέα- είδωλο των ομοχρώμων του κι όχι μόνο, τον Ωγκεστ Ουίλσον, όπου όλοι οι συντελεστές είναι Αφροαμερικάνοι, επιλέχθηκε λευκή για τα κοστούμια, δηλώνει το ξεχωριστό. Ποιο; Ότι η Ανν Ροθ είναι αγαπημένη των μεγάλων πρωταγωνιστριών. Ξέρει να τις προβάλει με το ντύσιμο. Κι ήρθε εδώ για να υπογραμμίσει το εκτόπισμα της Βαϊολα Ντέηβις ως πρωταγωνίστριας αλλά και της Μα Ρέινυ ως συγκεκριμένης ηρωίδας. Αν λάβουμε υπόψη μας και το γεγονός πως η Ροθ είναι ηλικίας 90 ετών…Και Τα κάνει αυτά! Αλλά δεν χρειάζεται. Το έργο μιλά και καταλαβαίνουμε τους λόγους επιλογής της.
- ΜΑΝΚ- Τρις Σάμερβιλ
ΠΡΟΪΣΟΡΙΑ ΣΤΑ ΟΣΚΑΡ: Πρώτη της υποψηφιότητα
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ. Δύσκολο εγχείρημα, Κοστούμια απόλυτης σκηνοθετικής κατεύθυνσης, σαν να τα έχει κάνει ο ίδιος ο Ντέηβιντ Φίντσερ, ο σκηνοθέτης του φιλμ. Σε μαυρόασπρο, η αναβίωση του Χόλυγουντ της περιόδου 1931-1941, γύρω απ΄τα παρασκήνια του «Πολίτη Κέιν». Τα κοστούμια εκφράζουν απολύτως χαρακτήρες αλλά και πλαίσιο, συνεργάζονται στενά με το μακιγιάζ, πάνω στον Γκαρυ Ολντμαν που τον έχουν ντύσει «ρατέ» εκφράζεται όλο αυτό το ¨σκηνοθετικό» των κοστουμιών, πάνω στην Αμάντα Σέυφριντ ένα υπογραμμισμένο Χόλυγουντ του καιρού εκείνου, αλλά η παρατηρητικότητα κάπου οδηγεί. Κι οδηγεί στην αποθέωση, στη μεγάλη σκηνή της ταινίας που είναι ο παραληρηματικός λόγος του Μάνκιεβιτς-Ολντμαν στο δείπνο, όπου το δείπνο κι οι άνθρωποι του και τα ρούχα τους κι οι κομμώσεις τους και το μακιγιάζ τους και τα πάντα τους κατάγονται εντελώς κι επισήμως από τη φελινική «Ντόλτσε Βίτα», η αποθέωση των κοστουμιών είναι για τη μεγάλη σκηνή της ταινίας. Κι είναι πραγματικά ένα δείγμα κληρονομιάς Φελίνι και Πιέρο Γκεράρντι ,του Ιταλού ενδυματολόγου που έκανε πράξη τη σκηνοθεσία του Φελίνι μέχρι το θάνατο του ,που τον αντικατέστησε ο άλλος κορυφαίος, ο Ντανίλο Ντονάτι.
- MULAN- Μπίνα Νταϊγκελερ
ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΑ ΣΤΑ ΟΣΚΑΡ: Πρώτη της υποψηφιότητα
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ: Είναι πολύ ενδιαφέρον το γεγονός ότι τα κοστούμια αυτής της ταινίας τα έχει κάνει Γερμανίδα, της Μεγάλης Κινηματογραφικής Σχολής του Μονάχου. Κι είναι ενδιαφέρον διότι δείχνει πολύ μελετημένη τόσο στον κινέζικο πολιτισμό και τα παραμύθια του αλλά και κινηματογραφικά καταρτισμένη το ότι αυτή η μελέτη είναι για να καταλήξει σε περιπέτεια -παραμύθι τύπου blockbuster. Εχει απόλυτη συναίσθηση του είδους κι αγαστή συνεργασία με τη Νέο-Ζηλανδή σκηνοθέτη Νίκι Κάρο, στο ότι το έργο που κάνουν δεν είναι το «Ραν» του Κουροσάβα αλλά ένα καρτούν που γυρίζεται με ηθοποιός ως περιπετειώδες παραμύθι δράσης. Τα κοστούμια της Γερμανίδας παίζουν χρωματικά με τις αντιθέσεις των δύο αντίπαλων στρατοπέδων που συγκρούονται, κι έχουν κι εκείνο το σχεδιασμό και τις χρωματικές επιλογές που δεν θα τα έβαζες σε χαρακτήρες ιστορικού δράματος το οποίο εκτυλίσσεται στην αρχαία Κίνα. Είναι ρούχα παραμυθιού με υπόδειξη ιστορικής καταγωγής. Κι είναι το μόνο από την 5άδα που δεν είναι υποψήφιο και στο μακιγιάζ- διότι εδώ, στην περίπτωση του, το ρόλο του μακιγιάζ τον έχουν αναλάβει τα οπτικά εφφε δράσης
- ΠΙΝΟΚΙΟ (Pinocchio)- Μάσιμο Καντίνι Παρίνι
ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΣΤΑ ΟΣΚΑΡ: Πρώτη οσκαρική υποψηφιότητα για τον Ιταλό ενδυματολόγο ο οποίος είχε πάρει το Βραβείο της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας για εκ διαμέτρου αντίθετο έργο, το «Dogman», το 2018
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ: Το μακιγιάζ μεταφέρεται στα ρούχα, στη δύσκολη αισθητική γραμμή που όρισε ο σκηνοθέτης Ματέο Γκαρόνε: Το διάσημο παραμύθι όχι σε φαντασμαγορία αλλά με κοινωνικό εντοπισμό του πλαισίου, το χρώμα του ξύλου, μια κι είναι ξύλινος ο Πινόκιο να υπογραμμίζεται στο μακιγιάζ από τα κοστούμια, τα οποία στο σύνολο τους είναι φτωχικά, τραχιά, περίπου σαν τους λούμπεν του «Dogman» αλλά σε άλλη εποχή, ειδικά αυτά που φορά ο αγνώριστος Μπενίνι, και μέσα σε αυτά κάτι ακόμα: Η ένταξη των κοστουμιών του κουκλοθεάτρου, του Αρλεκίνου, της Κολομπίνας κλπ, αλλά και της καλής νεραϊδίτσας, της fatina, όχι σαν αποκριάτικα αλλά σαν ρούχα βασανισμένων πλασμάτων και βασανισμένης αισθητικής. Με το ιδιαίτερο κόκκινο του ίδιου του Πινόκιο…
ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ: Οι σκηνοθέτες θα προτιμήσουν ντόλτσε βίτα αλα Φιντσερ, οι ηθοποιοί Μα Ρέινυ, Σκηνογράφοι, και λοιποί ανάλογοι τον «Πινόκιο» ή θα ακολουθήσουν τους Σκηνοθέτες, να δούμε πόσους θα «παρασύρει» από όλους τους άλλους η κάθε «ομάδα» και τι θα πουν διευθυντές φωτογραφίας αλλά και σεναριογραφοι, οι μοντέρ που είναι εδώ ακάλυπτοι πόσο θα πολυδιασπαστούν κοιτάζοντας τα κοστούμια με τη λογική του μοντάζ αλλά και τι θα εκδώσει ως προτίμηση το Σωματείο Ενδυματολόγων όταν έρθει η ώρα των δικών του , συντεχνιακών βραβείων καθώς και των Μακιγιέρ που φέτος οι μοίρες τους συνδέονται.