Τους προβληματισμούς μου τους έχω ξαναδιατυπώσει. Σε μια κινηματογραφία σαν την ελληνική που ΔΥΣΤΥΧΩΣ, και το τονίζω το ΔΥΣΤΥΧΩΣ, το σενάριο στις περισσότερες ταινίες είναι μια άγνωστη έννοια κι εστία όλων των δεινών, στην τηλεόραση έχω διαπιστώσει άλλα.
Δεν μπορεί να υπάρχουν σειρές όπως ο ΕΤΕΡΟΣ ΕΓΩ, οι ΑΓΡΙΕΣ ΜΕΛΙΣΣΕΣ και τώρα Ο ΣΙΩΠΗΛΟΣ ΔΡΟΜΟΣ με ΣΕΝΑΡΙΑ που είναι για σπουδές και σεμινάριο ενώ την ίδια ωρα στις κινηματογραφικές ταινίες να παρατηρούνται ελλείμματα τα οποία δείχνουν έλλειψη σεναριακής παιδείας. Σαν να μην έχουν διδαχτεί στοιχειωδώς τι σημαίνει σενάριο.
Κι είδα κι άλλες σειρές, όπως η ΑΓΓΕΛΙΚΗ ή τα ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΜΑΣ ΧΡΟΝΙΑ, αλλά επειδή βασίζονται σε ξένες πατέντες, τις αφήνω εκτός , παρόλο ότι η σεναριακή επεξεργασία των Ελλήνων συντελεστών τους, των σεναριογράφων-διασκευαστών εννοώ, είναι εξίσου υποδειγματική!!!!!
Δεν μπορώ να καταλάβω λοιπόν πως γίνεται στην ίδια χώρα οι σεναριογράφοι του ενός μέσου να παραδίδουν μαθήματα κι οι του άλλου μέσου να είναι φανερά, στις περισσότερες περιπτώσεις, σεναριακά "αδιάβαστοι".
Αυτή η «ανακάλυψη» είναι που με έκανε να στραφω λίγο προς την τηλεόραση, την εγχώρια, σε μια εποχή που ο κόσμος γυρω μας αλλάζει, και να ασχοληθώ μαζί της, ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ.
Δεν το είχα κάνει παλαιότερα, δεν είχα το χρόνο. Αναδρομικά, μετά από αυτή την ανακάλυψη, είδα και κάποιες σειρες του παρελθόντος, κι η διαπίστωση ενισχύθηκε. Η διαπίστωση πως μιλάμε για δυο διαφορετικούς κόσμους. Κι ειλικρινά λυπάμαι που ο ηττημένος σε αυτή την περίπτωση είναι ο ελληνικός κινηματογράφος κι ότι η ελληνική τηλεόραση του βάζει τα γυαλιά.
Το ζεύγος ΜΕΛΙΝΑ ΤΣΑΜΠΑΝΗ-ΠΕΤΡΟΣ ΚΑΛΚΟΒΑΛΗΣ είναι από τις ανακαλύψεις που με ενθουσίασαν. Πρώτα με τις «ΑΓΡΙΕΣ ΜΕΛΙΣΣΕΣ», όπου δεν μιλάμε για απλό σενάριο αλλά για σεναριακό μυθιστόρημα, με καταρτιση και γνώση των κανόνων που με έχουν αφήσει αφωνο.
Και τώρα, στον «ΣΙΩΠΗΛΟ ΔΡΟΜΟ» διαπιστώνω το ευρος αυτής της καταρτισης, πως δεν γράφουν σενάρια της μιας πατέντας (που θα μπορούσαν και δεν θα ήταν και μεμπτό) αλλά έχουν πολύ πλατιά συγγραφική σκάλα στη διάθεση τους.
Ο ΣΙΩΠΗΛΟΣ ΔΡΟΜΟΣ είναι ένα αστυνομικό σενάριο, των 13 επεισοδίων, δεν είναι σενάριο-ποταμός όπως οι «Αγριες Μελισσες» κι εδώ η καταρτιση δηλώνει και κάτι ακόμα: Πως μπορούν και κινούνται σε ΕΙΔΗ, και πως το σενάριο τους εμπνεει και σκηνοθεσία για να γίνει μία δουλειά ολοκληρωμένη που να δικαιώνει το σενάριο και να ανυψώνει το είδος
Εχουμε ένα αστυνομικό σενάριο με θέμα την απαγωγή εννέα παιδιών, που «εξαφανίστηκαν» , μαζί με το σχολικό λεωφορείο , τον οδηγό και τη συνοδό. Εξαφανίστηκαν.
Πρώτα δηλαδή μας έχουν ένα ξάφνιασμα, πως γίνεται να εξαφανιστεί ένα ολόκληρο λεωφορείο σχολικό, κάπου εντός της Αττικής, και κατόπιν η εκτύλιξη αυτού του μυστηρίου.
Και ξεκινάμε με δυο βάσεις. Πρώτη, το ότι η αφορμή «εξαφάνιση παιδιών» ενώ ακούγεται απωθητική, δεν περιλαμβάνει στην εξιστόρηση βασανισμούς ή κακοποιήσεις παιδιών, πολύ έξυπνα και πολύ περίτεχνα, το μυστήριο κι η αγωνία μεταφέρεται στους γονείς , στο σχολείο και στην Αστυνομία κι όχι στα ίδια τα παιδιά. Ξεχωριστή ικανότητα να θίγεις απωθητικό θέμα και να μην κάνεις απωθητικό έργο.
Δεύτερη και κύρια βάση, η εκτύλιξη του μυστηρίου. Ποιος είναι ο κεντρικός ήρωας; Τινός δηλαδή την ιστορία λέει..Την ιστορία των παιδιών; Την ιστορία των γονιών; Την ιστορία του σχολείου; Διότι και το σχολειο εμπλέκεται στην υπόθεση…Ξεκαθαρίζουν γρήγορα ότι δεν λένε την ιστορία των παιδιών. Τι επικεντρώνουν στους γονείς και στην κοινότητα , δίνουν ζωή και πνοή στα μέλη της κοινότητας που θα εμπλέξουν και στο τέλος αφήνουν την αίσθηση ότι μπορεί να υπήρχε και κεντρικός ήρωας κι αυτός να ήταν πρόσωπο και ότι κάπου την ιστορία αυτού του κεντρικου ήρωα να βλέπαμε,
Αυτά, όμως, όλα συμβαίνουν κι εξελίσσονται σε στάδια.
Κάθε επεισόδιο , με κάθε πρόσωπο στ οποίο δίνει πρόσθετη βαρύτητα, πηγαίνει την ιστορία παρακάτω, υποδαυλίζει την αγωνία ενός αινίγματος και προχωρεί σταδιακά σε αποκαλύψεις οι οποίες δεν γίνονται με τη μία ούτε με την εξ αρχής φανέρωση αλλά μέσω ίντριγκας.
Κι από την άλλη έχουν χαραξει πορεία, τόσο του ανταγωνιστή, που κι εδώ είναι σύνολο κι είναι οι απαγωγείς, όπου κι εδώ σταδιακά θα εξελίξει χαρακτήρα και θα ξεχωρίσει κάποιον και βεβαίως έχουν και τον τρίτο πολο, τους ανθρώπους της Αστυνομίας όπου κι εδώ θα συμβεί το ανάλογο κι εδώ πάλι κάποιος θα βγει πιο μπροστά.
Κι όλα αυτά τα συνθέτουν.
Κι αυτή η συνθεση υπαγορεύει κινηματογραφική αντιμετώπιση. Και στις Σχολές Σεναρίου και Κινηματογραφικών Σπουδών του εξωτερικού, δύο πράματα διδάσκονται πρώτιστα: Το ΣΕΝΑΡΙΟ κι η ΠΑΡΑΓΩΓΗ.
Και μέσα από αυτά, έρχεται κι αναλαμβάνει τον πρωταγωνιστικό ρόλο που της αρμόζει, η ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ. Εδώ λοιπόν έχουμε ένα σενάριο που εμπνέει σκηνοθεσία , μέσα από την οργάνωση της παραγωγής, κι ο ΒΑΡΔΗΣ ΜΑΡΙΝΑΚΗΣ , έχει πάρει στα χέρια του αυτό το εξαίσιο σενάριο, το έχει ντεκουπάρει με τη σκηνοθετική του παρέμβαση και δημιουργεί ένα κινηματογράφο υψηλού επιπέδου, απλά 13ωρης διάρκειας.. Ε, αν σκεφτούμε ότι το «Μαχητές των δρόμων» έχει βγάλει 9 ταινίες δίωρης διάρκειας, δηλαδή ότι εκεί βλέπουμε ένα έργο σε συνέχειες όπου το σενάριο είναι μόνο η αφορμή για ανάπτυξη δράσης, το σήριαλ των 13 επεισοδίων μπροστά του είναι…μικρού μήκους.
Διότι στον «Σιωπηλό δρόμο» είδαμε ένα έργο κανονικό, κινηματογραφικό, που απλώς ολοκληρώθηκε σε 13 επεισόδια.
Κύριος συντελεστής στον οποίο ο Μαρινάκης στηρίχτηκε για να κάνει ταινία το σενάριο που είπαμε, είναι ο Διευθυντης Φωτογραφίας, ο ΡΑΜΟΝ ΜΑΛΑΠΕΤΣΑς, όπου η Φωτογραφία είναι συν-δημιουργία της σκηνοθεσίας, της ολοκλήρωσης της. Οι φωτισμοί, η κάμερα, η αποτύπωση της αίσθησης είναι πέραν περιγραφής. Και βέβαια, δεν πρέπει να προσπεράσουμε τη Σκηνογραφική Διεύθυνση (ΡΑΝΙΑ ΓΕΡΟΓΙΑΝΝΗ) με την «εισήγηση» του χρώματος και των χώρων ώστε το έργο να λειτουργήσει κινηματογραφικά, έτσι όπως το θέλει το σενάριο κι όπως το ορίζουν οι κανόνες της Μυθοπλασίας. Το ΜΟΝΤΑΖ των ΘΑΝΑΣΗ ΤΟΤΣΙΚΑ και ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΑΔΡΑΚΤΑ κεντάει τα πλάνα της φωτογραφίας που μεταβάλλονται σε πρώτιστο υλικό σκηνοθεσίας, η δε μουσική του ΤΕΝΤ ΡΕΓΚΛΙΣ, είναι στους σωστούς τόνους και στη σωστή δοσολογία για το τι απαιτεί από αυτήν η σκηνοθεσία και σε ποιο βαθμό τη χρειάζεται, πόσο και που ακριβώς
Και φτάνουμε στους Ηθοποιούς. Με τη σκηνοθεσία που έχει αναλάβει την ατμόσφαιρα του Σεναρίου, να ζωντανέψει τους χαρακτήρες. Χαρακτήρες που ζουν είτε στις σκιές, είτε που ξεγελούν, χαρακτήρες που ξεδιπλώνονται αργά σύμφωνα με το προς τα πού τους οδηγεί η υπόθεση…Χαρακτήρες που θα αποδειχθούν παρακάτω, κάτι περισσότερο κι από σύνθετοι , στ τι ξέρουν τι δεν ξέρουν, και που οι ηθοποιοί πρέπει να βρούν ένα τρόπο να το επικοινωνήσουν, χωρίς να το προδώσουν.
Εχουμε και λέμε: Τον ΔΗΜΗΤΡΗ ΛΑΛΟ, ο οποίος έδωσε μια τέτοια στερεότητα στον αστυνομικό που έχει αναλάβει την έρευνα, τον έκανε συμπαθή, γοητευτικό, πεισματάρη κι ο ηθοποιός χειρίστηκε πολύ διακριτικά και τη συναισθηματική πλευρά αυτού του ανθρώπου, σε μια αποθέωση λιτότητας
Αποθέωση αφαίρεσης έχουμε και στην περίπτωση της ΠΗΝΕΛΟΠΗΣ ΤΣΙΛΙΚΑ, η οποία αφαιρεί υποδειγματικά και κρατεί με τη λιτότητα που επιτυγχάνει, την πεμπτουσία, το κουκούτσι του ρόλου, της κόρης-μαύρο πρόβατο.
Εχουμε τον ΧΡΗΣΤΟ ΛΟΥΛΗ.ΤΕΛΕΙΟΣ. Κι εδώ η λιτότητα με την αφαίρεση έκαναν μεγάλη δουλειά, σε ένα ρόλο ,καθοριστικό για το σενάριο, και μάλιστα στη δύσκολη ώρα των αποκαλύψεων, ο ρόλος αυτός πήρε πάνω του κι ολόκληρο επεισόδιο. Ο χειρισμός της κατάστασης από τον Λουλη είναι αξιέπαινος.
Σε τίποτε δεν υπολείπονται η ΑΝΘΗ ΕΥΣΤΡΑΤΙΑΔΟΥ, που κάνει τη γυναίκα του Λούλη, ο ΓΙΑΝΝΟΣ ΠΕΡΛΕΓΚΑΣ παρόλο ότι ο ρόλος δεν του πρόσφερε τη μερίδα του λέοντος, η ΒΙΚΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, η ΧΡΙΣΤΝΑ ΧΕΙΛΑ ΦΑΜΕΛΗ στο ρόλο της συνοδού του σχολικού, θαρρείς κι ήταν γεννημένη νηπιαγωγός, η ΜΥΡΤΩ ΑΛΙΚΑΚΗ που επικοινώνησε ίντριγκα γυρω από τον χαρακτήρα , ο ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΦΕΤΖΟΠΟΥΛΟΣ σε αντιπαθητικό ρόλο πατριάρχη οικογένειας, η ΜΙΣΕΛ ΒΑΛΕΥ εξαιρετικά σκηνοθετημένη σε κάτι διαφορετικό κι ο ηθοποιός -αποκαλυψη, ΝΙΚΟΛΑΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ, με μία φατσα κινηματογραφική τεραστίων δυνατοτήτων, όχι μόνο για τον ίδιο αλλά και για τον διευθυντη φωτογραφίας να ευχαριστιέται να του κάνει close up, από εκείνα που μπορούν να χρησιμεύσουν και σαν μάθημα ερμηνείας και τι μυστικά μπορει να κρύβει το close up και τι μεγάλο προσόν είναι για τον ηθοποιό που το διαθέτει.