Η «φάτσα» βέβαια ήταν το χαρακτηριστικό προσόν. Και δεν ήταν μια «ιδιαιτερότητα» του ΑΝΕΣΤΗ ΒΛΑΧΟΥ, ο οποίος έφυγε χτες από αυτό τον κόσμο στα 87 του χρόνια, αλλά και πολλών άλλων ηθοποιών που «κόσμησαν» όχι φυσικά μόνο τον ελληνικό κινηματογράφο , όπως ο ΖΑΝΙΝΟ ή ο ΝΙΚΟΣ ΦΕΡΜΑΣ αλλά και τον παγκόσμιο. Αρχής γενομένης από τον ΠΗΤΕΡ ΛΟΡΕ.
Ολοι αυτοί οι ηθοποιοί είχαν ως χαρακτηριστικό μια ιδιαιτερότητα στο πρόσωπα, στα χαρακτηριστικά, στην έκφραση κι έκαναν μια δικού τους τύπου καριέρα , παίζοντας συνήθως ρόλους «κακών» (όχι ο Φέρμας), αναλαμβάνοντας την προσωνυμία «Ο κακός του κινηματογράφου»
Η «φάτσα» στον ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ηθοποιό είναι μέγα προσόν αλλά και μέγα εμπόδιο. Το «προσόν» το καταλαβαίνουμε διότι τον βοηθά να φτιάξει ΤΥΠΟ και να επιβληθεί με τον τύπο του. Ο «τύπος», όμως, οδηγεί και στην τυποποίηση και τότε πρέπει αυτός ο ηθοποιός να συνομιλήσει με τη θεά Τύχη και να του στείλει ένα ρόλο ή μια ευκαιρία ώστε να δείξει το παραπέρα του, το παραπάνω του. Δηλαδή, να βρει το ρόλο εκείνο που από τον «τύπο» του, αντλείται χαρακτήρας, που ο ρόλος είναι χαρακτήρας κι ο χαρακτήρας σημαίνει «αποχρώσεις» κι ο σκηνοθέτης καλεί ένα ηθοποιό με «τύπο», έναν «τυπίστα» ας το πούμε έτσι, που θα αναλάβει να προσδώσει στα στοιχεία εμβάθυνσης του ρόλου όχι μόνο τα χαρακτηριστικά του αλλά και το μη ορατό κομμάτι του.
Αυτοί οι ρόλοι είναι ο ευκαιρίες. Ο ΕΡΝΕΣΤ ΜΠΟΡΓΚΝΑΪΝ στο «ΜΑΡΤΥ» είχε αυτή τη συνομιλία με την τύχη του και βρέθηκε με ΟΣΚΑΡ Α’ ΡΟΛΟΥ απέναντι σε σταρ επιπέδου Τζέημς Κάγκνεϋ, Τζέημς Ντην, Φρανκ Σινάτρα και Σπένσερ Τρέισι, αυτός ήταν κι ο ΑΝΕΣΤΗΣ ΒΛΑΧΟΣ όταν ο σκηνοθέτης ΚΩΣΤΑΣ ΜΑΝΟΥΣΑΚΗΣ τον «υπέγραψε» στον «ΦΟΒΟ». Ο,τι ήταν για τον Μποργκνάιν ο «Μάρτυ» ήταν κι ο «Φόβος» για τον Βλάχο. Κι αν υπήρχαν Οσκαρ στην Ελλάδα, στη σαιζόν 1965-66 , ο ΑΝΕΣΤΗΣ ΒΛΑΧΟΣ σε αυτό το φιλμ θα ήταν Νο 1 απειλή για τους πρόδηλους διεκδικητές της χρονιάς εκείνης, τον Λάμπρο Κωνσταντάρα στο «Υπάρχει και φιλότιμο» και τον Νίκο Κούρκουλο στο «Κατηγορώ τους ανθρώπους». Η και τον Αλέκο Αλεξανδράκη στον «Μετανάστη» του Νέστορα Μάτσα από τον «Αμερικάνο» του Παπαδιαμάντη (συμπαραγωγή του Κονιτσιώτη με τον Σκούρα)
Η επιτυχία του στο «Φόβο» είχε να κάνει με το ότι διέβλεψαν πως η «φάτσα» μπορεί να ταίριαζε σε ρόλους «κακού», όμως η ιδιοσυγκρασία , η καλλιτεχνική ιδιοσυγκρασία, δεν ήταν ανάλογη. Υπήρχε μια γλυκύτητα. Κι αυτές οι δυο αντιθέσεις, ύποπτης φάτσας και γλυκιάς ιδιοσυγκρασίας, δεν ήθελαν τίποτε άλλο παρά τόλμη , όχι φυσικά από μεριάς Βλάχου αλλά από μεριάς κινηματογραφιστών, συμπεριλαμβανομένων και των παραγωγών. Η γλυκιά ιδιοσυγκρασία είχε φανεί νωρίτερα στο «ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΗΔΟΝΗΣ» (στα επόμενα χρόνια κυκλοφόρησε σε θερινά με τον τίτλο «Ο αλήτης του λιμανιού»)του ΓΙΩΡΓΟΥ ΖΕΡΒΟΥΛΑΚΟΥ , πλάι στο Νίκο Ξανθόπουλο, πριν ακόμα ανακαλυφθεί κι η δική του συμπαθής ιδιοσυγκρασία και θριαμβεύσει ως παιδί του λαού αλλά τότε έπαιζε κι εκείνος ρόλο κακού. Κι ο Ανέστης Βλάχος στο ρόλο του Ορφέα και στο πως, εκτός καταγωγίου, ερμήνευε το «Πήρα τη στράτα κι έρχομαι»(Στρώσε μου να κοιμηθώ) του Τσιτσάνη, έδειχνε την πλευρά της ιδιοσυγκρασίας του «σκληρού» Βλάχου, σε όποιον φυσικά ήθελε να τη δει…
Όπως, άλλωστε, την έδειξε και στο «ΜΕ ΤΗ ΛΑΜΨΗ ΣΤΑ ΜΑΤΙΑ» του ΠΑΝΟΥ ΓΛΥΚΟΦΡΥΔΗ, που κυκλοφόρησε βέβαια μετά από τον «Φόβο» ή στη «ΛΗΣΤΕΙΑ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ» του ΒΑΓΓΕΛΗ ΣΕΡΝΤΑΡΗ, με το συναίσθημα φοβισμένου που προσέδωσε στον «κακό» του, που δεν ήταν ακριβώς «κακός» αλλά «παράνομος».
Ο «Φόβος», όμως, ήταν το μεγάλο στοίχημα αλλά και το μεγάλο ρίσκο για εκείνους που το πήραν , γι αυτό και τον παραλληλίζω με το «Μάρτυ» του σκηνοθέτη ΝΤΕΛΜΠΕΡΤ ΜΑΝ και του σεναριογράφου ΠΑΝΤΥ ΤΣΑΓΙΕΦΣΚΙ επειδή κι εκεί πάρθηκε το ρίσκο του πρωταγωνιστικού ρόλου στον Ερνεστ Μποργκνάιν. Ο ΑΝΕΣΤΗΣ ΒΛΑΧΟΣ απέδειξε ότι δεν ήταν «τυπίστας» αλλά ρολίστας κι ότι με ένα δυνατό ρόλο μπορούσε να ηγηθεί του cast. Βέβαια, η σκηνοθετική ευφυία του Κώστα Μανουσάκη κι η γενναιοδωρία της παραγωγής των ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ-ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ, του πρόσφεραν πλαισίωση καλών ηθοποιών και λαμπερών ονομάτων (Ελλη Φωτίου, Σπύρος Φωκάς, Ελενα Ναθαναήλ, Μαίρη Χρονοπούλου, Αλέξης Δαμιανός, Θόδωρος Κατσαδράμης) , όπου χάρη στο θαυμάσιο σενάριο χαρακτήρων που ήταν πλήρες από ωραίους ρόλους, πρόσφεραν υποστυλώματα τα οποία αντί να καταπνίξουν τον Ανέστη Βλάχο, τον ανέδειξαν.
Από αυτή την άποψη ήταν τυχερός!!!
Διότι όπως έλεγε κι η Αλίκη Βουγιουκλάκη, «αρκεί να είσαι τυχερός και να βρεθεί εγκαίρως ο ρόλος που θα αναδείξει, όχι μόνο στους παράγοντες ή στο κοινό, αλλά προπάντων σε σένα, την αληθινή καλλιτεχνική σου ιδιοσυγκρασία».
Η παράγραφος της Αλίκης αφιερώνεται σε όλους τους ηθοποιούς εκείνους που δεν τους ήρθε ποτέ η δυνατότητα του ρόλου-ξεκλειδώματος κι έμειναν με τη φάτσα τους και μόνο να γίνονται απαραίτητοι στην ολοκλήρωση μιας διανομής. Στο να εξυπηρετούν τη διανομή δηλαδή και ποτέ τον εαυτό τους, Ο ΝΙΚΟΣ ΤΣΑΧΙΡΙΔΗΣ, για παράδειγμα, θα μου έρχεται πάντοτε στο νου ως μια τέτοια περίπτωση….