Ένα επαναλαμβανόμενο «μοτο» περί ηθοποιού, βασικά «σταρ», είναι το περί εαυτού του . Το αν παίζει δηλαδή τον εαυτό του καθώς έχει φτιάξει μια περσόνα πάνω σε αυτόν και γύρω από αυτόν
Το να παίξεις τον εαυτό σου είναι ό,τι πιο δύσκολο και καταλαβαίνουμε κι από την ταινια, το δυσκολότερο πράγμα για να γνωρίσει ένας ηθοποιός τον εαυτό του και να τον παίξει ως ρόλο, είναι τόσο δυσκολο, σχεδόν ακατόρθωτο. Μόνο μια φορά εχει συμβεί με αξιοθαυμαστα αποτελέσματα και κατέληξε σε Oscar: Είναι η περίπτωση της Νταϊάν Κήτον στον «Νευρικό εραστή» (Annie Hall), όπου ο Γούντυ Αλλεν στα απόγεια της ιδιοφυίας του την είχε μεταβάλει σε ρόλο, την είχε κάνει ρόλο, αποφεύγοντας τους «καθρέφτες» που θα πανικόβαλαν την ηθοποιό. . Και της τον έδωσε να τον παίξει.
Η «περσόνα» είναι κάτι διαφορετικό κι είναι αυτό με το οποίο μπερδεύονται πολλοί και λένε ‘ότι ο τάδε ή η δείνα παίζουν τους εαυτούς τους. Καμμία σχέση!!! Η Αλίκη δεν έπαιζε τον εαυτό της, την «περσόνα» της έπαιζε η οποία ήταν «ρολος» , ήταν δημιουργημένη από την ίδια. Δεν είχε σχέση η Αλίκη Βουγιουκλάκη της πραγματικότητας με την Αλίκη που ξέραμε.
Ετσι κι εδώ έχουμε την περσόνα του ΤΖΩΡΤΖ ΚΛΟΥΝΕΫ κι όχι φυσικά τον ίδιο αλλά η μεγάλη μαεστρία, μαγκιά, εξυπνάδα, πείτε το όπως θέλετε είναι για αυτόν που θα ασχοληθεί με την περσόνα κάποιου να σε πείθει ότι κάνει ένα έργο γύρω από αυτόν, να σε πείθει δηλαδή ότι η περσόνα του είναι ο ίδιος ή εν πάση περιπτώσει κάτι σχετικό.
Ο ΝΟΟΥΑ ΜΠΑΟΥΜΠΑΚ, σε μια συνεργασία απίστευτης συνεννόησης με τον Τζωρτζ Κλούνεϋ γράφει ένα έργο, ένα σεναριο (με τη συνεργασία της ηθοποιού ΕΜΙΛΥ ΜΟΡΤΙΜΕΡ) γύρω από ένα ηρωα που θα μπορούσε να είναι ολόφτυστος ο Τζωρτζ Κλούνει. Γραμμένο σε τόνους κομεντί, ώστε να θυμίζει κάτι από τη χαρη και την τσαχπινιά του προσώπου μεσα από τους ρόλους, χωρίς να αναφέρεται τέτοιο όνομα αλλά ο ρόλος ενός σταρ σε μια υπαρξιακή φάση στα 55 του και βάλε, με αφορμή , πρωτεύουσα ή και δευτερεύουσα, την επικείμενη βράβευση του, για το σύνολο της καριέρας του, στην Ιταλία, και τα πρόσωπα της ζωής του που εμπλέκονται, έρχονται από το παρελθόν, άλλοι ρεαλιστικά με ανοιχτούς λογαριασμούς από τότε, άλλοι ως φαντασία μια κι είναι απόντες, κάποιοι ρόλοι στα γυρίσματα ταινιών του τότε…Ο Μπαουμπακ, καταφερνει και κάνει πάνω στα περί προσωπικότητας του Κλούνεϋ μια διασκεδαστική ταινία με παρασκηνιακές αναφορές, επισημαίνω την ευφυή παράθεση μιας σκηνής, που ουσιαστικά είναι πληροφορία, για το πως γυρίζονται οι ερωτικές σκηνές στο σινεμά, η οποία είναι και κατατοπιστική αλλά και διασκεδαστικά δοσμένη, κι έχει βέβαια όλα τα στοιχεία που ένας σταρ τα ζει στο παρασκήνιο και δεν τα γνωρίζει το κοινό. Εδώ είναι φανερό ότι απομακρυνόμαστε από τον Κλούνεϋ που ξέρουμε και πάμε στο ρόλο που παίζει ο Κλούνεϋ, στον «Τζέυ Κέλλυ» του τίτλου.
Τον πλαισιώνει και με εξαιρετικούς ρόλους που βγαίνουν όλοι μέσα από το σενάριο κι έχουν τη λογική σειρα τους και δινουν την ευκαιρία σε ηθοποιούς κι ο πιο κερδισμένος είναι ο ΑΝΤΑΜ ΣΑΝΤΛΕΡ. Ο οποίος , επίσης,δεν εχει σχεση με το Σαντλερ που γνωρίζομε αλλά σε άλλο επίπεδο, διότι αυτό που αφήνει ως αποτύπωμα και σκέψη για το μελλον του ηθοποιού είναι πως μαλλον για δραματικό ηθοποιό πρόκειται κι όχι για κωμικό, ο οποίος μπορεί και να σπαταλήθηκε προσπαθώντας να κάνει τους θεατες να γελάσουν διότι έτσι τον είχαν δει εκείνοι που τον λάνσαραν κι ο ίδιος να μην ένιωθε άνετα σε αυτό. Κι έρχεται ο ρόλος που του γράφει ο Μπαουμπακ και ζητά…επανεξέταση. Δεν είναι ρόλος δραματικός που τον παίζει ένας κωμικός ηθοποιος κι ανακατευει τα χρώματα, είναι ρόλος επισήμανσης ταυτότητας. Στην προκειμένη περίπτωση, δραματικής. Τα οποία αναλαφρα στοιχεία είναι αυτά που βαζουν δραματικοί ηθοποιοί όταν θέλουν να ελαφρύνουν το ρόλο, δεν είναι στοιχεία που βάζει ένας κωμικός όταν παίζει δραμα. Κι εδώ πλέον εχουμε να κάνουμε με την ιδιοσυγκρασία. Η οποία δηλώνει την ταυτοτητα της.
Επίσης, έχουμε κι άλλους να αναφέρουμε με πολύ καλά στοιχεία, τον ΜΠΙΛΥ ΚΡΟΥΝΤΟΠ ας πούμε αμέσως μετα, σε ένα ρόλο που μας κάνει να νομίζουμε ότι εχει να κάνει με την πραγματική καριέρα του Κλούνεϋ και να είναι ρόλος συγγνώμης, αφου ρόλο συγγνώμης κατέχει και στο σεναριο (τι ωραία που ο ηθοποιός αποδιδει την ευαισθησία ως κατακάθι πίκρας που θα δικαιολογήσει και τη σκληρότητα στη συνεχεια με τον ίδιο να είναι απών από τις επίμαχες σκηνές που θα έρθουν-όμως, δεν λεω περισσότερα για να το δειτε μόνοι σας. Επίσης τη ΛΟΡΑ ΝΤΕΡΝ που προσπαθεί να δωσει κωμικότητα στο ρόλο της όπως την είχε καταφερει με τον ίδιο σκηνοθέτη στο «Ιστορία γάμου» κι είχε πάρει και το Oscar απλά εδώ δεν πρόκειται για ρόλο ιδιου διαμετρήματος.. Επίσης τον ΤΖΙΜ ΜΠΡΟΑΝΤΜΠΕΝΤ ως μέντορα..Αλλά και τον ΠΑΤΡΙΚ ΓΟΥΙΛΣΟΝ σε ένα πολύ ευχάριστο ξάφνιασμα
Ο Μπάουμπακ του υποτιθέμενου Κλούνεϋ του έχει δουλέψει πολύ και το θέμα της Ιταλίας, που ο Τζωρτζ ως σταρ το εχει πολύ διαφημίσει, την αγάπη του για το μέρος και τη σχέση του μαζί της. Την έχει απλωμένη μεσα στην ταινία, κουβαλά όλο το cast εκεί , κι εχει γραψει τις σκηνές και τις καταστάσεις πάνω στα πρότυπα σύγχρονων ιταλικών ταινιών που διαδραματίζονται στην Τοσκάνη ή στο Νότο κι όλα είναι μελετημένα πάνω σε αυτό το πρότυπο. Οι σχέσεις ας πούμε στο πως από τη σύγκρουση οδηγούνται στην κατανόηση και στην αποκατάσταση, οι σχέσεις με τα παιδιά, είναι πιο πολύ ιταλικές παρα αμερικάνικες…Γενικά είναι φτιαγμένο με ένα τρόπο σύνθετο, που στον θεατή έρχεται αναλαφρος, τις δυσκολίες τις πέρασε ο μαγειρας στην κουζίνα του, κατά την προετοιμασία. Το πιάτο που σερβίρει είναι ελαφρύ κι εύγευστο.