Εξου κι ο προβληματισμός που θέλησα σκοπίμως να τον αναφερω στον τίτλο διότι καθώς απολάμβανα, αναρωτιόμουν κι όλας: Για το ότι η ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ μέσα στη συνολική της πρόοδο και με τις διάφορες πλατφόρμες που γεννιούνται, έχει αναλάβει έργα (συν όλα τα άλλα) που αφορούν στη μαγεία του σινεμά, πάνω σε μύθους, σε θρύλους, είτε είναι πρόσωπα είτε ταινίες. Κι αναρωτιέμαι : Ο κινηματογράφος τι κάνει επ’ αυτού; Εχει χάσει τα γράδα του; Κι έργα δικά, το παρασκήνιο τους και την ιστορία τους τα παίρνει η TV και τα αναδεικνύει; Δεν θέλω να επεκταθώ περαιτέρω σε αυτό τον προβληματισμό ώστε να μην πάει το κείμενο αλλού από εκεί που έχω την πρόθεση. Όμως μετά από κάθε επεισόδιο, η έξαρση κι η ηδονή συνοδεύονταν κι από αυτή τη «μελανιά»…
Πάμε λοιπόν στο έργο το οποίο είναι ένας ΑΘΛΟΣ ΜΑΓΕΙΑΣ. Κι είναι Αθλος Μαγείας επειδή πάνω σε ένα πολυαγαπημένο, υπεραγαπημένο, κλασικό δημιούργημα και κόσμημα της 7ης Τέχνης, τόσο με την καλλιτεχνική ιδιοσυστασία της όσο και την ψυχαγωγική αποτελεσματικότητα της, έγινε αυτό εδώ το οποίο από που να το πιάσεις; Από την εξιστόρηση; Από τον τροπο γραφής; Από την όλη κινηματογραφική ματιά; Από την ατμοσφαιρα; Από τα παρασκηνια που φυσικά κι είναι αυτά τα οποία διεγείρουν, είτε είναι εκατό τοις εκατό ατόφια, είτε και πειραγμένα, ποιος νοιάζεται και θα έλεγα κι αλίμονο αφού μέσα στις «υποχρεώσεις» της Τέχνης είναι κι η παρέμβαση της στην Πραγματικότητα και στην Αναμόρφωση της τελευταίας, με τους όρους της Τέχνης πιά.
Ημουν εξίσου γοητευμένος, τότε με το «Feud». Με τα παρασκήνια του γυρίσματος της ταινίας «Τι απέγινε η Μπέιμπυ Τζέην;»και με τις μυθικές διαμάχες των θρυλικών πρωταγωνιστριών Μπέττυ Ντέιβις και Τζόαν Κρώφορντ. Σε εκείνο είχα αποφασίσει να κάνω κριτική ανα επεισόδιο.
Στο «THE OFFER» δεν θα πράξω το ίδιο. Διότι όλο μαζί έχει κάτι το ενιαίο, έχει κάτι από σενάριο κινηματογραφικής ταινίας που έχει «σπάσει» στα 10 επεισόδια και δεν κεφαλαιοποιείται με τον τρόπο που συνέβαινε στο «Feud» . Διότι υπάρχει κάτι ακόμα: Είναι εντελώς διαφορετικό εδώ το υλικό. Δεν συγκρίνονται ως ταινίες «Ο Νονός» με το «Τι απέγινε η Μπέημπυ Τζέην;» και δεν υποτιμώ καθόλου την τελευταία αλλά μην χάνουμε και την κριτική μας αξιολόγηση και ματιά. Το εργο εκείνο είχε μεγαλύτερο ενδιαφέρον πάνω στην αντιπαλότητα των δυο σταρ κι από αυτή την άποψη ήταν απολαυστικό.
Στο «The Offer» πάμε κι εξετάζουμε τη σύλληψη, την κυοφορία, την γέννηση ενός αριστουργήματος, ενός έργου πολύ σοβαρού, που ξεκινά από ένα βιβλίο και προχωρά στο να γίνει ταινία αλλά στο δρόμο του το περιμένουν μόνο εμπόδια. Και τι εμπόδια!!
Διότι το ίδιο το έργο, από τη φύση του, κάνει «τζιζ». Δεν είναι μόνο το ότι πραγματεύεται τη Μαφία ή έστω γύρω από τη Μαφία, μα είναι και τα ταμπού με τα οποία έχει να παλέψει ένα τέτοιο σπέρμα καθώς ο πρώτος υπέρηχος που έγινε στ στούντιο έδειξε ότι έχει συλληφθεί «έμβρυο», οπότε έχει να παλέψει και με εκείνους που ζητούν «έκτρωση» για τον φόβο των πολλών και γνωστών, εχει να παλέψει με τους κανόνες που διέπουν το συγκεκριμένο στούντιο και με το τι επιζητούν οι οικονομικοί του παράγοντες, έχει να παλέψει με την ίδια τη Μαφία αλλά και με την Ιταλο-Αμερικάνικη Κοινότητα και…τα βάσανα δεν έχουν τελειωμό.
Όμως, έχει και κάτι άλλο. Κι αυτό είναι που θα το οδηγήσει τον Ολυμπο. Με την ανθρώπινη επιμονή, την ανθρώπινη ΠΙΣΤΗ, την ανθρώπινη φιλοδοξία και με το ταλέντο που όταν υπερ-εκχειλίζει είναι αυτό που ενεργοποιεί τα τρία που προανέφερα περί επιμονής, πίστης, φιλοδοξίας.
Οπότε, ερχόμαστε σε μια σεναριάρα μια κι οι άνθρωποι που ανέλαβαν αυτή την τηλεοπτική δουλειά πάνω στον «ΝΟΝΟ» που φέτος γιόρτασε την πρώτη 50ετία του, συναισθάνθηκαν πως όφειλαν να γράψουν ένα σενάριο αντάξιο του, ως προς την περιπετειώδη διαδρομή του.
Στους επικεφαλής της προσπάθειας είναι ο ΜΑΪΚΛ ΤΟΛΚΙΝ, ο συγγραφέας στο «O ΠΑΙΚΤΗΣ» του Ρόμπερτ Αλτμαν.
Κι αρχίζει και δουλεύει επιτελείο. Τεσσερις σκηνοθέτες έχουν μοιραστεί τα 10 επεισόδια, οι: Ανταμ Αρκιν, Κόλιν Μπάκσε»υ, Ντέξτερ Φλέτσερ, Γκουίνεθ Χόρντερ Πέιτον. Σεναριογράφοι; Ων ουκ έστιν….
Κι αυτό το σενάριο, ψάχνει και βρίσκει κεντρικό ήρωα; Ποιος είναι ο κεντρικός ήρωας; Τίος την ιστορία θα πούμε μέσω του «Νονού»; Του παραγωγού Αλ Ράντυ; Του στουντιαρχη Μπομπ Εβανς; Του Φράνσις Φόρντ Κόπολα που γράφει και σκηνοθετεί κι επιμένει αλλά κι υπομένει στωικά; Του Μάριο Πούτσο που είναι ο συγγραφέας του βιβλίου από τον οποίο και ξεκινά η ιστορία;
Όχι!! Κεντρικός ήρωας είναι ο ίδιος ο ‘ΝΟΝΟΣ». Το βιβλίο που θέλει να γίνει έργο και προσπαθεί να δαμάσει τα κύματα.
Εδώ, όμως, ερχόμαστε στην προσωποποίηση περί του κεντρικού ήρωα και του θέματος. Σε ένα έργο συνόλου, οι ρόλοι που θα κινήσουν την ιστορία του εν λόγω «κεντρικού ήρωα» είναι κι αυτοί που θα θεωρηθούν πρωταγωνιστικοί. Κι οι ρόλοι αυτοί είναι του παραγωγού Αλμπερτ Ραντ και του στουντιαρχη Μπομπ Εβανς.
Ο Ραντ είναι αυτός που θα πάρει το έργο από το χέρι και θα βάλει μπρος την κινηματογραφική εκσπερμάτωση. Ο Εβανς είναι αυτός ο οποίος διευθύνει το στούντιο το οποίο όμως διευθύνεται με τη σειρά του από πολυεθνική που έχει αγοράσει μερίσματα ενώ ο Εβανς κοιτά να προωθεί τα σχέδια του.
Κατά την εκτύλιξη του μύθου, ξετυλίγονται κι οι χαρακτήρες τους οι οποίοι χαρακτήρες περνούν μέσα από σχέσεις με άλλα διάσημα ή και μυθικά πρόσωπα κι η συγγραφική μαεστρία ξέρει να το ορίζει. Κι υπάρχει κι ο ρόλος του Φράνσις Φορντ Κόπολα που είναι και δεν είναι πρωταγωνιστικός με την παραπάνω αρχική σημασία, μπορεί κάλλιστα να θεωρηθεί πρωταγωνιστικός δίπλα στους άλλους δυο, από τη στιγμή που κεντρικός ήρωας είναι ο «Νονός» κι ο «Κόπολα» είναι ο δημιουργός αυτού του κεντρικού ήρωα . Το συγκεκριμένο είναι θέμα εκτίμησης κι ανάλυσης και βλέμματος πάνω στο συνολικό σενάριο.
Τα σεναριακά εμπόδια είναι θεϊκά και διαθέτουν άπειρη γοητεία διότι στήνονται βάσει του περιεχομένου του «Νονού». Στο μεγαλύτερο τους βαθμό. Και βλέπουμε δομή αναλογη ενός μαφιόζικου έργου , ονόματα υπαρκτών προσώπων, εκκαθαρίσεις μαφιόζικου τύπου, προχωράμε στην ιταλο-αμερικάνικη «παρεμβαση» και συγχρόνως βλέπουμε και το πως μπαίνουν ζεστά στην ιστορία οι καλλιτεχνικοί συντελεστές του στούντιο και της παραγωγής. Κοντολογίς, έχουμε μπει στο πνεύμα της αληθινής ταινίας που απεικονίζεται στο φιλμ και παίρνουμε κ ένα παράδειγμα του τι σημαίνει «μίμησις πράξεως».
Και φυσικά, έρχεται κι η ωρα του casting director. Διότι αυτούς τους τρεις που προανεφερα περί του «πρωταγωνιστικού», τους περιμένουμε με λαχταρα , από σκηνή σε σκηνή. Ο ΜΑΙΛΣ ΤΕΛΕΡ, ως «Αλμπερτ Ράντυ» διαθέτει την εκφραστική οικονομία που χρειάζεται ώστε να αποδώσει κινηματογραφικά όλα αυτά του λιναριού και της υπομονής τα πάθη, που τον κάνουν και γοητευτικό χαρακτήρα κι ο ηθοποιός αυτό το στοιχείο της γοητείας πρέπει να το μεταδώσει. Προσέξτε: Άλλο ο «γόης», άλλο ο «γοητευτικός χαρακτήρας»- μην τα μπλέξουμε.
Για τον ρόλο του Μπομπ Εβανς έχουν επιλέξει τον Μάθιου Γκουντ. Ισως να μην είναι τόσο αφοπλιστικά ωραίος όπως ήταν ο Εβανς- ως ένας πραγματικός σταρ, εχει όμως την τσαχπινιά της ευφυίας στον τρόπο με τον οποίο όρισε τις σκηνές του, κυρίως ως φίλτρο για να περάσει το χαρακτήρα σε όλες τις φάσεις που του έχει ετοιμάσει το σενάριο και να τον κρατήσει με συνέπεια, ώστε καταλήγει να δίνει στο θεατή την εντύπωση ότι ναι, αυτός είναι ο Εβανς!.
Με τον ηθοποιό που επέλεξαν για «Κόπολα», ας μου επιτραπεί να δηλώσω προσωπικά ενθουσιασμένος! Ο ΝΤΑΝ ΦΟΓΚΛΕΡ, είναι ο Κόπολα! Νιώθω πως έτσι θα φερόταν έτσι θα αντιδρούσε, έχει υιοθετήσει τη δυσκολία της ανάσας του αληθινού, έχει την πειθώ του ηγέτη Κόπολα αλλά και τη στωικότητα της σοφίας του και σε πείθει και για τη μεγαλοφυία του.
Για τη μεγαλοφυία του και την έμφυτη ικανότητα του, ας μου επιτραπεί μια σύντομη παρένθεση, προσωπική. Καθόμαστε στο μπαρ του ξενοδοχείου, έτος 1993 στο Λονδίνο. Εποχής «Δράκουλα». Μου συζητάει πως αρχή πάντων το σενάριο κι από που εμπνέεται. Κι αρχίζει το αναπαραστατικό μάθημα: Μας έχουν πάνω στο τραπέζι ένα μπουκάλι νερο «Evian». Μου λέει ο Κόπολα: Αν για παράδειγμα, μου έδιναν αυτό το μπουκάλι και μου έλεγαν να βγάλω θέμα από αυτό, τι θα έκανα; Θα ξεκίναγα από την ιστορία αυτού του κυρίου Εβιάν. Τι παράγει ο κύριος; Νερό; Τι είναι το νερό; Δεν είναι δημόσιο αγαθό; Πως το παράγει ο κύριος αυτός; Αρα θα προχωρούσα για να βρω μέσα από εκεί το στόρυ και τα αίτια. Τι αίσθητική θα του έδινα; Τι είναι το νερό; Αχρουν, άοσμον, άγευστον..Αρα έπρεπε να ζητήσω από τον σκηνογραφικό υπεύθυνο και να συζητήσω μαζί του το χρωμα της «ουδετερότητας» ώστε να συνάδουν αισθητικά θέμα, κεντρικός ήρωας κι αντικείμενο…Να μη σας τα πολυλογώ, είχε πάρει φόρα και μου είπε σχεδόν όλη την ταινία. Θυμάμαι πως του είπα: «Κύριε Κοπολα, γιατι μου το κάνατε αυτό; Ανυπομονώ τωρα να δω στην οθόνη ένα εργο που δεν ξέρω αν θα γυριστεί». Εβαλε τα γέλια. Και κλείνω την παρένθεση με κάτι ακόμα ανάλογο και ΄σύντομο: Το ίδιο πράγμα στην Ελλάδα μου έκανε ο Φωσκολος. Ναι, ο Νίκος Φωσκολος. Μου ζήτησε να του πω μια λέξη. Του είπα «Γη». Κι επιτόπου άνοιξε ενας κρουνός που δεν περιορίστηκε στο θέμα, στον κεντρικό ήρωα, στην εξελιξη του μύθου αλλά έφτασε και στα πλάνα!!!
Κι επανέρχομαι στο «The offer.
Με βάση, λοιπόν, τα παραπάνω, ο casting director έχει κι άλλους «άσους»: Θα σταθώ στο σαστισμένο , μικροσκοπικό παλικαράκι που το πήραν να κάνει τον Πατσίνο και τα ‘οσα περασε (λέγεται ΑΝΤΟΝΥ ΙΠΠΟΛΙΤΟ) και βέβαια στην τόλμη τους για το πως θα δουν τον «Μάρλον Μπράντο». Την ΥΠΟΔΕΙΞΗ Μάρλον Μπράντο. Κι εδώ είναι η εξυπνάδα. Ο ΤΖΑΣΤΙΝ ΤΣΕΪΜΠΕΡΣ τι δουλειά έκανε πάνω σε αυτή την «υπόδειξη». Ως ηθοποιό, θα αναφέρω την ΤΖΟΥΝΟ ΤΕΜΠΛ, που επέβαλε τον ρόλο της ατζέντισσας παρά την τσιριχτή και νιαουριστή φωνή που δεν βοηθά. Ωστοσο, το έκανε μέρος της ερμηνείας, και το κέρδισε.
Η φωτογραφία στήθηκε στα πρότυπα της φωτογραφίας του Γκόρντον Γουίλις, οι χώροι υπακούουν στην επιλογή Ντην Ταβουλάρη- πως αλλιώς;, το όλο επίτευγμα είναι γοητευτικό, μεθυστικό και θα κλείσω με την πικρή διαπίστωση ότι εχω καιρό να δω στο σινεμά κάτι τόσο συναρπαστικό. Πόσο μάλλον που να αφορά στο ίδιο το σινεμά.