Δεν θα πω πολλά περί προϊστορίας γαλλικού αστυνομικού κλπ, θα προχωρήσω στην ουσία. Κι η ουσία έχει να κάνει ΑΦΕΝΟΣ με το πόσο σωστά δομείται , με το πόσο σωστά επισημαίνει εξ αρχής αυτό που παρακάτω θα αναλύσω ως «ελάττωμα» ή έστω ως «γιατί;» του τίτλου…Μας δινει από την αρχή τα στοιχεία, μας δίνει τις πληροφορίες και πάνω από όλα την κύρια και κεντρική η οποία είναι στατιστική κι αφορά στα ανεξιχνίαστα εγκλήματα. Παίζει τίμια μαζί μας εξ αρχής αλλά όχι και…ικανοποιητικά. Θα το εξηγήσω κι αυτό
Πιάνει μια υπόθεση από τις ανεξερεύνητες . Δηλωμένο κι αυτό. Την υπόθεση δολοφονίας μιας κοπέλας που έφυγε βράδυ από το σπίτι της φίλης της για να επιστρέψει στο δικό της και ΕΙΔΑΜΕ ΟΙ ΘΕΑΤΕΣ πως κάποιος με κουκούλα και χωρίς να διακρίνονται τα χαρακτηριστικά του, την πλησίασε, την περιέλουσε με βενζίνη και την έκανε λαμπάδα.
Κι αρχίζουν οι έρευνες. Ο τρόπος με τον οποίο ξεκινούν οι έρευνες και προχωρούν είναι κινηματογραφικά υποδειγματικός. Από τη μια , το υπέροχο σενάριο του ΖΥΛ ΜΑΡΣΑΝ , που έχει διασκευάσει το βιβλίο στο οποίο βασίζεται και στη διασκευή έχει βάλει υπογραφή κι ο σκηνοθέτης ΝΤΟΜΙΝΙΚ ΜΟΛ, πως ζυγίζουν τα πράγματα. Δηλώνουν ή αναπτύσσουν χαρακτήρες των εξεταζομένων μαρτύρων, με ένα τρόπο που ανεβαζει θερμοκρασία κι από την άλλη και παράλληλα, αναλύουν τους χαρακτήρες των αστυνομικών που εχουν αναλάβει την έρευνα και τα δικά τους θέματα που τους συνοδεύουν καθώς προσπαθούν να λύσου το μυστήριο.
Η συμβολη του σκηνοθέτη στη διασκευή του βιβλίου σε σεναριο δείχνει και τον τρόπο της συνεργασίας, πως το σεναριο αποκτά κινηματογραφική ματιά και την ώρα που γράφεται. Εξού κι απολαμβάνουμε μια πυκνότητα κι ένα ρυθμό χαρη στο μονταζ (ΛΟΡΑΝ ΡΟΥΑΝ) που βρήκε υλικό για να κεντήσει, να κάνει ένα σφιχτό αποτέλεσμα, σαν κι εκείνα τα μοντάζ που συναντάμε σε ανάλογες ταινίες του Ντέηβιντ Φίντσερ- όπως αναλογη είναι κι η φωτογραφία. Το έργο κυλά σαν νεράκι και δεν έχει τίποτε το περισσό. Οι δε ηθοποιοί, τόσο το πρωταγωνιστικό δίδυμο MΠΑΣΤΙΕΝ ΜΠΟΥΙΓΙΟΝ (ο νεαρός)και ΜΠΟΥΛΙ ΛΑΝΕΡΣ ( παντρεμένος…)όσο και εκείνοι που κρατουν τους περιφερειακούς ρόλους και μας είναι άγνωστοι…Τι να πω. Θαυμασμό. Εχουν βέβαια όλοι τους ωραιότατους ρόλους για να πατήσουν πάνω τους και να δημιουργήσουν.
Και που είναι η ένσταση; Εκείνο το «Γιατί;» στον τίτλο της κριτικής..
Εδώ υπάρχει ένα θέμα. Το οποίο ξεκινά από τότε που έγινε μόδα παγκόσμια το «based on a true stοry» και κάποιοι παρασύρονται απ΄αυτό και ξεχνούν τους κανόνες της μυθοπλασίας και της δραματουργίας. Δεν γίνεται τα έργα να τελειώνουν χωρίς φινάλε. Δεν γίνεται το συγκεκριμένο να ακολουθεί με αριστο τρόπο τους κανόνες του σινεμά και της δραματουργίας, να μας διευκρινίζει στους τίτλους ότι πρόκειται για μυθοπλασία πάνω σε αληθινό περιστατικό και στην εκπνοή, να θυσιάζει το καλλιτεχνικό απέναντι στο πραγματικό γεγονός, να καταπατεί τον αριστοτελικό νόμο επειδή η υπόθεση στην οποία βασίζεται έμεινε άλυτη. Ξεχνουν όλοι αυτοί ότι το έργο απευθύνεται σε θεατές. Ο θεατής πηγαίνει σινεμά να δει ταινία που βασίζεται πάνω σε ένα γεγονός. Δεν εχει δικαίωμα να αφήνει το θεατή ανικανοποίητο χωρίς να του έχει φινάλε. ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ!!! Αν θέλει να μείνει πιστός στο ντοκουμέντο, στο γεγονός, τότε οφείλει να το πιάσει διαφορετικά το θέμα, ώστε η αναζήτηση του δολοφόνου να μην είναι ζητούμενο.
Εκεί την πάτησε και το «Zodiac» , εκεί έχασε γράδα και το «τρεις πινακίδες…» που άφησε το θεατή χωρις φιναλε αυτού που παρακολουθούσε επί δυο ώρες.
Αυτή είναι μία ενσταση αριστοτελική, εργοκεντρική και την θέτω επειδή παραβιάζει κανόνα. Και τη θετω εδώ επειδή το υπόλοιπο έργο είναι ένα θαύμα. Ακόμα και το εύρημα με το ποδήλατο, και το πως γλυκαίνει το φινάλε και δείχνει ότι ο σκηνοθέτης γνωρίζει αλλά κάπου έχει «μπλέξει».