Αν παρουσιάζει ελαττωματικότητες, όπως το έκθετο φινάλε του «3 πινακίδες έξω από το Εμπινγκ στο Μισούρι» τότε συμπαρασύρεται κι η σκηνοθεσία. Ετσι συμβαίνει με τον auteur συγγραφέα, η σκηνοθεσία του είναι το έργο του, βγαλμένη μέσα από αυτό. Όταν καταστρατηγείται δραματουργικός νόμος συγγραφικός τότε συμπαρασύρεται κι η σκηνοθεσία αφού πάνε κράμα. Το να αφήνεις έργο ανοιχτό χωρίς φινάλε, μπορει για το συγγραφέα να ήταν λύση ή και αδιέξοδο, δραματουργικά, όμως, όπως και να έχει, είναι ατόπημα. Εδώ απόφυγε τον σκόπελο, και παρόλο ότι πήγε να φανεί πως κι εδώ υπάρχει πρόβλημα στο φινάλε, όχι δεν υπάρχει κανένα, ολοκληρώνει αυτό που είναι ,απλά το ίδιο το αντικείμενο παραμένει ανοιχτό διότι είναι οι σχέσεις των ανθρώπων στο συγκεκριμένο κομμάτι της Γης, σε ένα παραθαλάσσιο χωριό της Ιρλανδίας. Για τους ήρωες όμως του συγκεκριμένου έργου και για την ιστορία στην οποία τους έβαλε ο συγγραφέας, υπάρχει ολοκλήρωση και λύση κι αυτή η λύση η οποία είναι 100 ο/ο συγγραφικά παραδεκτή κι αποδεκτή , άλλους θα τους κάνει να τη δουν με συμπάθεια κι άλλους με απελπισία. Για τη μοίρα των ανθρώπων.
Γράφει καταπληκτικά ο Μάρτιν Μακ Ντόνα κι αυτό που γράφει πάνω από όλα είναι ρόλους. Διότι καταβυθίζεται στους χαρακτήρες. Βυθίζεται σε αυτούς, όμως παραλλήλως τους φτιάχνει και τόπο και χρόνο, προπαντός περιβάλλον κι η ιστορία στην οποία τους βάζει αφορά στο περιβάλλον και στους εξ αυτού χαρακτήρες. Εξού και τα έργα του καταλήγουν σε ΕΡΓΑ ΕΡΜΗΝΕΙΩΝ. Διότι έχει και το προσόν της τέλειας διανομής και την διανομή την υπογράφει ο σκηνοθέτης, είναι μέρος της Σκηνοθεσίας. Επειδή γύρω από το θέμα πέφτει σύγχυση ενίοτε..
Ηρωας του εργου είναι ένας τύπος , σε ένα παραθαλάσσιο ερημοχώρι της Ιρλανδίας, στο οποίο κατοικούν ελάχιστες ψυχές, η ζωή δεν έχει εκπλήξεις, και ξαφνικά μία μέρα ο επιστήθιος φίλος του, του λέει ότι δεν θέλει να του ξαναμιλήσει. Χωρίς να έχουν μαλώσει, χωρίς να έχει κάτι προηγηθεί μεταξύ τους. Μέχρι χτες ήταν κολλητοί.
Απελπισία τον κυριεύει τον κεντρικό ήρωα, ένα συναίσθημα εγκατάλειψης που κάνει τον άνθρωπο να δείχνει ακόμα και χαζός. Το θέμα όμως είναι και για ποιο λόγο ο άλλος, θέλησε να του κόψει την καλημέρα. Χωρίς εξωτερικό λόγο..
Κι αρχίζει κι ανιχνεύει ο Μακ Ντόνα αυτή την αφορμή, μέσα από τους ανθρώπους. Το έχει τοποθετήσει σε περιορισμένο χώρο ώστε να φανεί η επίπτωση ενός τέτοιου γεγονότος σε όλη τη μικρή κοινωνία. Δύο ακόμα πρόσωπα θα αναδειχθούν με αυτή την αφορμή, ο καθυστερημένος (?) του χωριού που τον κακοποιεί ο πατέρας του, ένας τύπος με κτηνώδη συμπεριφορά (αλλά όχι γραφική, μάλλον απελπισμένη- κι αυτός!!), κι η αδελφή του ήρωα που θα της δώσει ο συγγραφέας και το διαβατήριο για τη λύση, θα την κάνει φορέα της επίλυσης του προβλήματος, κυρίως του εντοπισμού του προβλήματος.
Η επιρροή από τον Μπέκετ είναι σημαντική. Πάνω στην ανθρώπινη μοναξιά. Στο μέρος που δεν συμβαίνει τίποτε. Και στο οποίο ενώ κατοικούν λίγες ψυχές και γνωρίζονται , υποχρεωτικά, όλοι μεταξύ τους, αντι να συναποτελούν μια παρέα, νιώθουν μόνοι, είναι μόνοι, θέλουν να είναι μόνοι…Πάνω σε αυτό δεν υπάρχει γιατρειά, κι όμως ο Μακ Ντόνα την εφευρίσκει μέσω της αδελφής..
Η Ιρλανδία προβάλλεται έντονα ως τόπος, επειδή είναι πολύ ολοκληρωμένοι οι άνθρωποι. Ουσιαστικά οι χώροι, τα location , είναι περιορισμένοι και συγκεκριμένοι, το ίδιο και τα εσωτερικά…Μια «γύμνια» και μια μουντάδα τα καθορίζει όλα. Βάζει όμως και το στοιχείο του μεταφυσικού παραμυθιού που εμπνέουν αυτές οι περιοχές.. Κι εδώ μπαίνει η σκηνοθετική προσέγγιση του συγγραφέα πάνω στο έργο του. Τους έχει φτιάξει πλαίσιο καθώς τους αναλύει ως χαρακτήρες και μέσα από εκεί αναδεικνύονται κι οι ηθοποιοί.
Κι αναδεικνύονται διότι ο Μακ Ντόνα ως έξυπνος άνθρωπος , όπως δείχνει, και φυσικά προικισμένος συγγραφέας, καθώς μαθαίνει το σινεμά ως σκηνοθέτης, αντιλαμβάνεται πάνω από όλα την αξία του μοντάζ. Όχι μόνο εδώ, και στις «πινακίδες» το είχε κι ήταν άψογο. Εδώ είναι αυτό που θα προβάλει τα πρόσωπα στην ανίχνευση τους, που συμβάλει στο να γίνει ο συγγραφέας πιο αφαιρετικός, να είναι πλήρης αλλά όχι με πολλά λόγια, εδώ είναι σινεμά και πρέπει η εικόνα να ερμηνεύει το λόγο παρά να τον υπογραμμίσει. Το μοντάζ αναλαμβάνει αυτή την αποστολή κι η συνεργασία μοντέρ -συγγραφέα με ρόλο σκηνοθέτη, είναι από τις ωραιότερες, τις δυνατότερες. Και φυσικά ο μοντέρ στον οποίο κατέφυγε είναι ο Δανός, που πήρε το Οσκαρ πρόπερσυ για το «Ηχος από μέταλλο», ο ΜΙΚΕΛ ΝΙΛΣΕΝ, αυτό το αστέρι της μονταζιέρας .
Με τον ΚΑΡΤΕΡ ΜΠΕΡΓΟΥΕΛ, τα έχουν βρει κανονικά κι ‘όπως ‘εχω γράψει στην ΑΝΑΛΥΣΗ περί ΜΟΥΣΙΚΗΣ στο PANTIMO.GR για τα OSCAR 2023, το ότι ο Μπέργουελ που δεν αγαπά την πολλή μουσική κι ο Μακ Ντόνα που τη θέλει ίσια ίσα για να σχολιάζει σιωπές, κανουν το δίδυμο.
Κι έτσι ο Μακ Ντόνα μέσα από το γράψιμο εξελίσσεται κι ως σκηνοθέτης
Βέβαια, οι ερμηνείες είναι οι αποκορυφώσεις, οι ρόλοι εμβάθυνσης, κι ο τρόπος ανάδειξης που είπαμε παραπάνω.. Ο ΚΟΛΙΝ ΦΑΡΕΛ στην ωριμότητα του, σε ένα ρολο που τον θέλει δραματικό μέσα από σιωπές, όχι από βλέμματα τύπου Γκλεν Κλόουζ με μυικές συσπάσεις που εντυπωσιάζουν το κοινό, αλλά με το πως κοιτά ένας άνθρωπος που τον απέρριψε αναίτια ο φίλος του. Το πως βιώνεται η νεύρωση εγκατάλειψης και πως ο ηθοποιός αρχίζει κι αφαιρεί μέχρι να βρει το «βλέμμα» ή την «έκφραση» της εγκατάλειψης. Η αφαίρεση είναι μεγάλο βήμα, ο Φάρελ εδώ το κατακτά, του έχει όντως και ρόλο αλλά και καθοδήγηση, κι εδώ βέβαια είναι που ο Μακ Ντόνα δηλώνεται σκηνοθέτης, οι σιωπές του ΜΠΡΕΝΤΑΝ ΓΚΛΗΖΟΝ δεν περιγράφονται, τι να λέμε τώρα, το να μην ξέρουμε το «γιατί» και δεν το ξέρουμε επειδή δεν το ξέρει κι ο κεντρικός ήρωας. Κι ως συγγραφέας ολκής ο Μακ Ντόνα, τηρεί την αρχή ότι ο θεατής βλέπει μέσα από τον κεντρικό ήρωα, ό,τι ξέρει εκείνος ξέρει κι ο άλλος. Εκτός αν μιλάμε για περίπτωση «τραγικής ειρωνείας» όπου εκεί δίνεται διαφορετικα..Κι ο Γκλήζον παίζει έτσι ώστε να μην ξέρει ο Φάρελ το γιατί
Συνεχίζουμε με τις ερμηνειάρες. Ο ΜΠΑΡΥ ΚΕΟΓΚΑΝ. Στο ρόλο του «καθυστερημένου» κάνει μια δική του ερμηνεία, δική του πρόταση αλλά φαίνεται κι από το ρόλο όπως είναι γραμμένος αλλά κι από το κλίμα όπως είναι τοποθετημένο, πως δεν μπορεί να παιχθεί αλα Τζων Μιλς στην «Κόρη του Ράυαν»-επειδή συγγενεύουν πατριωτικά και γεωγρικά, για αυτό το λέω κι επειδή στο είδος άγγιζε την τελειότητα.. Αυτό που μου κάνει εντύπωση στον Κέογκαν είναι το πως φρενάρει το κεκέδισμα. Πως το υπαινίσσεται και προλαβαίνει και το σταματά. Η δε κοπέλα που κάνει την αδελφή, η ΚΕΡΥ ΚΟΝΤΟΝ, είναι αυτό που της είχα γράψει στην Ανάλυση για το Οσκαρ που είναι υποψήφια στον β’ γυναικείο, ότι βρίσκει το σημείο εξισορρόπησης ανάμεσα στη «δυναμική» και τη «θλιμμένη». Και την παίζει μέσα από αυτό το κράμα. Κι επιπλέον, ο ρόλος, της έχει και μια άλλη πλευρά της ηρωίδας, όταν διαβάζει ένα γράμμα στον αδελφό της, κι εκεί βλέπουμε και μια επιπλέον ικανότητα της ηθοποιού, το πως παίζει με τη φωνή της, πως την αξιοποιεί, τη στιγμή που ο συγγραφέας -σκηνοθέτης της, της το έχει κρατήσει για φινάλε ρόλου, για αποκάλυψη μιας άλλης πλευράς του χαρακτήρα και τη βάζει να το παίξει με τη φωνή.
Τον αγαπω πολύ τον ΜΑΡΤΙΝ ΜΑΚ ΝΤΟΝΑ διότι ΚΑΝΕΙ ΘΕΑΤΡΟ ΜΕ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΟΥΣ ΟΡΟΥΣ. Κι αυτό καταλήγει σε μια υπέροχη βραδιά για τον θεατή που θέλει να ΨΥΧΑΓΩΓΗΘΕΙ με κάτι ΠΟΙΟΤΙΚΟ.