Κι αυτό το χαρακτηριστικό δεν είναι εκείνο που θα λέγανε περιφρονητικά ως «το μόνο που αξίζει» αλλά ότι το παίξιμο της Βλαχοπούλου αξίζει πολλά λεφτά, όλα τα λεφτά. Είναι ένα παίξιμο που εν γενει αξίζει.
Ο τρόπος που παίζει, η αμεσότητα, το αβίαστο, ο αέρας, ο τρόπος με τον οποίο ξέρει να υποστηρίζει το αστείο ή να το κάνει να φαίνεται αστείο ενώ το ίδιο το σενάριο, ο σκηνοθέτης ή η ατάκα,, να μην έχουν φτάσει σε αυτό το σημείο πληρότητας.
Την παρατηρώ στην «Βουλευτίνα». Στις σκηνές που αναλαμβάνει δραση, είτε μουτζώνοντας είτε διαολοστέλνοντας είτε , δεν αποκωδικοποιείται. Είναι όλο δικό της κι όλο αυτό βγαίνει από μια αμεσότητα η οποία δεν είναι καθόλου μα καθολου δεδομένη.
Ελάχιστες ηθοποιοί φέρουν αυτό το στοιχείο . Εκεί με το μελιτζανάκι, το άλλο με το ξαδερφάκι που ήταν ο Μεγας Αλέξανδρρος, οι σκηνές με το Ρίζο, το πολιτικό φλερτ με το Νικολαϊδη, τα προεκλογικά του «Αράπη»….πως τα υποστηρίζει,
Μα τι ωραίο παίξιμο. Με τι αέρα. Και δεν είναι από αυτά που της χαρίζουν και το μουσικό στοχείο ωστόσο έα ωραίο τραγιυδι θα το πει κι εδώ (ο Μουζάκης της το εχει γράψει) για να υπενθυμίσει στα γρήγορα κι αυτή την πλευρά. Δείτε την ενεργητικότητα- την ποία έτσι κι αλλιώς γνωρίζετε, δεν κομίζω γλαύκας.
Δεν έχω να πω για την ταινία καθαυτή κάτι περισσότερο. Είναι ένα 90λεπτο Βλαχοπούλου, να παρακολουθούμε και να απολαμβάνουμε τον αέρα με τον οποίο παίζει.
ΥΓ Ακριβως επειδή δεν είναι μια ταινία από τις Φινέικες, δεν έχει Δαλιανίδη ή Σακελλάριο. Εδώ ορμά η ίδια σε κάθετη εφόρμηση. Μια «βεντέτα» με παιξιμο αντιβεντετισμου