Η ΤΖΕΝΗ ΚΑΡΕΖΗ θα κάνει κάτι παράτολμο με την συμπαράσταση του ΚΩΣΤΑ ΚΑΖΑΚΟΥ , την απόφαση της μεταφοράς στην οθόνη ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗ, κάτι που δεν είχε συμβεί, και με τη ΛΟΓΟΚΡΙΣΙΑ ΤΗΣ ΧΟΥΝΤΑΣ ως ανώτερο επόπτη, θα αναλάβουν οι ίδιοι την παραγωγή με τα ωραία τους λεφτά κι η «Καραγιάννης-Καρατζόπουλος_ η εταιρία που συνεργάζονταν θα τους σταθεί καταρχάς στο θέμα της διανομής, δεν ξέρουμε αν συμμετείχε κι οικονομικά και σε τι ποσοστό. Δεν μας ενδιαφέρει τόσο αυτό. Μας ενδιαφέρει η τολμηρή κίνηση κι ότι αυτή η κίνηση που ήρθε μετά από δύο εμπορικές καταστροφές, έφερε στην Καρέζη μια θριαμβευτική επιτυχία, από τις μεγαλύτερες της, απλώς είχαν περιοριστεί πλέον τα εισιτήρια. ΟΛΩΝ.
Το Νο 3, στο οποίο τερμάτισε η «ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ» ήταν το υψηλότερο που είχε φτάσει ποτέ η Καρέζη Οι μεγάλες της επιτυχίες σταματούσαν στην Τρίτη θέση. Κι ήταν «ΤΟ ΚΟΡΟΪΔΑΚΙ ΤΗΣ ΔΕΣΠΟΙΝΙΔΟΣ», «ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΦΑΝΑΡΙΑ» (που αν και ταινία συνόλου είχε πλασαριστεί με όλους τους τρόπους ως ταινία της Καρέζη κι είχε προκαλέσει και κάποιες δυσαρέσκειες εντός «θιάσου»), το «ΤΖΕΝΗ ΤΖΕΝΗ» και τωρα η «ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ». Πρώτη θεση δεν έπιασε ποτέ (με εξαίρεση τη «Θεία από το Σικάγο» αλλά σε εκείνο ήταν νέα και … «περαστική», δεν ηταν δικό της φιλμ, ήταν απλή συμμετέχουσα) και Νο 2 έπιασε στη «Λίμνη των πόθων» ως παρτενέρ του Φούντα και στο «Λατερνα φτώχεια και φιλότιμο» που ήταν έργο των Φωτόπουλου-Αυλωνίτη, εκεί μόλις που ανέτειλε και δεν ηταν το πρωτο όνομα στην ταινία). (Η συνέχεια, το «Λατερνα φτώχια και γαρύφαλλο» την «κατέβασε» στην «προσφιλή» της 3η θεση)
Εδώ λοιπόν τα κατάφερε πολύ καλά. ΚΙ είπα για παράτολμο σχέδιο, πέταξα και το όνομα Αριστοφάνης, τι πιο παρακινδυνευμένο από τν κινηματογραφική του μεταφορά. Σε όλα τα επίπεδα.
Κι η αναθεση δίνεται στον ΓΙΩΡΓΟ ΖΕΡΒΟΥΛΑΚΟ. Ο οποίος κάνει μια ταινία, μια κινηματογραφική αριστοφανική μεταφορά, που της αξίζει μεγαλύτερη τιμή κι αναγνώριση. Θα τολμήσω να το πω αλλά ό,τι έκανε ο Κακογιάννης, ή αν θελετε πριν από αυτόν ο Τζαβέλλας στη μεταφορά αρχαίας τραγωδίας στην οθόνη, κάτι εφάμιλλο έκανε ο Ζερβουλάκος στη μεταφορά αριστοφανικής κωμωδίας. Απλά , τον Αριστοφανη δεν τον έβαζαν δίπλα στους τραγικούς παρόλο ότι τον είχαν τιμήσει κι ο Αλέξης Σολομός κι ο Κάρολος Κουν στα θεατρικά τους ανεβάσματα… Κι ο Μίνως Βολανάκης βέβαια, για λογαριασμό μαλιστα της Αννας Συνοδινού.. .Υπήρχε όμως πάντα μια προκατάληψη, αρχικά με τη βωμολοχία αλλά και κακά τα ψέματα με τη διαφορά είδους: Η Κωμωδία ανέκαθεν θεωρείτο «κατώτερη» από το δράμα.
Ο Ζερβουλάκος όμως έδειξε συγκρότηση, έδειξε τι είχε στο μυαλό του, έδειξε ότι κουβαλούσε διδαχες από τις τολμηρές πρωτοβουλίες Σολομου και Κουν και Βολανάκη, κυρίως του Σολομου διότι στο έργο επικρατεί περισσότερο η φανταιζί αντίληψη του πρωτου χωρίς να απαλείφεται το στοιχείο του λαϊκού πανηγυριού που χαρακτήριζε τον δεύτερο.
Με τη μεταφραση του αείμνηστου ΓΙΑΝΝΗ ΝΕΓΡΕΠΟΝΤΗ, ο οποίος την κάνει κανονικό σενάριο, έχουμε τα στοιχεία διαχρονικότητας της σάτιρας, το αντιπολεμικό μήνυμα έντονο, εποχή που το Βιετναμ κι οι αμερικάνικες θηριωδίες είναι καθημερινό πρωτοσελιδο κι αυτό κρατάει χρόνια, έχουμε και τη Μέση Ανατολη να βραζει και να ξεβράζει, έχουμε κι εμείς τη Χούντα μας αλλά έχουμε και τα κέφια μας.
Στην «Λυσιστράτη» του ευφυούς Αριστοφάνη, έχουμε ερωτική απεργία γυναικών, συμμαχία Αθηναιισσών και Σπαρτιατισσών, για αποχή από το σεξ ώστε να αναγκαστουν οι άντρες να κάνουν Ειρηνη και να τερματίσουν τον Πελοποννησιακό Πόλμο, αυτόν μεταξύ Αθήνας και Σπάρτης που ρήμαζε τον τόπο.
Με πολύ ραφινάτο τρόπο περνάνε το αριστοφανικό μήνυμα, με πολύ ωραία αφομοιωμένες τις διδαχες των Σολομου-Κουν βλέπουμε μια παρεμβατική αντίληψη στην αισθητική, στα κοστούμια η ΙΩΑΝΝΑ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ καταθέτει τη λαογραφικη της αντίληψη και τους δίνει διαχρονικότητα υποδεικνυοντας την εποχή που διαδραματίζεται αλλά με ελευθερία ενδυματολογικών πρωτοβουλιών -προτάσεωνκαι προς άλλες κατευθύνσεις, χωρίς να γίνεται ακαταστασία.. Όπως και στα ντεκορ , η αξιοποίηση των Αναφιώτικων στην Πλάκα που ξαφνικά γίνονται ό,τι πιο φυσικό για κινηματογραφικό περιβάλλον της ταινίας. Κι ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΞΑΡΧΑΚΟΣ δίνει τα ρεστα στην αποθέωση, στο όργιο του τρύγου με το οποίο γιορτάζεται η Σύναψη Ειρήνης.
Έναν θαυμάσιο θίασο εχουν προσλάβει, η Τζένη την παίζει την Λυσιστρατη ενθυμούμενη το Εθνικό και την Αρώνη (όταν η Τζένη έπαιζε εκεί τη Μυρίνη), ο ΚΑΖΑΚΟΣ πιο κινηματογραφικός , η ΑΝΝΑ ΦΟΝΣΟΥ κάνει τη «Μυρίνη» όπως της πρέπει της αρχαίας πεταχτούλας και μετά πιάνουμε ΔΙΟΝΥΣΗ ΠΑΠΑΓΑΙΝΝΟΠΟΥΛΟ, ΜΑΡΙΑ ΜΑΡΜΑΡΙΝΟΥ, ΒΑΓΓΕΛΗ ΚΑΖΑΝ, ΣΠΥΡΟ ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟ κι αφήνω τελευταία την ΑΝΝΑ ΜΑΝΤΖΟΥΡΑΝΗ η οποία στο ρόλο της Κορυφαίας πήγαινε απλά για το βραβείο β’ γυναικίου ρόλου το οποίο της φυλάχτηκε για να της δοθεί 9 χρόνια αργότερα ως Α’ Γυναικείου στο «Μάθε παιδί μου γράμματα» του Μαραγκου. Ενας από τους λόγους που η Μαντζουράνη «σκίζει» ως Κορυφαία είναι η θητεία της στην Επιθεώρηση. Κι εδώ, η κινηματογραφικη λύση της κινηματογραφικής ματιάς Ζερβουλάκου περί κινηματογραφικής απόδοσης αριστοφανικών «χορικών» και «παραβάσεων», ήταν η επιθεωρησιακή.
Η ταινία πήρε το Βραβείο Αρτιότερης Παραγωγής στο Φεστιβαλ Θεσσαλονίκης , την Καρέζη όμως δεν την ψήφισαν ουτε αυτή τη φορά, σε αντιθεση με τη Βουγιουκλάκη που το είχε πάρει με την πρωτη για την «Μανταλένα»κι ας έλεγαν διαφορα αλλά την ευρισκαν κινηματογραφική κι άμεση.. Οι κινηματογραφικοί του Φεστιβάλ. …. Το βραβείο το έδωσαν στην Αννα Βαγενά για το «Προξενιο της Αννας» του Παντελή Βούλγαρη- ως πιο κινηματογραφική, πιο λιτή… Από την ίδια ταινία έχασε κι η Μαντζουράνη το δικό της βραβείο που το πήρε η Σμάρω Βεάκη,η γηραιά κυρία του σπιτιού της ψυχοκόρης…Ηταν χήρα του θρύλου Αιμίλιου Βεάκη.
Μετά από αυτή την εμπειρια, η παρέα Καρεζη-Καζάκος-Ξαρχάκος-Παπαγιαννόπουλος ετοιμάζονται για το μεγάλο θεατρικό θερινό εγχείρημα της χρονιάς που έρχεται και με το οποίο θα γράψουν Ιστορία: ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΜΑΣ ΤΣΙΡΚΟ. Με το σινεμά διεκόπη κάθε σχέση, από μεριάς Καρέζη. Ο Καζάκος ξανάκανε.