Μόνο που αν περιοριστεί κανείς σε αυτή τη φράση για να δώσει ένα πρώτο «στίγμα» περί του είναι η ταινία, την έχει αδικήσει,
Διότι αυτή η μελέτη έχει γίνει μέσα από σκαψίματα ανθρώπινων χαρακτήρων, τα οποία συντονίζονται διαρκώς, τόσο κατά τη σύσταση όσο και κατά την εξέλιξη με το θιγόμενο πρόβλημα, και το γράψιμο εμπλουτίζει την ιστορία με διαρκή ευρήματα τα οποία δείχνουν γνώση, κατάρτιση, φαντασία, προπάντων φαντασία αλλά κι ακριβή συνέπεια στο πως αποφεύγει τις παγίδες του στερεότυπου, αυτές που θίγει μη και πέσει το ίδιο το σενάριο μέσα σε κάποια. Και ΔΕΝ ΠΕΦΤΕΙ. Ακριβώς για τη φαντασία. Ακριβώς επειδή δεν κάνει κήρυγμα αλλά καλλιτεχνική δημιουργία.
Κι αυτό όλο που φαντάζεται κανείς με τις πρώτες συστάσεις που δίνω ότι θα είναι κάποιο βαρύ ή βαρύγδουπο κοινωνικό δράμα, όχι, ΣΑΤΙΡΑ είναι, είναι μια σάτιρα πάνω στα στερεότυπα, όπου τα στοιχεία σαρκασμού είναι σε καταιγιστικό ρυθμό. Και μάλιστα έχει επηρεάσει και τη σκηνοθεσία, διότι σεναριογράφος και σκηνοθέτης είναι το ίδιο πρόσωπο, ο ΚΟΡΝΤ ΤΖΕΦΕΡΣΟΝ, αν και το σενάριο είναι εκ διασκευής, βασίζεται σε μυθιστόρημα του Πέρσιβαλ Εβερετ αλλά εμείς στεκόμαστε στο σενάριο που βλέπουμε, στο σενάριο που προέκυψε κι όχι στο τι ήταν το βιβλίο. Κι ο Κορντ Τζέφερσον, που ουσιαστικά «ντεμπουτάρει» δείχνει αυτό το κράμα του σκηνοθετη-σεναριογραφου που , τουλάχιστον το ξεκίνημα του, με αυτή εδώ την ταινία, αφήνει άριστες εντυπώσεις. Τι θα συμβεί παρακάτω στην καριέρα του, δεν το ξέρουμε, αλλωστε ο υποφαινόμενος απεχθάνεται τις προφητείες…Στην Τέχνη δεν μπορείς να ξέρεις ειδικά στη συγκεκριμένη πολυσύνθετη που λέγεται Κινηματογράφος.
Ο Κόρντ Τζέφερσον λοιπόν αφηγείται μια ιστορία που η βάση της είναι δραματική. Ο κεντρικός ήρωας, προέρχεται από οικογένεια γιατρών κατά παράδοση που ο ίδιος διέλαθε της προσοχής κι αν και σπούδασε , ασχολήθηκε με το γράψιμο. Και διδάσκει συγγραφή. Κι έχει φτάσει σε ένα σημείο , με αφορμή ένα βιβλίο, που τον οδηγεί στην ανίχνευση και στηλίτευση των στερεοτύπων της φυλής του, αν κι ο ίδιος δείχνει αποστασιοποιημένος. Παίρνει άδεια και πάει στη Βοστώνη, να ξελαμπικάρει το μυαλό του και να επισκεφθεί τους δικούς του. Και ξαφνικά ,η αδελφή του που έχει αναλάβει τα οικογενειακά βάρη, πεθαίνει από καρδιά. Κι υπάρχει εκεί μια μητέρα, που οδεύει ολοταχώς προς άνοια. Και πρέπει τώρα κάτι να αναλάβει αυτός. Κι υπάρχει κι ένας αδερφός Ο οποίος επίσης λείπει. Ο οποίος είναι γιατρός. Κι έρχεται κι αυτός να δει τι γίνεται. Και τα δυο αδέρφια θα βρεθούν μετά από καιρό. Καμία σχέση με στερεότυπα κι εδώ όχι μόνο περί μαύρων αλλά και περί σεναρίων με τη συνεύρεση αδελφών μετά από χρόνια, ανεξαρτήτως χρώματος. Κι επειδή μας κυνηγούν στερεότυπα που όλο κι ανατρέπονται, να κι άλλο ένα: Ο αδερφός έχει μείνει άφραγκος διότι η γυναίκα του του πήρε τη μισή περιουσία στο εις βαρος του διαζύγιο, του πήρε και τα παιδιά, του πήρε και το γιατρείο διότι τον επιασε επ’ αυτοφόρω με …άντρα. Ο οποίος βέβαια υστερα από όλο αυτά αρχίζει να κυκλοφορεί κανονικά με τη φανερωμένη πλέον επιλογή του, μόνο που στο περιβάλλον αυτό, κι ειδικότερα στους μαύρους που έχουν κι άλλου τυπου άμυνες επειδή εχουν κι άλλα να αντιμετωπίζουν, το θέμα δεν είναι εύκολο. Κι ενώ ανοίγουν όλα αυτά τα μέτωπα, ερχεται και καινούργιο, με την κοπέλα του διπλανού σπιτιού , άρτι ζωντοχήρα, να έρχεται να βάλει σε τάξη τη ζωή του αμετανόητου εργένη, του κεντρικού ήρωα μας.. Καμία σχέση κι εδώ , κατά την εξέλιξη, με στερεότυπα μαύρων-άσπρων-σινεμά, ο μόνος, η μόνη και τα λοιπά τους. Θα δείτε. Κι ενώ λοιπόν γίνονται αυτά, εμφανίζεται κι ένα ακόμα, το πιο καθοριστικό, αυτό που αφήνει τη φαντασία του δημιουργού της ταινίας να αφηνιάσει, να λειτουργήσει ως βατήρας εκπλήξεων, να δουλευτεί το έργο και κατεπεκταση οι χαρακτήρες με την ιλαρή διάθεση τα σάτιρας, κι όχι ενός κοινωνικού δράματος. Και ποιο είναι αυτό; Ότι του ζητούν να γράψει. Τι να γράψει; Μυθιστόρημα; Τι είδους και με τι τρόπο και μαλιστα το μυθιστόρημα αυτό να γίνει και σενάριο για κινηματογράφο.
Εδώ θα σταματήσω την εξιστόρηση του μύθου, όχι μόνο για να την απολαύσουν οι θεατές αλλά αν πω κι άλλα θα πρέπει μετα να τα αναλύσω κι αν τα αναλύσω θα φτάσουμε τις…δέκα χιλιάδες λέξεις. Κι η εξέλιξη όταν αρχίζει η μυθοπλασία και τα δικά του βιώματα, είναι μια σκέτη ευφυία.
Φυσικά και δεν θα κρύψω τον ενθουσιασμό μου (ήδη το…κακό, έγινε.) ως ΣΕΝΑΡΙΑΚΙΑΣ , πόσο μάλλον όταν βλέπω ότι αυτό το πλήρες σενάριο έχει και σκηνοθετική ματιά. Είναι άλλη περίπτωση από «Τα παιδιά του χειμώνα» ας πούμε που περιμένει από το μοντάζ να του δώσει την κινηματογραφική πνοή. Εδώ το ,μοντάζ δεν κάνει τίποτε περισσότερο από το να είναι εκεί. Εδώ υπάρχει το πλήρες σενάριο που είναι γραμμένο από σκηνοθέτη, ή έστω για να σκηνοθετηθεί από τον ίδιο και βλέπεις τη χιουμοριστική ματιά απέναντι σε όλα τα δραματικά δρώμενα, και πως αυτό το κράμα έχει διαποτίσει και τις ερμηνείες, είναι καταπληκτικός ο ερμηνευτικός συντονισμός, το πως παίζουν όλοι στην ίδια κλίμακα, μέχρι που φτάνουν το δραματικό, που το υπονομεύουν, που το μεταβάλουν σε ιλαρότητα.
Είναι πολύ έξυπνο εργο .
Το παίξιμο του ΤΖΕΦΡΥ ΡΑΪΤ είναι ένα χάρμα κινηματογραφικότητας, του αδελφού ΣΤΕΡΛΙΝΓΚ Κ.ΜΠΡΑΟΥΝ, που έχει προταθεί κι αυτός για το Oscar, όπως εχει προταθεί κι ο Τζέφρυ Ράιτ, στη δική του κατηγορία, είναι πραγματικά ο ορισμός της κατάργησης των στερεοτύπων ακριβως όπως το ορίζει το σεναριο και πως αλλιώς θα μπορούσε να παιχθεί και πιάνουμε ένα έναν και τους υπόλοιπους, μα έναν κι έναν, και τους λευκούς, τη σκηνή με τον ΑΝΤΑΜ ΜΠΡΟΝΤΙ…Σας είπα όταν μπαίνει το θέμα της συγγραφής βιβλίου με προοπτική σεναρίου,και με όσα γίνονται, εκεί δεν θα γραψω τίποτα, εκεί είναι η πεμπτουσία και της συγγραφικής μαεστρίας αλλά και της απόλαυσης.
Αξίζει κι η παλαίμαχη ΛΕΣΛΙ ΑΓΚΑΜΣ, πως παίζει τη μητερα με την άνοια αλλά και τη σεξουαλική,κοινωνική προκατάληψη για τον ομοφυλόφιλο γιο της, μέσα στο χασιμο της. Ένα tip: H ΛΕΣΛΥ ΑΓΚΑΜΣ είναι αυτή που στέρησε aπό τη Μελίνα Μερκούρη το 1968, το βραβείο «Τονυ» που η Μελίνα διεκδικούσε με το «Ilya darling». Στην κατηγορία ΜΙΟΥΖΙΚΑΛ. Η Λέσλι Αγκαμς το είχε πάρει για το “Hallelujah, baby» από κοινού με την Πατρίτσια Ρούτλετζ για το «Darling of the day»