ΚΙ ανεβάστηκε στη Σκηνή του «Μικρό Παλλάς» από τον ΣΤΑΜΑΤΗ ΦΑΣΟΥΛΗ που δεν είναι πρωτάρης στο να ζωντανεύει και να αξιοποιεί ελληνικά έργα, που κάποιοι τα θεωρούσαν κι «εκτός».
Η συγκίνηση μου ήταν μεγάλη κι ανυπομονούσα να το δω, τα είχα κουβεντιάσει πολύ με τον μπαρμπα-Αλέκο, τον Σακελλαριο, που με περιεβαλε με την εκτίμηση του και τον επισκεπτόμουν συχνά, , μου είχε δώσει κι είχα διαβάσει και το χειρόγραφο του έργου Κι μου είχε εξηγήσει τότε ότι οι συγγραφείς όσες επιτυχίες κι αν κάνουν, τα αγαπημένα τους έργα είναι εκείνα που «απέτυχαν». Διοτι τα θεωρούν αδικημένα. Σαν το γονιό που αγαπάει περισσότερο ένα παιδί που εχει μια αναπηρία από τα υπόλοιπα, όχι γιατι δεν αγαπάει εκείνα αλλά επειδή αισθάνεται ότι το συγκεκριμένο η ζωή του το αδίκησε. Ειρήσθω εν παρόδω, το ‘ιδιο ακριβως μου είχε πει κι ο Σύντνεϋ Πόλακ με τις ακριβως, σχεδόν, ίδιες κουβέντες για το «Γιακούζα», τον «Μπόμπι Ντήρφιλντ» και την «Αβάνα» ότι τα αγαπά περισσότερο επειδή του τα αδκίησαν
Κι επιτέλους, χάρη στο Σταμάτη Φασουλή, αξιώθηκα κι εγώ να δω ΕΠΙ ΣΚΗΝΗΣ αυτό το έργο.
Και να μεταφερθώ σε άλλους κόσμους.
Και πρώτα από όλα στον κόσμο της Κωμωδίας, στην περιοχή της Τέχνης, στην αξία αυτών των συγγραφέων, που παραδίδουν με αυτό το έργο ένα μάθημα στο πως κάνεις κωμωδία μέσα από ένα τραγικό γεγονός.
Κι εδώ έχουμε τον Εμφύλιο. Κι έχουμε και μια οικογένεια. Μικροαστική της Αθήνας. Ο πατέρας ο κυρ-Παντελής ο φιλήσυχος νοικοκύρης (που η Αριστερά τον θεώρησε τότε «συμβιβασμένο» κι η Δεξιά «ενδοτικό»), η γυναίκα του που είναι ένας ανάγλυφος τύπος ταλαιπωρημένης νοικοκυράς που δεν καταλαβαίνει από όλο αυτό το ρημαδιό που γίνεται και οι μεγάλοι μάστορες, αυτοί οι θεόπνευστοι άνθρωποι, ο Σακελλάριος με τον Γιαννακόπουλο, φτιάχνουν πάνω της ένα κωμικό ρόλο, ο οποίος γίνεται κωμικός από απελπισία κι όχι από έκπτωση. Κι υπάρχουν κι οι δυο γιοί, τα αρχέτυπα του Ετεοκλή και του Πολυνίκη, όπου ο Σταύρος είναι με τη Δεξιά κι ο Κώστας με την Αριστερά. Κι αυτό όλο μεταφέρεται στο σπίτι. Μαζί με όλα τα συμπαρομαρτούντα. Και μπαινοβγαίνουν δεξιοί κι αριστεροί για να κυνηγήσουν πότε τον ένα γιό, πότε τον άλλο και πάντα στη μέση την πληρώνει ο κυρ-Παντελής.
Δεν θα πω τα παρακάτω, διότι πρέπει να ανακαλύψει κι ο θεατής ώστε να απολαύσει .
Θα επιμείνω στους σοφούς ανθρώπους, στους συγγραφείς εννοώ, στο πως μέσα από τα πρόσωπα επισημαίνουν κι άλλες καταστάσεις γεννημένες από την εποχή, όπως της ψυχοκόρης που συναισθάνεται τη δική της αιχμαλωσία επειδή δεν μπορεί να γυρίσει στο νησί της, διότι είχαν σταματήσει στην Κατοχή οι πλόες εξού και τα νησια πεινάσανε, έτρωγαν μόνο ο,τι παρήγαγε ο δικός τους τόπος ...και περνάει κι αυτής τον καημό δίπλα στους άλλους , βλέπουμε και τον φιλο της οικογένειας που κι αυτός φοβάται κι ενδίδει, βλέπουμε το πως έχουν σκιαγραφήσει αυτούς που μπαινοβγαίνουν…
Και το αημαντικό ξέρετε ποιο είναι; Ότι εχουν γράψει μια ΚΩΜΩΔΊΑ ΞΕΚΑΡΔΙΣΤΙΚΗ.. Ναι οι θεοπνευστοι μεσα από αυτό το δράμα του βγάζουν τρελά κωμικές καταστάσεις κι ο θεατής γελά ασταμάτητα. Και ξερετε γιατι γελάει; Διότι (να ξαναπω πάλι κανένα υπερθετικό για τους συγγραφείς (?) έχουν πιαστεί από ένα συγκεκριμένο σημείο να φιλοτεχνήσουν την κωμωδία τους. Ποιο είναι αυτό; Τον ΠΑΡΑΛΟΓΙΣΜΟ όλου αυτου του πράγματος. Που ξεκινά πρώτη εικόνα με το φόβο των Γερμανών όταν ακούν την πόρτα και στη δευτερη εικόνα εχουν φυγει οι Γερμανοί κι εχουμε αρχίσει (από το 1943 βέβαια είχε ξεκινήσει αυτό…) να σκοτωνόμαστε μεταξύ μας.
Αυτό ακριβως το γεγονός, το οριοθετούν ως παράλογο, δουλεύουν πάνω στον παραλογισμό και μέσα από εκεί βγάζουν αυτό το καταπληκτικό έργο. Γι αυτό και γελά ο θεατής. Μονο που καθώς γελάει, τα ματια δακρύζουν από τα γέλια αλλά δακρύζουν ταυτόχρονα κι από το περιεχόμενο ..γι αυτό και μιλώ για συγγραφικό μάθημα.
Και επειδή τα έργα έχουν Χρόνο και Τόπο, έχουν Ρίζες δηλαδή, προσωπικά, καθώς παρακολουθούσα την παράσταση προσπαθούσα να βιώσω και την πληροφορία που σας δίνω: Ότι το έργο αυτό όταν ανέβηκε, ο Εμφυλιος είχε ήδη αρχίσει.. Είχε κηρυχθεί. Τα μακελειά που είχαν ξεκινήσει από τα Δεκεμβριανά του 44, τις επιπτωσεις της Συμφωνίας της Βάρκιζας του ’45 και το χαμό του από εκει και μετά, τα εχει διαδεχθεί επίσημη κηρυξη εμφυλίου πολέμου. Στις 30 Μαρτίου του 1946 , όταν αντάρτες της Αριστεράς, ανατίναξαν σταθμό Χωροφυλακής στο Λιτοχωρο Πιερίας. 30 Μαρτίου!!!!. Ο «κυρ Παντελής» ανεβαίνει στο θέατρο «Κοτοπουλη» ένα μήνα μετά, στις 29 Απριλίου. Καταλαβαίνετε για τι πραγμα μιλάμε; Προσπαθώ να έρθω στην εποχή, καθως βλέπω την παράσταση, στους θεατές που πήγαν και το ειδαν ενώ ο Εμφυλιος ηταν πια ζωντανός. Είναι ανατριχιαστικό. Κι είναι αφάνταστα δημιουργικό όλο αυτό που έχω γραψει περί διαχείρισης από μεριάς συγγραφέων.
Καταλαβαίνει λοιπόν κανείς, αν τα αναλογιστεί αυτά, γιατι μπορει να έγινε της τρελής με το έργο. Και με τους από εδώ και με τους από κει Οι συγγραφείς μιλούν και για το Περιστέρι όπου πήγαιναν τους απαχθεντες ομήρους οι Αριστεροί, οι συγγραφείς μιλούν και για την Ελ Ντάμπα όπου έστελναν ως ομήρους τους αριστερούς απαχθέντες οι Δεξιοί.
Πραγματικά ήταν μια εποχή παράνοιας και το έργο δέχτηκε επιθέσεις ακόμα κι από ανθρώπους που ενοχλήθηκαν χωρις να είναι φανατισμένοι Αριστεροί ή Δεξιοί, όπως η αγαπημένη μου «Αλκης Θρύλος» που τα έβαλε καλλιτεχνικά με το έργο κι έγραψε την περιβόητη φράση, απευθυνόμενη στο θέατρο και το θίασο Κοτοπούλη «ας εγκαταλείψουμε τη λάσπη κι ας επιστρέψομε στην περιοχή τα ποίησης» . Ιδια εποχή , την πληρώνει κι ένα καταπληκτικό κινηματογραφικό έργο της «Φίνος Φιλμ», το «Πρόσωπα λησμονημένα» του Γιωργου Τζαβέλλα στο οποίο πρωταγωνιστούσαν στοχοποιημένοι Εαμίτες, η Μιράντα, ο Γιώργος Παππάς , ο Αιμίλίις Βεάκης και πήγαιναν οι Χίτες κι έσπαγαν τις προθήκες των κινηματογράφων με αποτέλεσμα ο Φίνος να αποσύρει την ταινία και να την καταχωνιάσει στα χρονοντούλαπα. Τον σκληρό Απρίλη του 1946.
Κι επειδή είμαστε στο πνεύμα του παραλογισμού θα επαναλάβω τα περί αξίας κωμωδίας και του γέλιου που φέρνει η παράσταση και θα πω φωναχτά και μετα λόγου γνώσεως στους θεατές που θέλουν να δουν κωμωδία και με ρωτάνε, να πάνε χωρίς δεύτερη σκέψη στο «Η Δεξια, η Αριστερα κι ο κυρ Παντελής», διότι θα γελάσουν πολύ αλλά θα φύγουν και γεμάτοι.
Η παράσταση είναι παράσταση υπογραφής ΣΤΑΜΑΤΗ ΦΑΣΟΥΛΗ. Η «αποκρυπτογράφηση» που έχει κανει ο υποφαινόμενος στις αμέτρητες επιτυχίες του συγκεκριμένου καλλιτέχνη είναι ότι ο Φασουλής αγαπά πάνω από όλα το Θέατρο. Αγαπά να βλέπει Θέατρο. Επιθυμεί αυτό που βλέπει να είναι Θέατρο. Και πάνω σε αυτή την επθυμία την καρμική, ανεβάζει τα έργα έτσι όπως θα ήθελε να τα δει ο ίδιος ως θεατής. Εκεί αποδίδω το μυστικό των επιτυχιών του σε όποιο είδος κι αν δοκιμάζεται. Ακριβως επειδή, όποιο κι αν είναι το ειδος, αυτό που επιδιώκει είναι να βγάλει ωραίο θέατρο. Κι η επεξεργασία που κάνει στο φινάλε δεν παραβιάζει επί της ουσίας, έρχεται κι αιτιολογεί διότι δεν είμαστε στο 1946..Τα υπόλοιπα στην παράσταση..
Η παράσταση του «Κυρ-Παντελή» έχει ρυθμό κι ατμόσφαιρα, εχει το ρυθμό και «timing» της ατάκας (κι όταν οι ατάκες είναι αυτές που είναι , καταλαβαίνετε γιατι γελά αλλά και ταυτόχρονα συγκινείται ο θεατής), κι έχει κι ατμόσφαιρα. Αυτό που λέγαμε για τις ριζες των έργων. Ναι, σε μεταφέρει στο 1944-46,το σκηνικό που εχει στησει ο ΠΑΡΙΣ ΜΕΞΗΣ είναι υποβλητικό από χρώμα κι αναλογο υλικό ώστε να βγάλει εκείνη την ατμόσφαιρα, συγχρόνως όμως και με μια υποψία «ανοίγματος» απένανι στα μουντα χρώματα ώστε να βρει χώρο και να αναπνεύσει η κωμωδία.
Ο ίδιος ο Φασουλης, ως ηθοποιός, μελετηρός καθως είναι στο θέατρο και στα είδη του, μελετηρός πάνω στη θεατρική στιγμή και στη θεατρική πράξη κι όχι στη θεωρητικολογία, έχει φτιάξει τον δικό του κυρ-Παντελή, έχει φοιτήσει στου Λογοθετίδη αλλά δεν έχει αντιγράψει, με το δικό του πτυχίο πορεύεται κι όταν λέει δύο φορές, πως δεν θελει να πει αυτά που ειδε στους τοπους που βρέθηκε «κατά λάθος» εξόριστος, προσφέρει στο θεατή όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά.
Η ΕΛΕΝΗ ΚΑΣΤΑΝΗ μας έκανε και γελάσαμε με το γέλιο της απόγνωσης για αυτή τη γυναίκα, ο θίασος υπηρετήθηκε από φρέσκα πρόσωπα, τον ΓΙΩΡΓΟ ΒΟΥΡΔΑΜΗ ως αριστερό γιό, και κυρίως τον ΑΠΟΣΤΟΛΟ ΚΑΜΙΤΣΑΚΗ ως δεξιό αδελφό του, το «κυρίως» το λέω επειδή οι ρόλοι των δεξιών σε αυτές τις περιπτώσεις είναι λίγο πιο παρακινδυνευμένοι κι ο ηθοποιός τον κάνει έως και συμπαθή και σε μη δεξιό ακροατήριο…Βέβαια και για τους δύο οι συγγραφείς έχουν προβλέψει το βάθος της αδελφικής σχέσης. Θα αναφερθώ με ζέση και στο νεαρό που παίζει δύο εκ διαμέτρου αντίθετους ρόλους, τον ΓΙΩΡΓΟ ΚΟΡΟΜΠΙΛΗ, ως Πολιτοφύλακα αφενός με τη γενειάδα και το αμπέχονο κι ως εθνοφύλακα σχεδόν χαφιέ που του έχει βάλει, μαζί με την «κουστουμιά» κι επαρχιώτικο «αξάν». Αναλογο συμβαίνει και με την ΜΑΡΙΑ ΚΑΡΑΒΑ, σε διπλό ρόλο αντιθέτων αλλά δεν είναι οι ρόλοι τόσο, πεερισσότερο ισχύει ο δεύτερος της δεξιάς απόκλισης…Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΕΠΑΣΤΑΣ είναι ο κυρ Παντελής του Κυρ Παντελή, αυτό το ρόλο πιθανόν να τον έπαιζε ο Πρωτόπαπας στην παράσταση Λογοθετίδη κι η ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΠΟΛΥΚΑΝΔΡΙΤΟΥ εκτός της απόδοσης τη ψυχοκόρης διαθέτει και πολύ ωραία φωνή και φυσικά ο Φασουλής ως σκηνοθέτης της το αξιοποιεί. Όχι, θα άφηνε.
Με την παράσταση αυτή αισθάνθηκα ότι τακτοποίησα ένα προσωπικό μου ανοιχτό λογαριασμό. Στη μνήμη του κυρ-Αλέκου (και του Χρήστου Γιαννακόπουλου)