Στην Ανν –Μάργκρετ ήταν επικεντρωμένη η διαφήμιση κι η εν Ελλάδι προβολή του έργου. Εξού κι ο τίτλος ο ελληνικός που είναι πανάσχετος με την υπόθεση, μια και «Σπανιόλα» στο έργο δεν υπάρχει. Υπάρχει η ίδια η ΙΣΠΑΝΙΑ κι είναι μία τουριστική ξενάγηση στη Μαδρίτη, που είχε ήδη κάνει άνοιγμα στις διεθνείς συμπαραγωγές και γύριζαν εκεί ταινίες από το Χόλυγουντ και τους Γάλλους και τους Ιταλούς και τους Γερμανούς ως και το ζεύγος Μελίνα-Ντασέν, παρά το καθεστώς του Φράνκο……
Ηρωίδες –ποια «Σπανιόλα»;- είναι τρεις Αμερικάνες οι οποίες βρίσκονται για διαφορετικούς λόγους η κάθε μία στη Μαδρίτη αλλά με κοινό παρανομαστή την αναζήτηση του έρωτα. Σε πολύ light καταστάσεις, μάλλον κατάλληλες δι’ ανηλίκους, σε ένα ευχάριστο περιβάλλον όπου κυριαρχούν πανέμορφα χρώματα, set και locations, ρούχα μοντέρνα της εποχής, εικόνες άπειρες από την κοσμοπολίτικη ζωή στην ισπανική πρωτεύουσα και κάποια τραγούδια αλλά και δύο – τρία χορευτικά νούμερα που είναι για την Ανν-Μάργκρετ όπου στο ένα συνεργάζεται με τον περίφημο Ισπανό καλλιτέχνη ΑΝΤΟΝΙΟ ΓΚΑΔΕΣ.
Τα τραγούδια και τα χορευτικά ήταν και το μόνο πράγμα με το οποίο ασχολήθηκε η Ακαδημία και το είχαν προτείνει στην κατηγορία του «adaptation score», το 1966 όπου κέρδισε η «Μελωδία της ευτυχίας»
Οι τρεις κοπέλες της ιστορίας είναι η ΑΝΝ-ΜΑΡΓΚΡΕΤ, η ΠΑΜΕΛΑ ΤΙΦΙΝ κι η ΚΑΡΟΛ ΛΙΝΛΕΙ. Οι δύο τελευταίες κάτι πήγαν να κάνουν αλλά δεν φτούρησαν για πολύ. Στους άντρες πρωτοστατεί ο ΑΝΤΟΝΥ ΦΡΑΝΤΣΙΟΖΑ ενώ εμφανίζεται σε μικρό ρόλο κι η ΤΖΗΝ ΤΙΡΝΕΥ, που στη δεκαετία του 60, ύστερα από τις περιπέτειες της στην προηγούμενη δεκαετία με προβλήματα ψυχολογικά και κλινικές, είχε προσπαθήσει να επανακάμψει. Ως «γκεστ» εμφανίστηκε σε δύο-τρεις ταινίες κι αυτό ήταν. Ωστόσο κάτι έχει μείνει από εκείνη την παλιά ομορφιά.
Η ταινία ήταν remake. Και μάλιστα έγινε από τον ίδιο σκηνοθέτη που είχε κάνει και την παλιά ταινία, τον ΓΙΑΝ ΝΕΓΚΟΥΛΕΣΚΟ. Είναι από τις λίγες περιπτώσεις που σκηνοθέτης ξαναγυρίζει την παλιά του ταινία , μαζί με τον Γουίλιαμ Γουάιλερ που έκανε τους «Ψίθυρους» ξανά , τον Αλφρεντ Χίτσκοκ με το «Ο άνθρωπος που γνώριζε πολλά», τον Φρανκ Κάπρα με το «Η κόμησσα κι ο γκάνγκστερ» και τον Λίο ΜακΚάρευ με το «Μεγάλε μου έρωτα». Κι επειδή δεν συγκρίνεται με εκείνες τις περιπτώσεις, πολλοί είχαν απορήσει τι βρήκε ο Νεγκουλέσκο και το ξαναγύρισε.
Μα η απόφαση άραγε ήταν δική του η απλώς η «Fox» ήθελε να το ξαναγυρίσει και του ανέθεσε τη δουλειά με κίνητρο τη Μαδρίτη και το ότι , φυσικά, ο Νεγκουλέσκο ως πρώην ζωγράφος ενδιαφερόταν πάντα για τη σκηνογραφία, είτε φυσική είτε στουντιακή ;
Διότι το φιλμ στο οποίο βασίζεται είναι το «ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ ΣΤΟΝ ΕΡΩΤΑ» (Three coins in the fountain) που ήταν μια τουριστική ξενάγηση στη ΡΩΜΗ της δεκαετίας του 50. Μα άλλη η Ρώμη, άλλη η Μαδρίτη, άλλη δεκαετία το ’50, άλλη το «60. Άλλη κι η έμπνευση. Η Μαδρίτη δεν ενέπνευσε ταινίες όπως η Ρώμη- τούτο είναι πασιφανές.
Ωστόσο, στο κοινό που πήγαινε σινεμά για να δει την ταινία με την Ανν-Μάργκρετ αισθανόταν ότι έβλεπε κάτι ψυχαγωγικό και μοντέρνο, αισθανόταν ότι ταξίδευε στην Ισπανία, έπαιρνε ομορφιές και φεύγοντας κοίταζε τις φωτογραφίες του έργου της επόμενης εβδομάδας αφού από ένστικτο «ήξερε» ότι το συγκεκριμένο μπορεί και να ξεχαστεί.
Πάντως, την οπτική γοητεία του την έχει.
ΥΓ. Για συγκρίσεις και αναφορές μείνετε στο PANTIMO.GR, στην ενότητα "Ξεχασμένα" κι ανατρέξτε στην ταινία "ΠΙΣΤΕΟΥΜΕ ΣΤΟΝ ΕΡΩΤΑ", που είναι το πρωτότυπο από το οποίο προέκυψε τούτο εδώ το remake